Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2022

Ν.ΔΑΠΕΡΓΟΛΑΣ, “ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΕΤΑΙ ΠΛΕΟΝ Η ΜΠΟΧΑ ΤΟΥΣ”

τοῦ Νεκτάριου Δαπέργολα
Διδάκτορος Ἱστορίας

Καί ἐνῶ δέν βουλιάζουμε ἁπλῶς ἀλλά κυριολεκτικά πνιγόμαστε πλέον μέσα στά βοθρολύματα τῆς παρακμῆς, τῆς χυδαιότητας καί τῆς βλασφημίας καί μέ ἀγωνία ψάχνουμε ὁλόγυρα κάτι γιά νά ἀκουμπήσουμε τή ματιά μας καί νά βροῦμε λίγες ἔστω στιγμές ἀνάπαυσης, ὑπάρχει ἕνα τεράστιο σύστημα πού εἶναι ὁλοκληρωτικά ταγμένο νά μᾶς παραχώσει ὅλο καί βαθύτερα μέσα στή βρωμερή λάσπη. Ἡ ἄθλια ἑλληνέζικη τηλεόραση, μέ πρωτοπόρα τά ἰδιωτικά κανάλια (ἀλλά πλέον ἄξιο συμπαραστάτη καί τά κρατικά) ἀποτελεῖ ἐδῶ καί τρεῖς τοὐλάχιστον δεκαετίες βασικότατο γρανάζι στόν συνολικό μηχανισμό τοῦ ἐκμαυλισμοῦ καί ἐκφαυλισμοῦ αὐτοῦ τοῦ τόπου, ὡς φορέας προπαγάνδας, αἰσχρότητας, κατασπίλωσης ὅλων τῶν ἠθικῶν καί πνευματικῶν ἀξιῶν, προβολῆς κάθε ἀνωμαλίας, ἀποθέωσης κάθε διαστροφῆς καί συνολικῆς ἐξοικείωσης τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας μέ ὅλο τό δυσῶδες πακέτο τῆς νεοεποχίτικης ἀτζέντας.

Τό τελευταῖο κατόρθωμα τοῦ ἐν λόγῳ τηλεοπτικοῦ ὑπονόμου ἀφορᾶ στή νέα σειρά πού ἀρχίζει ὁσονούπω νά προβάλλεται ἀπό τόν MEGA πρωτεργάτη τῆς τριακονταετοῦς καί πλέον τηλεκπόρνευσης. Βασίζεται σέ ἕνα δῆθεν μυθιστόρημα (ἐκ τῆς γνωστῆς νεοελληνέζικης ψευτολογοτεχνικής χωματερῆς) καί σέ τί ἀφορᾶ; Στήν ἱστορία, λέει, μίας 22χρονης δόκιμης – ἀλλά ὅπως παρατηροῦμε στίς φωτογραφίες ρασοφόρας – μοναχῆς πού ζεῖ ἀπό 12 χρονῶν σέ ἕνα μοναστήρι, παρά το ὅτι μάλιστα ὁ πατέρας της δέν συναινεῖ (εἰλικρινά ἀδυνατῶ νά φανταστῷ ποιός διανοητικά προβληματικός καί παντελῶς ἀνίδεος νοῦς συνέλαβε τέτοια συνολικά ἐξωπραγματική γελοιότητα) καί κάποια στιγμή (πλέον ὁ ἀνίδεος νοῦς γίνεται σιχαμερά μιαρός) πηγαίνει γιά λίγο στό πατρικό της καί σταδιακά παρεκκλίνει καί παρασύρεται ἀπό τή φλόγα τοῦ σαρκικοῦ ἔρωτα μέ ἕνα φίλο τοῦ ἀδελφοῦ της. Περισσότερα δέν πρόκειται νά πῶ ἐδῶ (μπορεῖ ὅποιος θέλει νά βρεῖ λεπτομέρειες στό διαδίκτυο), παρά μόνο ὅτι τό ὅλο πατσαβούργημα πού πλασάρεται ἀπό τό κανάλι καί ὡς…πολυαναμενόμενη σειρά καί προμετωπίδα τοῦ φετινοῦ του τηλεοπτικοῦ προγράμματος, φέρει τόν εὔγλωττο τίτλο «Μαῦρο Ρόδο» καί ἀποτελεῖ μία ἀκριβή παραγωγή μέ πολύ γνωστούς συντελεστές. Ἐνδεικτικά ὄντως ὅλα αὐτά τῆς ἰδιαίτερης προσοχῆς μέ τήν ὁποία κάποιοι ἐπιμένουν νά πασπαλίζουν ἐπιμελῶς μέ ἄχνη ζάχαρη τίς κοπριές, γιά νά δείχνουν κάτι ἄλλο ἀπό αὐτό πού στήν πραγματικότητα εἶναι.

