Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2023

Δικαίωμα ψηφιακού ελέγχου σε τομείς που άπτονται της εθνικής κυριαρχίας των χωρών της ΕΕ, από ΗΠΑ και ΝΑΤΟ

Γεώργιος Δασκαλούλης LL.B. (Hons), LL.M. (Dist.), Licenciado em Direito, Mestre em Direito, Διεθνολόγος Νομικός – Επιχειρηματίας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Όλοι όσοι ασχολούνται με τις Ευρω – Ατλαντικές σχέσεις τα τελευταία χρόνια έχουν γνώση της παρασκηνιακής διαμάχης που υφίσταται ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός, άλλωστε, από τότε που η πρώην Καγκελάριος της Γερμανίας, κα. Άνγκελα Μέρκελ δήλωνε δημοσίως ότι οι μέρες όπου η Ευρώπη βασίζεται στις ΗΠΑ έχουν τελειώσει[1].

Αναφέρομαι στην πολυετή διαπραγμάτευση της Ευρω-Αμερικανικής ανταλλαγής ψηφιακών δεδομένων, στην ενεργειακή πολιτική και την αποδοχή του εποπτικού ρόλου του ΝΑΤΟ από πλευράς Γερμανίας και άλλων χωρών της ΕΕ. Ζητήματα δηλαδή που έμεναν, παρά την πολυετή προσπάθεια των δύο δυνάμεων, άλυτα.

Την τελευταία διετία παρατηρείται μια εξομάλυνση των Ευρω – Ατλαντικών σχέσεων. Για παράδειγμα, η ΕΕ έδειξε να υποχωρεί στο ζήτημα της σταδιακής απεξάρτησης του ενεργειακού εφοδιασμού της από τη Ρωσία, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και να συμμορφώνεται με τις εμπορικές, ενεργειακές και οικονομικές απαιτήσεις των ΗΠΑ, ακυρώνοντας, λ.χ., την λειτουργία του υποθαλάσσιου αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2.

Η πρόσφατη όμως στροφή της πολιτικής της ΕΕ απέναντι στις ΗΠΑ όπως κοινοποιήθηκε πρόσφατα, δηλαδή, η αποδοχή ενός νέου νομικού και θεσμικού πλαισίου μονομερούς προσβάσεως των ΗΠΑ στα ψηφιακά δεδομένα της ΕΕ, κρύβει εντελώς νέα στοιχεία, τα οποία θα αναλυθούν με χρονολογική σειρά.

ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΒΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΗΠΑ ΣΤΑ ΨΗΦΙΑΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΕΕ

Στις 16 Ιουλίου 2020,  το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέτασε στην υπόθεση Schrems II το κύρος της απόφασης για την “ασπίδα” προστασίας της ιδιωτικής ζωής ΕΕ – ΗΠΑ (απόφαση 2016/1250), καθώς οι επίμαχες διαβιβάσεις στο πλαίσιο της εθνικής διαμάχης που οδήγησε στην αίτηση έκδοσης προδικαστικής απόφασης έλαβαν χώρα μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ[2].

Το Δικαστήριο έκρινε ότι οι απαιτήσεις της εθνικής νομοθεσίας των ΗΠΑ και συγκεκριμένα, ορισμένα προγράμματα τα οποία επιτρέπουν την πρόσβαση αμερικανικών δημόσιων αρχών σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται από την ΕΕ στις ΗΠΑ για σκοπούς εθνικής ασφάλειας, οδηγούν σε περιορισμούς της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Ως συνέπεια αυτής της απόφασης, η ΕΕ προέβη στην επαναδιαπραγμάτευση του εν λόγω πλαισίου, καταλήγοντας, στις 25 Μαρτίου του 2022 σε μια νέα επί της αρχής συμφωνία περί της ανταλλαγής ψηφιακών δεδομένων με τις ΗΠΑ[3].

