Τετάρτη 24 Ιουνίου 2020

Ποιος είναι ο Νέος Άγιος της Εκκλησίας μας Μητροπολίτης Καλλίνικος

Ο Μακαριστός Μητροπολίτης κ.Καλλίνικος, [κατά κόσμον Δημήτριος Πούλος], Έλληνας Θεολόγος που διατέλεσε Μητροπολίτης Εδέσσης Πέλλης και Αλμωπίας, υπέρτιμος και έξαρχος Κεντρικής Μακεδονίας,
γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1919 στο ορεινό χωριό Σιταράλωνα της τότε επαρχίας Θέρμου στο νομό Αιτωλοακαρνανίας και πέθανε στις 7 Αυγούστου 1984, στην Αθήνα, από καρκίνο.

Μητροπολίτης Ἐδέσσης, μιά ῾῾ὁσία᾽᾽ μορφή

Καλλίνικος, ἕνας ἀσκητής Ἐπίσκοπος, μιά μεγάλη ἐκκλησιαστική μορφή, ἕνας εὐλογημένος καί χαρισματικός ἡγέτης, ἕνας διάφανος ἄνθρωπος, πού ἡ ζωή του ἦταν μιά ἔμπρακτη θεολογία. Ἕνας ἐσταυρωμένος καί ἀναστημένος Ἐπίσκοπος πού ἐκδαπανήθηκε χάριν τοῦ ποιμνίου του καί θυσιάσθηκε γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἕνας ἄρχοντας τῆς ἀγάπης πού μᾶς ἔδωσε τήν βεβαιότητα τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. Μιά μεταμορφωμένη ὕπαρξη πού ἔζησε τήν ὑπέρβαση τοῦ θανάτου καί κόσμησε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Στήν ἱερωσύνη εἰσῆλθε σέ ὥριμη ἡλικία μέ ἐπίγνωση τῆς ὑψηλῆς ἀποστολῆς του. Ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα τήν μοναχική καί ἡσυχαστική ζωή, γι’αὐτό καί ὑπῆρξε ἕνας ἀσκητής Ἐπίσκοπος.



Τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα, τό ἀσκητικό ἦθος, ὁ ἱεραποστολικός ζῆλος, ἡ ἀφιέρωσή του Μητροπολίτου Καλλινίκου στόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία, ὁ ἀναγεννητικός του λόγος καί τά κηρύγματά του, ἡ ὅλη ποιμαντική του διακονία, τήν ὁποία διῆλθε «μετά φόβου καί τρόμου», ἡ φιλοθεΐα καί ἡ φιλανθρωπία του, ἡ ἀντιμετώπιση τῆς ἀσθενείας του καί ἡ τέλεια ἐγκατάλειψη τοῦ ἑαυτοῦ του στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, προκαλοῦν ἀναμφίβολα μεγάλο θαυμασμό. Ἡ φράση πού εἶπε λίγο πρίν πεθάνη: «Εἶμαι ἁμαρτωλός Ἐπίσκοπος, ἀλλά ἀγαπῶ τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία» δείχνει τήν πνευματική του ἀτμόσφαιρα.

Η παρουσία τοῦ ὁποίου παραμένει ζωντανή καί μετά τόν θάνατό του, ἀλλά καί πολλοί Ἀρχιερεῖς, Κληρικοί καί λαϊκοί ὁμολογοῦν προφορικά καί γραπτά γιά τήν ἁγιότητά του. Τό δαιμόνιο πού ἔβγαλε μέ τήν προσευχή του, οἱ θαυματουργικές ἐπεμβάσεις σέ ἀρρώστους μετά τήν κοίμησή του φανερώνουν ὅτι δοξάσθηκε ἀπό τόν Θεό.

Τό βιβλίο Καλλίνικος, ἕνα συντετμημένο ἔργο, ἐπιτομή τοῦ τιμητικοῦ τόμου Κόσμημα τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι καρπός μαρτυρίας καί ὁμολογίας.

Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Ἐδέσσης Πέλλης καί Ἀλμωπίας Καλλίνικος ἦταν μιά ἐξαγιασμένη ὕπαρξη, πού ἔζησε ὁσιακά καί εἶχε ὁσιακό τέλος, πού συναγωνίζεται στήν ἄσκηση καί στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό τούς ἐρημίτες καί τούς ἀσκητές. Σέ ὅλη του τήν ζωή ἔδωσε καλές νίκες γιά τήν δόξα τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ καί ἀποδείχθηκε καλλίνικος μάρτυρας. Ὑπῆρξε, κατά κοινή ὁμολογία, ἕνας δημιουργικός καί ἀθόρυβος Ἱεράρχης πού, ἐνῶ ἔπραττε ἕνα ἀξιόλογο καί σπουδαῖο ἔργο, ἤθελε νά τό κρατᾶ στήν ἀφάνεια καί νά κρύπτη τόν ἑαυτό του.

Βιογραφία

Η καταγωγή της οικογένειας Πούλου είναι από το χωριό Πλάτανος της τότε επαρχίας Ναυπακτίας στο νομό Αιτωλοακαρνανίας. Γενάρχης της οικογένειας του Μητροπολίτη είναι ο Χαράλαμπος Πούλος, που γεννήθηκε το 1803, και είχε σύζυγο την Αργυρή. Πατέρας του Δημητρίου ήταν ο Γεώργιος Δημητρίου Πούλος, ο οποίος ασχολήθηκε με το εμπόριο και παντρεύτηκε την Αικατερίνη, μοναχοκόρη του ιερέα Αθανασίου Καρζιάκη, και εγκαταστάθηκε στα Σιταράλωνα. Ο Δημήτριος, που ήταν το τέταρτο από τα επτά παιδιά που απέκτησε η οικογένεια του Γεωργίου Πούλου και αδέλφια του ήταν ο Κωνσταντίνος, μετέπειτα Μητροπολίτης Διδυμοτείχου και Ορεστιάδος, η Ελένη, η Χαρίκλεια, ο Αθανάσιος, ο Ιωάννης και η Θωμαΐδα, έλαβε σωστή Εθνική και Ορθόδοξη Χριστιανική ανατροφή υπό την επίβλεψη του ιερέα παππού του.

