Τρίτη 21 Ιουνίου 2022

ΒΥΖΑΝΤΙΟ : Η ΥΠΕΡΟΧΗ ΤΩΝ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΞΕΝΟΥΣ ΛΑΟΥΣ

Ο Στήβεν Ράνσιμαν γράφει σχετικά: «Η Δυτική Ευρώπη, με τις προπατορικές αναμνήσεις του φθόνου της για το Βυζαντινό πολιτισμό, με τους πνευματικούς της συμβούλους να κατηγορούν τους Ορθοδόξους ως αμαρτωλούς σχισματικούς και κατατρυχόμενη από ένα συναίσθημα ενοχής, γιατί στο τέλος εγκατέλειψε την Πόλη, προτίμησε να ξεχάσει το Βυζάντιο. Δεν μπορούσε να ξεχάσει το χρέος της στους (αρχαίους) Έλληνες. Είδε, όμως, το χρέος της ως οφειλόμενο μόνον στους κλασικούς χρόνους. Το Βυζάντιο, όπως γράφει ο Ράνσιμαν, «είχε βγάλει χώρες ολόκληρες από τη βαρβαρότητα και είχε δώσει σε άλλες την εκλέπτυνση των ηθών». Ο διαπρεπής Άγγλος ιστορικός ο W.C. Dampier γράφει: «Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία παρέμεινε το θεμέλιο του πολιτισμού στους δυσχερέστερους χρόνους του βαρβαρισμού στη Δυτική Ευρώπη. Ο ρόλος του Βυζαντίου στην εξέλιξη των επιστημών και ιδιαίτερα των μαθηματικών και της αστρονομίας είναι σημαντικός». Γενικά, μπορούμε να πούμε, ότι κατά τον χρόνο που στη Δύση εβασίλευε η άγνοια και η βαρβαρότητα, το Ορθόδοξο Βυζάντιο εργαζόταν πολιτιστικά, εκτός των άλλων, και για τη διάσωση και διαιώνιση του θησαυρού της αρχαίας Ελλάδας. Για 11 αιώνες η Κων/πολις ήταν κέντρο ενός κόσμου φωτός.
Για τους Άραβες, οι «Βυζαντινοί» ήταν οι Rum, δηλαδή οι Ρωμαίοι, η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν το Bilad al Rum ( η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή, ακριβέστερα, η «Ρωμαϊκή Χώρα»). O «Βυζαντινός» Αυτοκράτορας ήταν ο Malik al Rum (Βασιλεύς Ρωμαίων) και η Κωνσταντινούπολη ήταν γνωστή σαν al-Qustantiniyya αν και ο Al-Masudi σημειώνει ότι οι Rum στον καθημερινό τους λόγο δεν την ονομάζουν al-Qustantiniyya αλλά “Bolin” (προφανώς άκουσε τους Βυζαντινούς να λένε την αιτιατική «(εις) την Πόλιν» στα λόγια τους).
Αν και μερικές φορές ορισμένοι Άραβες συγγραφείς από σύγχυση ονομάζουν τους αρχαίους Έλληνες (al-Yunaniyyun/Yunan) “Rum” ή τους Βυζαντινούς “Yunan”, οι περισσότεροι ξέρουν πολύ καλά ότι οι σύγχρονοί τους Βυζαντινοί/Rum και οι αρχαίοι Έλληνες/Yunan είναι δύο διαφορετικές ταυτότητες με διαφορετικό πολιτισμό και θρησκεία που απλώς αλληλοεπικαλύπτονται γλωσσικά και γεωγραφικά.
Οι Άραβες επίσης γνωρίζουν ότι το Bilad Al-Rum δεν είναι μία εθνοτικά ομοιογενής πολιτεία, αλλά ετερογενής αυτοκρατορία: τα κύρια έθνη είναι οι Rum (ελληνόφωνοι χριστιανοί) και οι Saqaliba (αδιαφοροποίητοι Σλάβοι), αλλά υπάρχουν και Αρμένιοι, Ρως (Βαράγγοι), Βulgar-Saqaliba (δηλαδή Σλάβοι που έχουν υιοθετήσει το όνομα των Βουλγάρων), Πατσινάκοι κλπ.
