Πέμπτη 28 Μαΐου 2020

Πως δημιουργήθηκε η Σαουδική Αραβία και ποια η σχέση της με τον σιωνισμό;


Ισραήλ και Σαουδική Αραβία αν και είναι δυο κράτη τόσο διαφορετικά, εν τούτοις έχουν τα ίδια πολιτικά συμφέροντα και τους ίδιους στόχους στην Μέση Ανατολή.
Ας εξηγήσουμε λοιπόν τι κρύβεται πίσω από αυτό, βοηθώντας έτσι στην καλύτερη κατανόηση των σημερινών διαδικασιών στην Μέση Ανατολή και γενικότερα στην παγκόσμια πολιτική.

Πολλοί πιστεύουν ότι το Ιράν είναι ο πρώτος κοινός εχθρός των δυο χωρών. Όμως η ιστορικής σημασίας συμμαχία μεταξύ των δυο αυτών κρατών ξεκινά το 1960, όταν η Σαουδική Αραβία χρηματοδότησε τον πόλεμο της Βρετανίας στην Βόρεια Υεμένη ενάντια στους επαναστάτες αντιβασιλικούς που είχαν αναλάβει την εξουσία στην Σαναά. Τότε ο Νάσερ της Αιγύπτου υποστήριζε τους αντιβασιλικούς, ενώ οι Βρετανοί ενθάρρυναν τους Σαουδάραβες να χρηματοδοτήσουν τους υποστηρικτές της προηγούμενης βασιλικής κυβέρνησης που είχε εκδιωχθεί από την εξουσία.

Το Ισραήλ βοήθησε τους πληρεξουσίους των Βρετανών και Σαουδαράβων αποστέλλοντας φορτία όπλων στην Βόρεια Υεμένη. Έτσι Ισραήλ και Σαουδική Αραβία συνδέθηκαν μεταξύ τους ήδη από το 1960 μέσω της Βρετανίας. Παρεμπιπτόντως και στον σημερινό πόλεμο της Υεμένης όπου η Σαουδική Αραβία προσπαθεί να αντιμετωπίσει τους πολιτοφύλακες Χούθι που την απειλούν, το Τελ Αβίβ παρέχει στο Ριάντ πολυποίκιλη στήριξη, κυρίως στο επίπεδο μυστικών υπηρεσιών.

Για να κατανοήσουμε όμως την προέλευση αυτής της κατά πολλούς πάρα φύση συμμαχίας θα πρέπει να ανατρέξουμε στην δεκαετία του 1920. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η απομάκρυνση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από την Αραβική Χερσόνησο είχαν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση στην περιοχή τριών σημαντικών προσωπικοτήτων: Του Ιμπν Ρασίντ στα βόρεια, του Χουσείν μπιν Αλί στα δυτικά και του Ιμπν Σάουντ στα ανατολικά. Ο Ιμπν Σάουντ που υποστηριζόταν από τους Βαχαμπιστές, την γνωστή αίρεση των μουσουλμάνων σουνιτών, πολέμησε τους Οθωμανούς το 1915 στο πλευρό των Βρετανών, όμως νικήθηκε από τις τουρκικές δυνάμεις της Αραβικής Χερσονήσου με αποτέλεσμα να παραλύσει στρατιωτικά.

Ο Ιμπν Ρασίντ υποστήριξε στον πόλεμο τους Τούρκους και σκοτώθηκε στο πεδίο μάχης. Ο Χουσείν μπιν Αλί πολέμησε όπως ο Ιμπν Σάουντ εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είχε όμως νικηφόρα αποτελέσματα και βοήθησε τους Βρετανούς να τερματίσουν την τουρκική παρουσία στην Αραβική Χερσόνησο. Οι Βρετανοί αναγνώρισαν στο πρόσωπο του Χουσείν μπιν Αλί έναν ισχυρό σύμμαχο και του υποσχέθηκαν την κατοχή σημαντικών εδαφών της Χερσονήσου, εδάφη που εκτείνονταν από την Λωρίδα της Γάζας έως τον Περσικό Κόλπο (υπάρχει σχετική αλληλογραφία μεταξύ του Henry McMahon, ανώτατου Βρετανού διπλωμάτη, και του Χουσείν μπιν Αλί).

