Δευτέρα 24 Απριλίου 2023

Ο ίππος στο Βυζάντιο

Η χρήση του αλόγου στο Βυζάντιο, όπως και σε άλλες κοινωνίες μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες, ήταν ευρύτατη στις αγροτικές εργασίες, τις μετακινήσεις, τις μεταφορές αγαθών και τον πόλεμο. Η παρουσία του αλόγου στον αγροτικό βίο των Βυζαντινών δεν παρουσιάζει για εμάς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθότι εκεί άλλα ζώα,

τα βόδια και οι ημίονοι, ήταν καταλληλότερα. Απαραίτητη ήταν η χρήση του στις χερσαίες μετακινήσεις και στον πόλεμο, και για τους τομείς αυτούς θα αναζητήσουμε πληροφορίες.
Στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το δημόσιο ταχυδρομείο ήταν καλά οργανωμένο λόγω της μεγάλης έκτασης της επικράτειάς της. Η λειτουργία του βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στη συντήρηση αλόγων σε σταθμούς (mansiones και mutationes), όπου υπήρχε η δυνατότητα αλλαγής αλόγων. Οι διάδοχοι των Ρωμαίων, οι Βυζαντινοί, κατέβαλαν επίσης προσπάθειες για τη διατήρηση των οδών και των σταθμών σε καλή κατάσταση, και μάλιστα με επιτυχία ως τον 6ο αιώνα, όπως μας πληροφορεί ο Προκόπιος. Τα γρήγορα άλογα του ταχυδρομείου ονομάζονταν «βέρεδοι» (από τη λατινική τους ονομασία veredus), ενώ απαντά και η ονομασία «κούντουρα», η οποία αποδίδεται στη συνήθεια να κονταίνουν την ουρά τους (κούντουρος<κοντός+ουρά), ώστε να τρέχουν με μεγαλύτερη ευκολία. Η σημασία που δινόταν στα άλογα προκύπτει από διατάξεις στη νομοθεσία (Θεοδοσιανός Κώδικας), που προέβλεπαν ποινές για όσους φόρτωναν υπερβολικά ή κακομεταχειρίζονταν τα άλογα και τα υποζύγια γενικώς. Ο πληθυσμός ήταν υποχρεωμένος να προσφέρει άλογα στην υπηρεσία του ταχυδρομείου, ενώ δεν ήταν σπάνιες οι περιπτώσεις καταχρηστικών επιτάξεων ίππων των κατοίκων περιοχών που γειτνίαζαν με τις κεντρικές αρτηρίες.

Το άλογο στον πόλεμο
Ακόμη σημαντικότερος απ’ ό,τι στο ταχυδρομείο ήταν ο ρόλος του αλόγου στον πόλεμο. Με τη λήξη της αρχαιότητας και τη σταδιακή μετάβαση στη μεσαιωνική εποχή, αναπτύσσεται περισσότερο το ιππικό. Προς την κατεύθυνση αυτή οδήγησαν αφενός μεν γενικότερες εξελίξεις στην κοινωνία, αφετέρου δε το γεγονός ότι το Βυζάντιο είχε να αντιμετωπίσει λαούς που πολεμούσαν κυρίως έφιπποι, όπως οι Πάρθοι και οι Πέρσες, οι Άβαροι, οι Ούννοι, οι Άραβες, οι Τούρκοι και, από την εποχή των σταυροφοριών και μετά, οι Δυτικοί. Έτσι οι Βυζαντινοί ήταν υποχρεωμένοι να προσαρμόζουν τις στρατιωτικές τους δυνάμεις και την τακτική τους στον τρόπο πολέμου του αντιπάλου. Διέθεταν ελαφρύ, ευκίνητο ιππικό, αλλά και θωρακισμένες έφιππες μονάδες. Ήταν επιτακτική η ανάγκη συνεχούς συντήρησης πολλών ίππων, και μάλιστα τέτοιων που να μπορούν να ανταποκρίνονται στην αντιμετώπιση ξαφνικών και γρήγορων επιθέσεων, άλλων που θα μετέφεραν τους «πανσίδηρους ιππείς», καθώς και «παριππίων», δηλαδή ίππων κατάλληλων για βοηθητική χρήση στις εκστρατείες.