Ἐμεῖς ὅμως εἰλικρινά δέν γίνεται νά τήν ἀντέξουμε ἄλλο τή μπόχα τους. Ἐδῶ καί χρόνια τά βοθροκάναλα τῆς καταισχύνης ἔχουν μεταβάλει τόν τηλεοπτικό μας ἀέρα σέ ἕναν ἀπέραντο σκουπιδότοπο, ὅπου ὁτιδήποτε – ἀπό ταινίες καί σήριαλ ἕως ριάλιτυ, ἀλλά ἀκόμη καί διαφημίσεις προϊόντων πλέον – βρωμάει νεοταξίλα καί ζέχνει ἀρρώστια καί διαστροφή. Καί πέρα ἀπό ὅλο τό ὑπόλοιπο πακέτο τῆς εὐτελιστικῆς καταρράκωσης, εἶναι καί τό ράσο πού σπιλώνεται καί διακωμωδεῖται συστηματικά ἐδῶ καί χρόνια μέσα ἀπό διάφορα γελοῖα σήριαλ τῆς κακιᾶς ὥρας, στά ὁποῖα ἐμφανίζονται new wave (γιά νά μήν πῶ new age) κουρεμένοι, χυδαῖοι ἤ σαχλεπίσαχλοι ἱερεῖς νά ἀσχολοῦνται μέ ὁτιδήποτε ἄλλο ἐκτός ἀπό αὐτό πού θά ἔπρεπε. Τώρα δηλαδή ἦρθε ἡ ὥρα νά πιάσουν στό βρωμερό στόμα τους καί τόν ὀρθόδοξο μοναχισμό;

Ἤ μήπως – συνεχίζοντας τό πασπάλισμα πού προαναφέρθηκε – θά ἀρχίσουν πάλι ὅλοι αὐτοί οἱ ἀχρεῖοι τά γνωστά σοφίσματα γιά «ἀνθρώπινες ἱστορίες πού εἶναι μέσα ἀπό τή ζωή» καί «γιά ἀνθρώπινα πλάσματα πού δέν εἶναι ὑπεράνθρωποι, ἀλλά ἐπειδή ἔχουν συναισθήματα ὑπόκεινται καί σέ πτώσεις»; Ἐμεῖς τούς ἀπαντᾶμε ὅτι τέτοιες ἀθλιότητες δέν εἶναι καθόλου μέσα ἀπό τή ζωή, γιατί ἄλλη εἶναι ἡ ζωή τοῦ μοναχισμοῦ (εἶναι ἀγῶνας καί κόπος καί συνεχής θυσία καί ἀτελεύτητος πόλεμος κατά τῶν δαιμόνων) καί ἀκόμη κι ὅταν ὑπάρχουν πτώσεις, ἄν ἐσύ ἐπιλέξεις νά ἐπικεντρώσεις στίς ἐξαιρέσεις καί ὄχι στόν κανόνα, εἶσαι ἁπλά ἕνας ἐγκάθετος θεομπαίχτης μέ συγκεκριμένη στόχευση. Τήν ἴδια στόχευση πού ἔχει πλέον ἐπανειλημμένα διαπιστωθεῖ στίς προθέσεις καί τίς πράξεις ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἀνεκδιήγητου ἀλητοσυρφετοῦ: νά λασπολογηθεί καί νά καθυβριστεῖ κάθε τί τό ὑψιπετές, νά ἀποδομηθοῦν ὅλες οἱ ἀξίες, νά ἀποσαθρωθεῖ κάθε ἱερό καί ὅσιο, νά γκρεμιστοῦν μέ λίγα λόγια ὅλα ὅσα γέννησαν καί κράτησαν ἐπί αἰῶνες ὄρθιο αὐτόν τόν λαό καί αὐτή τήν ἁγιοτόκο πατρίδα. Ἕνα ἐλεεινό ἔργο συνολικῆς καί ὁλοκληρωτικῆς κατεδάφισης πού τό ζοῦμε ἐδῶ καί πάρα πολλά χρόνια.