Σπουδές

Ο Δημήτριος Πούλος παρακολούθησε τα μαθήματα του Δημοτικού σχολείου στη γενέτειρα του πλην της τελευταίας τάξεως που την ολοκλήρωσε στο ορεινό χωριό Δερβέκιστα, τη σημερινή Ανάληψη Θέρμου. Παρακολούθησε τα μαθήματα του Γυμνασίου στο Θέρμο, όπου και αποφοίτησε και υπήρξε άριστος μαθητής. Μετά την αποφοίτηση του αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του στη Θεολογία και το 1937, συμμετείχε με επιτυχία, στις εξετάσεις για την εισαγωγή του στη Θεολογική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε σε οικοτροφείο μαζί με άλλους συμφοιτητές του και είχε την αμέριστη οικονομική βοήθεια του Κωνσταντίνου, του μεγαλύτερου αδελφού του. Ήταν άριστος φοιτητής και το 1942 αποφοίτησε από τη Θεολογική σχολή με «Άριστα», ενώ αρνήθηκε υποτροφία για σπουδές στο εξωτερικό προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Ορθόδοξη εκκλησία.

Εθνική & Εκκλησιαστική δράση

Στις 31 Ιουλίου 1942, στη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα, διορίστηκε Γραμματέας στη Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας. Το 1946, μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος και την αναδιοργάνωση του Εθνικού στρατού, κλήθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία και στρατεύτηκε στα Λ.Ο.Κ., [Λόχοι Ορεινών Καταδρομών], την εποχή του συμμοριτοπόλεμου και ως στρατιώτης κήρυττε το λόγο της Ορθοδοξίας, εμψυχώνοντας τους στρατιώτες στο μέτωπο. Απολύθηκε από το Στρατό την 1η Απριλίου 1949, λίγους μήνες πριν τη συντριβή των ένοπλων συμμοριών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος από τον Εθνικό στρατό. Επιστρέφοντας στην πολιτική ζωή συνέχισε να εργάζεται ως Γραμματέας στη Μητρόπολη Αιτωλία και Ακαρνανίας, υπό τον Μητροπολίτη Ιερόθεο. Αυτή την περίοδο της ζωής του την αφιέρωσε στη δημιουργία και την λειτουργία των κατηχητικών σχολείων της Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας, στην οποία ήταν πρωτοσύγκελος ο αδελφός του, ο μετέπειτα Μητροπολίτης Διδυμοτείχου και Ορεστιάδας Κωνσταντίνος, στις καθημερινές δραστηριότητες του στα γραφεία της Μητροπόλεως καθώς και στην υπηρεσία του Μητροπολίτη Ιερόθεου, του οποίου ήταν λογογράφος και τον ακολουθούσε σε όλες τις περιοδείες του.

Το έργο του

Αρχικά ως λαϊκός και στη συνέχεια ως Κληρικός κήρυττε στους Ιερούς Ναούς, αλλά και στο Κέντρο Νεοσυλλέκτων Μεσολογγίου, όπου παρουσιάζονταν προς κατάταξη οι νέοι στρατιώτες. Από το 1950 έως το 1967 υπήρξε τακτικός συνεργάτης των εφημερίδων που εκδίδονταν στο Αγρίνιο και στο Μεσολόγγι, στις οποίες δημοσίευε άρθρα θεολογικού, κοινωνικού και εθνικού περιεχομένου. Από το 1960 ως το 1966, πραγματοποιούσε τακτικές ομιλίες από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Μεσολογγίου.
Το τέλος του

Τον Ιανουάριο του 1984, ο Καλλίνικος διαγνώστηκε με κακοήθη καρκινικό όγκο στο κεφάλι και έπρεπε να ταξιδέψει στην Αγγλία προκειμένου να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση και τα έξοδα της νοσηλείας του καλύφθηκαν από τους δικούς του ανθρώπους. Στις 23 Ιανουαρίου 1984, συνέταξε την διαθήκη του, στην οποία μεταξύ άλλων: «....επιθυμώ να ταφώ εις την Έδεσσαν, όπισθεν του Ιερού Ναού του Κοιμητηρίου… φέρετρον να χρησιμοποιηθεί απλούν και ταπεινόν, απλούς και απέριττος να είναι ο τάφος μου… ουδείς στέφανος να κατατεθεί... επικήδειοι να μην εκφωνηθούν.... ακίνητον περιουσίαν δεν έχω… χρήματα δεν έχω... η βιβλιοθήκη μου να μείνει εις την Ιεράν Μητρόπολιν... εκφράζω την βαθυτάτην ευγνωμοσύνην μου προς τους συνεργάτες μου και τους κατά σάρκα και πνεύμα αδελφούς μου δια παν ό,τι προσέφερον εις την ταπεινότητά μου. Ιδιαιτέρως ευχαριστώ τον αδελφόν μου Κωνσταντίνον με τον τίμιον ιδρώτα του οποίου εσπούδασα…».


Πηγή