Είναι λοιπόν κατανοητό ότι στο Βυζάντιο εκτρέφονταν διάφορα είδη ίππων – έτσι εισήλθε στη μεσαιωνική ελληνική γλώσσα, μαζί με διάφορα άλλα δάνεια, και η αραβική λέξη «φαρί». Παράλληλα προς τις δικές του στρατιωτικές δυνάμεις, το Βυζάντιο προσλάμβανε ξένους μισθοφόρους, συχνά κατά ομάδες, και μάλιστα προερχόμενους από γειτονικούς νομαδικούς λαούς, οι οποίοι κατά κανόνα έφιπποι αντιμετώπιζαν παρόμοιου τύπου εχθρούς της αυτοκρατορίας. Με τον τρόπο αυτόν, προέκυπταν και ανανεώνονταν στο Βυζάντιο οι ράτσες των αλόγων.
Καβαλικεύει ο αμιράς, εις αυτόν υπαγαίνει.
Φαρίν εκαβαλίκευσεν φιτυλόν και αστεράτον
ομπρός εις το μετώπιν του χρυσόν αστέραν είχεν,
τα τέσσερά του ονύχια αργυροτσάπωτα ήσαν,
καλιγοκάρφια ολόγυρα ήταν καλιγωμένον,
η ουρά του σμυρνωμένη ήτον, με το μαργαριτάριν.
Πρασινορόδινος αετός ’σ’ την σέλαν εξοπίσω,
και ισκιάζει τας κουτάλας του εκ του ήλιου τας ακτίνας.
Σε ειδικά στρατιωτικά εγχειρίδια παραδίδονται οδηγίες για την εκγύμναση των ιππέων, ώστε να είναι σε θέση να πολεμούν υπό διάφορες συνθήκες έφιπποι, καθώς και για τις κινήσεις τακτικής του ιππικού, πληροφορίες που μαρτυρούν τη σημασία των αλόγων για το στράτευμα, αλλά και την ενασχόληση των Βυζαντινών με την εκπαίδευση ίππων και ιππέων.


Αναφέρουμε εδώ μερικές λεπτομέρειες που μας παραδίδουν τα κείμενα, οι οποίες οπωσδήποτε ισχύουν όχι μόνο για το Βυζάντιο, αλλά και για άλλους πολιτισμούς: Σύμφωνα με ορισμένες οδηγίες, όταν άρχιζε η επίθεση του εχθρικού ιππικού, έπρεπε να βάλλουν με τα τόξα εναντίον των αλόγων του. Έπρεπε να σκάβουν στο έδαφος παγίδες, τους λεγόμενους «ιπποκλάστες», για να πέφτουν μέσα τα άλογα των αντιπάλων την ώρα της σύγκρουσης. Δεν επιτρεπόταν να ποτίζουν τα άλογα με άφθονο νερό, ώστε να μην το συνηθίζουν και να μπορούν να αντέχουν διψασμένα επί πολύ κατά τη διάρκεια της μάχης ή σε άνυδρες περιοχές. Συχνά, όταν αναγκάζονταν να αφήσουν πίσω τους τα ζώα, τους έκοβαν τους τένοντες των γονάτων («αγκυλοκοπείν»), για να τα αχρηστεύσουν ώστε να μην μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τον αντίπαλο.
Στον στρατό, εκτός από τα πολεμικά άλογα, τους «ίππους τραχείς και ευτόνους» ή «σελλάρια», ευρέως σε χρήση ήταν οι «ίπποι σαγματάριοι» τα «παρίππια», τα «παρασυρτά», τα «αδέστρατα», άλογα δηλαδή τα οποία μαζί με τα «μωλάρια» και τα «βορδώνια» χρησίμευαν κατά τη διάρκεια εκστρατειών για τη μεταφορά των εφοδίων. Υπήρχαν ειδικοί ιπποκόμοι, τα «παλληκάρια», οι «παίδες» ή οι «υπουργοί» των πηγών μας, που ήταν επιφορτισμένοι με τη φροντίδα των αλόγων γενικότερα και ακολουθούσαν τους πολεμιστές μαζί με τα υποζύγια.