Από την άλλη, οι Βυζαντινοί συχνά αναγνωρίζονται σαν άριστοι αρχιτέκτονες και κατασκευαστές μνημείων, συχνά επαινούνται για την ομορφιά τους (ιδίως οι Ρωμιές/Rumiyya όπως θα αναφέρω παρακάτω), ενώ η αραβική παράδοση θέλει έναν πρώιμο Άραβα στρατηγό να τους επαινεί ως τους περισσότερο «τλησικάρδιους» σε κακουχίες και πολέμους και αυτούς που ανασυγκροτούνται/επανακάμπτουν ταχύτερα μετά από καταστροφή.
Ένας άλλος Άραβας στρατηγός επεσήμανε τη διαφορά ανάμεσα στους Σασσανίδες Πέρσες, οι οποίοι κατακτήθηκαν και αφομοιώθηκαν αμέσως χωρίς αντίσταση («έπεσαν αναίσθητοι με το πρώτο χτύπημα»), με το αλκίφρον αμυντικό σθένος των Rum, οι οποίοι παρομοιάζονται με την πολυκέφαλη Λερναία Ύδρα: «μόλις τους κόβεις ένα κεφάλι, αμέσως ένα άλλο φυτρώνει». Κατά συνέπεια, οι Άραβες πίστευαν ότι το Βυζάντιο θα παραμείνει απόρθητο μέχρι την Ημέρα της Κρίσεως.
Πολλοί Άραβες συγγραφείς θεωρούν τους Βυζαντινούς τον πιο όμορφο λαό του κόσμου και δεν μπορούν ν΄αντισταθούν στην γοητεία των Βυζαντινών γυναικών (Rumiyya). Οι Βυζαντινές που καταλήγουν στα χαρέμια τους είναι γνωστές ως Rumiyyat, ενώ συχνά περιγράφουν τις Ρωμαίες σαν λευκόχροες με ίσια ξανθά μαλλιά και γαλάζια μάτια. Προφανώς θεωρούσαν αυτά τα χαρακτηριστικά εξωτικά και δυσεύρετα στα μέρη τους, γι΄αυτό είχαν κατά νου τους στις επιδρομές τους να απαγάγουν τέτοιου είδους Rumiyya.
Τέλος, οι Άραβες λόγιοι δεν έβλεπαν την ώρα να πάνε στην Κωνσταντινούπολη για να αγοράσουν Βιβλία αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Εκτιμούσαν το Βυζάντιο για την διατήρηση της Ελληνικής Γραμματείας.
Οι Σταυροφορίες θα δώσουν στους Άραβες την ευκαιρία να «ζυγίσουν» δύο διαφορετικά είδη «γκιαούρηδων»: τους πολιτισμένους Al-Rum από τη μια, και, από την άλλη, τους «ζωώδεις» και απολίτιστους Al-Ifranj (= Φράγκους) που έχουν ως μοναδική αρετή το πολεμικό θάρρος/θράσος.
«Οι Άραβες της εποχής του Μωάμεθ δεν γνώριζαν τους Φράγκους (al-Faranj). Στην Συρία (al-Shām) είχαν πολεμήσει μόνο με τους Ρωμαίους (al-Rūm). Για το λόγο αυτό, πίστευαν ότι αυτοί [οι Ρωμαίοι] εξουσίαζαν όλα τα χριστιανικά έθνη (umam al-naṣrāniyya) και ότι ο Ηράκλειος (Hiraql) ήταν ο αυτοκράτορας όλης της χριστιανοσύνης (malik al-naṣrāniyya). Συνεπώς, χρησιμοποιούσαν τον όρο «Ρωμαίοι» (al-Rūm) για όλα τα χριστιανικά έθνη (jamīʿumam al-nasṛāniyya).»