Η ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΝΑΤΟ ΕΩΣ ΤΟ 2030

Στο μεταξύ, στις 25 Νοεμβρίου του 2020, ο ΓΓ του ΝΑΤΟ, κος. Στόλτενμπεργκ, δημοσίευσε στην ιστοσελίδα του ΝΑΤΟ μια εκτενή αναφορά σχετικά με τον νέο στρατηγικό σχεδιασμό της Συμμαχίας[4]. Ο σχεδιασμός αυτός περιλάμβανε τους νέους στόχους και τις στρατηγικές προτεραιότητες του ΝΑΤΟ εν όψει του 2030. Ως εκ τούτου, πλην της Ρωσίας, η Κίνα πλέον προστίθεται ρητά ως μια νέα, αναδυόμενη απειλή για το ΝΑΤΟ. Όπως σημειώνεται, η Κίνα διαφέρει ποιοτικά ως απειλή από την Ρωσία, δεδομένου ότι δεν αποτελεί μια στρατιωτική δύναμη, όπως η Ρωσία, αλλά μια δυνάμει νέου τύπου οικονομική, ψηφιακή, εμπορική και τεχνολογική απειλή.

Πιο συγκεκριμένα, λέγεται πως η Κίνα μεθοδεύει την δράση της με πλάγια μέσα, πετυχαίνοντας έτσι, δια της διπλωματίας, των εμπορικών και οικονομικών της συναλλαγών, να προωθεί τα δικά της επεκτατικά σχέδια. Το σημείο που χρήζει της προσοχής μας είναι εκείνο που προτείνει ότι οι ανωτέρω οικονομικές δραστηριότητες της Κίνας (οι οποίες αναφέρονται ως MCF / Military – Civil Fusion) πρέπει να περιέλθουν στην ελεγκτική αρμοδιότητα του Supreme Allied Commander for Europe (SACEUR), δηλαδή του, εν Βρυξέλλες Αμερικανού Αρχιστράτηγου του ΝΑΤΟ[5]. Έτερο σημείο που απαιτεί την προσοχή μας είναι εκείνο που αναφέρει ότι ο συνδυασμός της, γνώριμης Ρωσικής, με την Κινεζική  απειλή απαιτεί τη σύσταση ενός νέου “στελέχους” (component) στο Νότο  και συγκεκριμένα στη Μεσόγειο[6].

Η ΝΕΑ ΒΑΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

 Στις 24 Ιουνίου 2021, κατετέθη στην Αμερικανική Γερουσία το σχέδιο νόμου με τίτλο  “U.S.- Greece Defense and Interparliamentary Partnership Act of 2021”, δηλαδή “ΗΠΑ – Ελλάς, Νόμος περί Αμυντικής και Διακοινοβουλευτικής Συνεργασίας 2021”[7]. Αυτό προβλέπει την συγκρότηση Διακοινοβουλευτικού Νομοθετικού “Στελέχους” (component) με την συμμετοχή Αντιπροσώπων των Κυβερνήσεων της Ελλάδος, της Κύπρου, του Ισραήλ και των ΗΠΑ σε μορφή “3+1”.

Αν διαβάσει λοιπόν κανείς προσεκτικά από την αρχή το εν λόγω έγγραφο, λαμβάνοντας υπόψη την σύσταση νομοθετικού οργάνου το οποίο θα αποτελείται από εκπροσώπους των τεσσάρων κρατών, 6 εκ των οποίων θα είναι Αμερικανοί Γερουσιαστές, αντιλαμβάνεται ότι το “όργανο” θα αποφασίζει εφεξής για ζητήματα τα οποία περιλαμβάνουν ακόμα και κρίσιμα Εθνικά Θέματα.

Συγκεκριμένα, θα επηρεάζει τους τομείς της Στρατηγικής Εθνικής Αμύνης έναντι της Τουρκίας και της Οικονομίας έναντι της Ρωσίας και της Κίνας, επηρεάζοντας συνολικά την Εθνική μας πολιτική σε ζητήματα Άμυνας, Ενέργειας και Οικονομίας (χωρίς να αποκλείονται και άλλοι τομείς). Διαφαίνεται λοιπόν ότι το όργανο αυτό είναι εκείνο στο οποίο αναφέρθηκε η ανωτέρω αναφορά του ΝΑΤΟ με ημερομηνία 25 Νοεμβρίου 2020 ως “component” .