Τα βασιλικά άλογα
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η παρουσίαση των προετοιμασιών που έπρεπε να γίνουν και των εφοδίων που έπρεπε να ετοιμαστούν, όταν επρόκειτο να εκστρατεύσει ο αυτοκράτορας, σε σύντομο έργο που συνέγραψε ο Κωνσταντίνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος (913-959). Εκεί αναφέρονται, μεταξύ των άλλων, τα «βασιλικά ιππάρια» και τα «παρασυρτά», τα οποία συχνά προορίζονταν για δώρα σε ξένους ηγεμόνες. Τα βασιλικά άλογα, όταν περιέρχονταν στον αυτοκρατορικό σταύλο, έπρεπε να είναι μεταξύ πέντε και επτά ετών. Σφραγίζονταν στα καπούλια και από τις δύο πλευρές και αμέσως ευνουχίζονταν, ώστε να είναι πιο πειθαρχημένα. Απαγορευόταν ρητώς να κατέχει οποιοσδήποτε άλογο με την «βασιλικήν βούλλαν». Επιφορτισμένοι με τη φροντίδα των βασιλικών αλόγων ήταν οι «στράτορες», ενώ επικεφαλής των αυτοκρατορικών σταύλων ήταν ο «κόμης των σταύλων».
Γενικότερα, το άλογο εθεωρείτο αντάξιο του αυτοκρατορικού κύρους και, βέβαια, των στρατιωτικών ηγετών. Πολλές είναι οι παραστάσεις που εμφανίζουν τον βασιλέα έφιππο, και πλήθος οι εικόνες των στρατιωτικών αγίων ως καβαλάρηδων.
Για την εκτροφή ίππων και άλλων υποζυγίων και τη διάθεσή τους στον στρατό, αλλά και το ταχυδρομείο, υπεύθυνος ήταν ο «λογοθέτης των αγελών». Εκτός όμως από τον οργανωμένο και σταθερό αυτόν τρόπο εξασφάλισης αλόγων από τα κρατικά ιπποφορβεία, υπήρχε και ο άλλος τρόπος, στον οποίο αναφερθήκαμε πιο πάνω σε σχέση με τη λειτουργία του ταχυδρομείου, και ο οποίος αντιστοιχούσε σε ένα είδος φορολογίας. Η Εκκλησία συχνά υποχρεωνόταν να διαθέτει υποζύγια στον στρατό. Δεν ήταν πάλι σπάνιες οι περιπτώσεις που καταβάλλονταν χρήματα αντί της διάθεσης ίππων. Ο εκάστοτε στρατηγός του Θέματος (επαρχία) ήταν επιφορτισμένος με τις ανάλογες ενέργειες, προκειμένου να συγκεντρωθεί από το Θέμα του ο προβλεπόμενος αριθμός ζώων.
Παράλληλα υπήρχε η υποχρέωση, κυρίως κατά τον 9ο και τον 10ο αιώνα, να προσέρχονται οι στρατιώτες του επαρχιακού (θεματικού) στρατού με τον οπλισμό και το άλογό τους στο στράτευμα. Μάλιστα, αν ήταν βαριά οπλισμένοι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις έπρεπε να διαθέτουν οι ίδιοι επιπλέον βοηθητικό άλογο και υπηρέτη. Οι υποχρεώσεις αυτές αποτελούσαν μεγάλο οικονομικό βάρος στον στρατιώτη αυτής της κατηγορίας, που όφειλε να εξοπλισθεί μόνος του.      
 