Ο Durak εξέτασε τις απαντήσεις του όρου bilād al-Rūm («ρωμαϊκές χώρες», bilād = πληθ. του balad = «χώρα», λ.χ. bilād aš-Šam = «ευρύτερη Συρία, Λεβάντες») στα αραβοϊσλαμικά γεωγραφικά έργα του 9ου και 10ου αιώνα και κατέληξε στο συμπέρασμα πως, ενώ τον 9° αιώνα ο όρος χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την επικράτεια της Ρωμανίας («Βυζάντιο»), από τον 10° αιώνα και έπειτα αποκτά και την επιπρόσθετη ευρύτερη σημασία του χριστιανικού κόσμου που βρίσκεται βορείως της «Ρωμαϊκής θάλασσας» (Baḥr al-Rūm = Μεσόγειος). Γι΄αυτόν τον ευρύτερο χριστιανικό κόσμο βορείως της Μεσογείου χρησιμοποιείται και η φράση arḍ al-Rūm ~ «ρωμαϊκή ήπειρος». Όπως θα εξηγήσω παρακάτω, το ιδιάζον κοινό χαρακτηριστικό αυτού του ευρύτερου «Ρωμαϊκού» χριστιανικού κόσμου στα μάτια των αραβοϊσλαμικών πηγών είναι το «μελκιτικό» του χαλκηδονικό δόγμα.
Ενώ οι παλαιότεροι γεωγράφοι όπως ο Ibn Khurdādhbah και Ibn al-Faqīh διακρίνουν το bilād al-Rūm από την «Ευρώπη» (Arūfā), στην οποία τοποθετούν τους Φράγκους και τους Σλάβους, ο ελαφρώς μεταγενέστερος al-Iṣṭakhrī (πέθανε μετά το 952) γράφει ότι βορείως του Μαγκρέμπ (ΒΔ Αφρική) βρίσκεται η «Ρωμαϊκή θάλασσα» (Baḥr al-Rūm) και βορείως αυτής η «Ρωμαϊκή ήπειρος» (arḍ al-Rūm).
Ενώ οι παλαιότεροι γεωγράφοι όπως ο Ibn Khurdādhbah και Ibn al-Faqīh διακρίνουν το bilād al-Rūm από την «Ευρώπη» (Arūfā), στην οποία τοποθετούν τους Φράγκους και τους Σλάβους, ο ελαφρώς μεταγενέστερος al-Iṣṭakhrī (πέθανε μετά το 952) γράφει ότι βορείως του Μαγκρέμπ (ΒΔ Αφρική) βρίσκεται η «Ρωμαϊκή θάλασσα» (Baḥr al-Rūm) και βορείως αυτής η «Ρωμαϊκή ήπειρος» (arḍ al-Rūm).
Οι δυτικοί Άραβες έμαθαν τους λατινικούς όρους Graecus και lingua Graeca, τους οποίους χρησιμοποίησαν σποραδικά για τους (αρχαίους) Έλληνες, ως συνώνυμα του όρου Yūnān και των παραγώγων του (Υūnān = Ghariqiyyin, Yūnāniyya = Ighrīqiyya). Για να διακριθούν από τους μεσαιωνικούς Ρωμαίους (οι σκέτοι Rūm), οι Πάλαι Ρωμαίοι περιγράφονται ως Ρωμάνοι/Rōmānī (al-Rūmaniyyūn) ή «Λατίνοι Ρωμαίοι» (al-Rūm al-laṭīniyyūn).
Έτσι φτάνουμε στην περίφημη περιγραφή του Ṣāʿid al-Andalusī (1029-1070) κατά την οποία οι Πάλαι Ρωμαίοι στην απώτερη αρχαιότητα μιλούσαν λατινικά (al-Latị̄niyya) και ήταν δυτικοί γείτονες των Ελλήνων που μιλούσαν «γραικικά» (= αρχαία ελληνικά, fa-lughat al-Yūnāniyyīn al-Ighrīqiyya), μέχρι που ο Κωνσταντίνος ο γιος της Ελένης (Qustạntị̄n b. Hilānī) μετέβη στο ανατολικό τμήμα και ίδρυσε την Κωνσταντινούπολη «στη μέση των χωρών των Ελλήνων» (fī wasat ̣ bilād al-Yūnāniyyīn), η οποία παραμένει «μέχρι σήμερα» η έδρα των Ρωμαίων ηγεμόνων (mulk al-Rūm).

https://smerdaleos.wordpress.com
https://smerdaleos.wordpress.com