ΤΑ ΚΑΙΝΟΦΑΝΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΗΠΑ

Στις 7 Οκτωβρίου 2022, ο Αμερικανός Πρόεδρος κος. Μπάιντεν εξέδωσε Διάταγμα σε συνέχεια της επί της αρχής συμφωνίας με την ΕΕ σχετικά με την ανταλλαγή ψηφιακών δεδομένων, στο οποίο περιλαμβάνονται οι, επικαιροποιημένοι κανονισμοί προστασίας της ιδιωτικής ζωής κατά τα πρότυπα της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην Schrems II [8].

Πέραν όμως αυτών, το Διάταγμα προβλέπει επίσης ότι Ευρωπαϊκά ψηφιακά δεδομένα θα μπορούν νομίμως να συλλέγονται από τις ΗΠΑ αν το περιεχόμενό τους στοχεύει, μεταξύ άλλων, στην προστασία από “διεθνείς εγκληματικές απειλές”, όπως αυτής της αποφυγής κυρώσεων και της προστασίας έναντι έξωθεν παρεμβάσεων στα εκλογικά αποτελέσματα[9].

Νομιμοποιείται δηλαδή η Αμερική να συλλέγει μαζικά ψηφιακά αρχεία που ανήκουν στην αρμοδιότητα ενός Κράτους Μέλους της ΕΕ για ποικίλους λόγους.

Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι η Αμερική πλέον αποκτά το δικαίωμα να ελέγχει – συνδυαστικά με τις νέες ενδεχομένως αρμοδιότητες του SACEUR ή αυτές που απορρέουν από την λειτουργία του Νόμου περί Αμυντικής και Διακοινοβουλευτικής Συνεργασίας 2021 – την εμπορική ροή από Ρωσία και Κίνα, καθώς και την εγκυρότητα των εκλογικών αποτελεσμάτων σε ολόκληρη την ΕΕ και στη χώρα μας.

Ουδέποτε όμως στο παρελθόν δεν τόλμησε κανένα κράτος στην ιστορία της λειτουργίας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών να επιβάλλει  καθεστώς de facto παράδοσης ευαίσθητων κρατικών μυστικών όπως είναι τα αρχεία της Τελωνειακής ή της Εκλογικής Αρχής  ενός Κυρίαρχου και Ελεύθερου, Δημοκρατικού Κράτους.

ΟΙ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΕ

Σύμφωνα με τον νέο Ευρωπαϊκό Κανονισμό 2022/2399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 2022, η τελωνειακή ένωση υπήρξε ακρογωνιαίος λίθος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία συνιστά έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς συνασπισμούς στον κόσμο[10]. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη έχουν αναλάβει, με την πάροδο των ετών, ορισμένες δεσμεύσεις για την ανάπτυξη πρωτοβουλιών ενιαίας ηλεκτρονικής θυρίδας (portal) όσον αφορά τον τελωνισμό των εμπορευμάτων.

Το περιβάλλον ενιαίας θυρίδας της ΕΕ για τα τελωνεία είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να αναλύει τα  δεδομένα των τελωνειακών αρχών και να τις ενισχύει, μεταξύ άλλων με τη χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης προκειμένου να εντοπίζονται παραβάσεις που υπόκεινται σε τελωνειακούς ελέγχους ή διερευνώνται από τις τελωνειακές αρχές. Οι ψηφιακές τελωνειακές μεταρρυθμίσεις θα ολοκληρωθούν εντός του πρώτου εξαμήνου του 2024[11].

Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, οι ΗΠΑ θα έχουν πια όλα τα αρχεία της Τελωνειακής Θυρίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαθέσιμα προς έγκριση – ανάλυση δια της ψηφιακής οδού που εξασφαλίζουν το νέο ΝΑΤΟϊκό πλαίσιο και η “επί της αρχής συμφωνία” περί της νόμιμης προσβάσεως των ΗΠΑ σε ψηφιακά δεδομένα της ΕΕ με την αιτιολόγηση της Εθνικής Ασφάλειας.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης από το νέο σύστημα ηλεκτρονικού τελωνείου της ΕΕ θα στοχεύει στον εντοπισμό παραβάσεων, συμπεριλαμβανομένων όσων σχετίζονται με την ασφάλεια και την προστασία των εμπορευμάτων και την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης.  Τέτοια είναι τα εμπορεύματα που συνιστούν “υβριδική” (MCF) απειλή, όπως πιθανόν κάποιες εμπορικές συναλλαγές με την Κίνα ή προέρχονται από χώρες στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις, όπως είναι η Ρωσία και το Ιράν[12].