Καί φυσικά μήν τολμήσει κανένας νά πεῖ ὅτι κρίνουμε κάτι πού δέν ἔχουμε δεῖ ἀκόμη. Δέν χρειάζεται νά μπεῖς μέσα στόν βόθρο γιά νά τόν κρίνεις, ἡ ἀποφορά του εἶναι κι ἀπό μακριά ἀρκετή. Ἤδη ὅσα ἔχουν διαρρεύσει ἐπίσημα περί τοῦ ἐπερχόμενου τηλεσκουπιδιοῦ, εἶναι ὑπεραρκετά. Δέν χρειάζεται κάτι περισσότερο. Καί ἀσφαλῶς ἐννοεῖται ὅτι δέν πρόκειται νά χαραμίσουμε οὔτε στιγμή τηλοψίας γιά τό σκουπίδι. Καί μόνο ὅμως πού ὑπάρχει τέτοιο πρᾶγμα καί προβάλλεται, συνιστᾶ ἐπαρκῆ λόγο ὀργῆς καί ἀγανάκτησης. Καί φυσικά διαμαρτυρίας. Διαμαρτυρίας πού ὀφείλει νά εἶναι μαζική καί ἐπίμονη.

Γιατί βεβαίως ὅλα τά παραπάνω θεωρῶ ὅτι δίνουν ἐπίσης ἀπάντηση καί σέ ὅσους, ἀπό τήν ἄλλη, θά ποῦν «ἐγώ δέν βλέπω τηλεόραση, δέν μέ ἀφορᾶ τό θέμα» ἤ «πετᾶξτε τήν τηλεόραση καί μήν ἀσχολεῖστε». Θά εἶναι καί «πιστοί Χριστιανοί» μάλιστα οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς. Τό θέμα ὡστόσο δέν εἶναι προσωπικό, οὔτε μπορεῖ νά λυθεῖ μέ εὔκολους ἀφορισμούς καί κυρίως ἀκόμη πιό εὔκολους (καί τόσο βολικούς) στρουθοκαμηλισμούς. Καί ἄν βλέπουμε καί ἄν δέν βλέπουμε τηλεόραση, εἶναι τελείως ἀδιάφορο προκειμένου. Γιατί, ἐντελῶς ἀνεξάρτητα ἀπό ἐμᾶς, τό πρόβλημα συνεχίζει νά ὑφίσταται. Καί εἶναι μία ἀκόμη μόλυνση στό ἤδη παμμίαρο τοπίο ὁλόγυρά μας.

Γιά τόν λόγο μάλιστα αὐτό δέν ἔχει νόημα οὔτε τό ἄλλο ἀνόητο (καί ἐπίσης φυγόπονα βολικό) «ἐπιχείρημα» νά μή μιλᾶμε, «γιατί ἔτσι τούς κάνουμε διαφήμιση». Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα ὄνειδος πού ἤδη διαφημίζεται ἀπό πολλές μεριές. Καί εἶναι ἀπολύτως βέβαιο ὅτι αὐτή ἡ διαφήμιση θά πολλαπλασιαστεῖ ἀπό ἕνα ὁλόκληρο τηλεθεάμον κοινό ἀποχαυνωμένων (ἑλληνοφώνων, ἀλλά ἀνελλήνιστων) χλευαστῶν ἤ ἔστω ἐλαφρόμυαλων χασκάκων. Ἀλλά ἀκόμη καί ἄν δέν συνέβαινε, θά τό ἐπαναλάβω καί πάλι, πρός πλήρη ἐμπέδωση: καί μόνη ἡ ὕπαρξή του συνιστᾶ ἕνα ἀκόμη στίγμα. Μία ἀκόμη ἑστία ρύπανσης καί πνευματικοῦ μαγαρισμοῦ. Ἕνα ἀκόμη μαῦρο σύννεφο στόν σκοτεινό οὐρανό τῆς καταπληγιασμένης πατρίδας.

Ἕως πότε θά τά ἀφήνουμε ἀδιαμαρτύρητα νά μαζεύονται, ἔχοντας τά κεφάλια μας χωμένα στήν ἄμμο; Ἕως πότε θά τήν καταπίνουμε ἀμάσητη ὅλη τή δυσωδία καί τή σαπίλα; Ἕως πότε, ἐνῶ οἱ καιροί ἀπαιτοῦν ἐπιτακτικά νινευιτική μετάνοια, ἐμεῖς θά ἐπιμένουμε νά ξεπέφτουμε ὅλο καί πιό χαμηλά;

πηγή