Αν μάλιστα συνέβαινε να φονευθεί το άλογό του στη μάχη ή λόγω τραυματισμού να μην είναι σε θέση να λάβει μέρος στην εκστρατεία, ο στρατιώτης έπρεπε να φροντίσει για την αντικατάστασή του. Κάτι τέτοιο αποτελούσε μια τόσο δυσβάστακτη οικονομική επιβάρυνση, ώστε συχνά σήμαινε την οικονομική καταστροφή του υποχρέου και, επιπλέον, τη μετακίνησή του από το ιππικό στο πεζικό.
Η τιμή των αλόγων στο Βυζάντιο, όπως ταιριάζει στη σημασία για τον άνθρωπο και την αξία που είχαν τα άλογα μέχρι ακόμη και πριν από περίπου έναν αιώνα, ήταν υψηλή. Οι πολεμικοί ίπποι κόστιζαν 15-20 χρυσά νομίσματα, όσο περίπου, σύμφωνα με υπολογισμούς, το ετήσιο κόστος διαβίωσης μιας τετραμελούς φτωχής οικογένειας στη βυζαντινή ύπαιθρο. Φυσικά ένα άλογο για αγροτικές εργασίες -ανάλογα βέβαια με την κατάστασή του- κόστιζε πολύ λιγότερο. Αντίστοιχα προς την αξία τους ήταν και τα έξοδα συντήρησής τους. Σώζεται συγκεκριμένη οδηγία, σύμφωνα με την οποία στα άλογα εργασίας και τα μουλάρια δινόταν «ταγή» κατά 1/3 μειωμένη σε σύγκριση με τα «σελλάρια».
Αρκετοί και ενδιαφέροντες είναι οι μεσαιωνικοί όροι που σχετίζονται με την ιπποσκευή. Ήδη στον 6ο αιώνα αναφέρονται σε βυζαντινή πηγή «σιδηρά πέταλα», τα οποία απαντούν αργότερα και ως «σεληναία», λόγω του σχήματος (μισοφέγγαρο) που έχουν. Γύρω στο έτος 600 εντοπίζεται σε βυζαντινό κείμενο μία από τις πρώτες μαρτυρίες για τη χρήση αναβολέα σε ευρωπαϊκό έδαφος – αναφέρεται ως σιδερένια «σκάλα». Οι σέλες είχαν «επισέλλια», «εμπροσθοκούρβια» και «οπισθοκούρβια», που το μέγεθός τους εξαρτιόταν από τον τύπο του αλόγου, και αυτός πάλι από το βάρος του οπλισμού του καβαλάρη και τον ρόλο του στη μάχη: ο «κατάφρακτος», π.χ., χρειαζόταν υψηλές αψίδες στη σέλα του, ώστε να στηρίζεται καλύτερα. Χαλινάρια, «καπίστρια», «λωρόσοκκα» (πέτσινοι σάκοι), «σελλοπούγγια» (σακίδια όπου μεταφέρονταν λίγα τρόφιμα), «πέδικλα» και «πτερνιστήρες», αναφέρονται συχνά στα κείμενα της εποχής. Διαθέτουμε επίσης πληροφορίες για τη θωράκιση των πολεμικών αλόγων, η οποία, ανάλογα με το στρατιωτικό σώμα στο οποίο ανήκε ο καβαλάρης, αποτελείτο από προστατευτικά στοιχεία του μετώπου, του στήθους και του τραχήλου, κατασκευασμένα από σίδερο ή από ανθεκτικό ύφασμα. Σε παρελάσεις και άλλες επίσημες ευκαιρίες τα άλογα στολίζονταν με φάλαρα και άλλα διακοσμητικά στοιχεία, ενώ, βέβαια, τα βασιλικά άλογα διέθεταν τα αντίστοιχα κοσμήματα.

  • Πηγή: «Βασίλειος Διγενής Ακρίτης», στ. Αλεξίου (εκδ.), Αθήνα, 1985
  • Βιβλιογραφία: Αnn Hyland, «The Medieval Warhorse from Byzantium to the Crusades», Dover, 1994.
    J.F. Haldon, «Constantine Porphyrogenitus Three Treatises on Imperial Military Expeditions», Vienna, 1990.
    Α.Η. Jones, «The Later Roman Empire, 284-602. A Social, Economic and Administrative Survey», Oxford 1964.
    Τ. Γ. Κόλιας, «Η πολεμική τεχνολογία των Βυζαντινών», Δωδώνη. Επιστημονική Επετηρίδα του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων 18 (τεύχος 1, 1989), σελ. 17-41.
    «Το άλογο στον βυζαντινό κόσμο», άρθρο του Ταξιάρχη Κόλια στο «7 Ημέρες» της «Καθημερινής», Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 2001.