Τα εθνικά περιβάλλοντα ενιαίας θυρίδας για τα τελωνεία θα πρέπει επίσης να παρέχουν στις αρμόδιες αρχές – εταίρους τη δυνατότητα να παρακολουθούν και να ελέγχουν τις ποσότητες των εγκεκριμένων εμπορευμάτων (πλαφόν) που τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία από τις τελωνειακές αρχές σε ολόκληρη την Ένωση. Τούτο θα πρέπει να διασφαλίζεται με την παροχή των απαραίτητων πληροφοριών τελωνισμού μέσω της ενιαίας θυρίδας EU CSW-CERTEX. Όπως προαναφέρθηκε, οι ΗΠΑ θα έχουν ψηφιακή πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα, έτσι ώστε να παρεμβαίνουν, αν κρίνουν σκόπιμο, στην διεκπεραίωση της διαδικασίας επικαλούμενες λόγους εθνικής τους ασφαλείας.

Από το σύνολο των ανωτέρω προκύπτει συνδυαστικά ότι οι βάσεις για την συνεκτική λειτουργία της νέας αμυντικής, εμπορικής, ενεργειακής και ψηφιακής τάξης που θα διέπει πλέον, κατόπιν συμφωνίας με την Αμερική, ολόκληρη την ΕΕ, το αργότερο μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου το 2024 προϋποθέτουν, μεταξύ άλλων:

α) τον ενεργειακό, εμπορικό και οικονομικό αποκλεισμό της Ρωσίας, πράγμα που αλλάζει και τις ενεργειακές προτεραιότητες και τα οικονομικά μεγέθη στην ΕΕ και την χώρα μας

β) την υπό προϋποθέσεις – και ΝΑΤΟϊκό ή/και Αμερικανικό έλεγχο – εισαγωγή εμπορευμάτων Ρωσικής και Κινεζικής (ή άλλης χώρας υποκείμενης σε κυρώσεις) προέλευσης στην ΕΕ, πράγμα που επηρεάζει την οικονομία και κατ’ επέκτασιν τη ναυτιλία και το εμπόριο στην ΕΕ και την χώρα μας

γ) τον, με ψηφιακά μέσα, έλεγχο της εγχώριας πολιτικής και της εκλογικής διαδικασίας ώστε να αποφευχθεί τυχόν ανάμειξη της Ρωσίας ή/και της Κίνας στις Εθνικές εκλογές ενός κράτους μέλους της ΕΕ (λ.χ. Ελλάδα), γεγονός που σηματοδοτεί την αυγή ενός νέου, καινοφανούς καθεστώτος που αντικαθιστά το ισχύον πολιτικό status quo των κυρίαρχων εθνικών κρατών στην ΕΕ.

[1] https://www.washingtonpost.com/world/following-trumps-trip-merkel-says-europe-cant-rely-on-us-anymore/2017/05/28/4c6b92cc-43c1-11e7-8de1-cec59a9bf4b1_story.html?itid=lk_inline_manual_2

[2] C-311/18 – Facebook Ireland and Schrems

[3] https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/en/qanda_22_6045

[4] https://www.nato.int/nato_static_fl2014/assets/pdf/2020/12/pdf/201201-Reflection-Group-Final-Report-Uni.pdf

[5] σελίδες 12, 27, 28, https://www.nato.int/nato_static_fl2014/assets/pdf/2020/12/pdf/201201-Reflection-Group-Final-Report-Uni.pdf

[6] σελίδα 35, ibid.

[7] https://www.congress.gov/bill/117th-congress/senate-bill/2000/text

[8] https://www.govinfo.gov/content/pkg/FR-2022-10-14/pdf/2022-22531.pdf

[9] ibid. Section 2

[10] https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:32022R2399&from=EN

[11] https://taxation-customs.ec.europa.eu/system/files/2019-12/2019_masp_annex1_en.pdf

[12] https://www.sanctionsmap.eu/#/main

Πηγή