Όταν τελείωσε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ο Χουσείν μπιν Αλί κάλεσε τους Βρετανούς να τηρήσουν την υπόσχεση τους. Ωστόσο οι Βρετανοί ήδη από το 1916 με την συμφωνία «Sykes-Picot» είχαν αποφασίσει να διαμελίσουν την Αραβική Χερσόνησο σε συνεργασία με την Γαλλία, δημιουργώντας κατά βούληση τεχνητά σύνορα. Στην συμφωνία Sykes-Picot προστέθηκε και η «Balfour Declaration», μια διακήρυξη που εκδόθηκε από την βρετανική κυβέρνηση το 1917 και δήλωνε την υποστήριξη της Βρετανίας στην δημιουργία εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη, όπου υπήρχε μια μικρή μειονότητα Εβραίων. Θυμίζουμε ότι η Διακήρυξη Balfour περιέχεται σε επιστολή που έστειλε ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Arthur Balfour στον Λόρδο Ρότσιλντ, ηγέτη της βρετανικής εβραϊκής κοινότητας, για να διαβιβαστεί στην Σιωνιστική Ομοσπονδία της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας (Zionist Federation of Great Britain and Ireland).

Ο σύμμαχος των Βρετανών στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο Χουσείν μπιν Αλί ήταν αντίθετος τόσο με την συμφωνία Sykes-Picot, όσο και με την Διακήρυξη Balfour και με την ίδρυση εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη. Οι Βρετανοί έστειλαν τον πράκτορα T.E Lawrence (τον γνωστό Λόρενς της Αραβίας) για να δωροδοκήσει και να πιέσει τον Χουσείν μπιν Αλί να δεχθεί τις αποικιακές προτάσεις των Βρετανών (οι Βρετανοί γνώριζαν ότι ο μπιν Αλί είχε την στρατιωτική δύναμη για να καθυστερήσει ή και να εξουδετερώσει τα ιμπεριαλιστικά σχέδια τους).

Ο Λόρενς πρόσφερε στον μπιν Αλί ετήσιο μισθό 100.000 λιρών για τις υπηρεσίες του στην Μεγάλη Βρετανία, ένα τεράστιο ποσό για εκείνη την εποχή. Όμως εκείνος του απάντησε ότι αρνείται να «πουλήσει την Παλαιστίνη στον βρετανικό σιωνισμό». Το αποτέλεσμα ήταν να πάψει η Βρετανία να υποστηρίζει τον Χουσείν μπιν Αλί και να βάλει στο γεωπολιτικό παιχνίδι της Αραβικής Χερσονήσου τον έως τότε στρατιωτικά παράλυτο Ιμπν Σάουντ και τους Βαχαμπιστές που τον υποστήριζαν.

Οι Βρετανοί από τις αρχές του 1920 άρχισαν να τροφοδοτούν με άφθονο χρήμα, με στρατιωτικούς συμβούλους και όπλα τον Ιμπν Σάουντ, τον προπάτορα της σημερινής μοναρχίας της Σαουδικής Αραβίας, διακόπτοντας κάθε συνεργασία και επαφή με τον Χουσείν μπιν Αλί. Το 1924 οι δυνάμεις του Ιμπν Σάουντ κατέλαβαν όλα τα προπύργια του μπιν Αλί στην Αραβική Χερσόνησο, Μέκκα, Μεδίνα και Ταίφ, και ο ίδιος εξορίστηκε στην Αίγυπτο. Τον Φεβρουάριο του 1925 η Βρετανία αναγνώρισε ως βασιλιά της «Σαουδικής» Αραβίας τον Ιμπν Σάουντ, ακολούθησαν μέσα σε λίγες εβδομάδες όλα τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Εννοείται ότι ο νέος βασιλιάς αναγνώρισε και την συμφωνία Sykes-Picot, αλλά και την Διακήρυξη Balfour.

Η Σαουδική Αραβία σήμερα θα ήταν μια εντελώς διαφορετική χώρα, προφανώς και με άλλο συνταγματικό περίβλημα, αν δεν είχε εγκρίνει την δημιουργία του εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη. Από την δεκαετία του 1920 εξυπηρετεί τα συμφέροντα της αποικιοκρατικής Βρετανίας, που μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αντικαταστάθηκαν από τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Η συμμαχία Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας, η συμμαχία μεταξύ δυο τόσο διαφοροποιημένων κρατών, δεν θα εκκολάπτονταν ούτε θα υφίστατο αν δεν υπήρχαν τα γεωπολιτικά σχέδια των Σιωνιστών.

Γ. Λιναρδής


Πηγή https://fotavgeia.blogspot.com/2018/10/blog-post_938.html