Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

Η Παναγία της «Γρίπης» που έσωσε τους κατοίκους σε Αγρίνιο και Μεσολόγγι

Μπορούμε να κάνουμε λιτανεία σε όλη την Ελλάδα;
 
σχόλιο Γ.Θ : Η λύση για την κάθε πανδημία όπως αυτή που προφήτευσαν οι Άγιοί μας, ότι θα προκύψει στην Τουρκία στα χρόνια του επερχόμενου μεγάλου πολέμου, ΔΕΝ είναι η αδιαφορία και ο ωχαδερφισμός αλλά η καταφυγή μας στην αγκαλιά της Εκκλησίας.
Ο Άγιος Παϊσιος έλεγε για τα χρόνια των Γεγονότων ότι ο κόσμος θα φοβηθεί και θα τρέχει στις Εκκλησίες. Έλεγε ότι αυτό θα φέρει την πολυπόθητη Μετάνοια στην Ελλάδα μας
 
«Της Ελλάδος απάσης συ προΐστασαι πρόμαχος και τερατουργός εξαισίων τη εκ Προύσσης εικόνι Σου, Πανάχραντε Παρθένε Μαριάμ»
Οκτώβριος 1918
Το Αγρίνιο δεν απαριθμεί περισσοτέρους από 15.000 κατοίκους.
Μία επάρατος νόσος, η γρίπη, έχει ενσκήψει και θερίζει,
κυριολεκτικώς, την πόλη και την γύρω περιοχή της. Δεν
υπάρχει οικογένεια που να μη θρηνεί  τα θύματά της. Φόβος
συνέχει τους κατοίκους όλης της περιοχής, γιατί η κατάσταση
δεν είναι καλύτερη στο Μεσολόγγι και στο Αιτωλικό.
Η επιστήμη φαίνεται ανίκανη να ανακόψει τη θανατερή πορεία της νόσου. Ο αριθμός των θανάτων μόνο μέσα στο Αγρίνιο φτάνει τον αριθμό των 40 έως 50 ημερησίως. Κανείς δεν
συνοδεύει πια τους νεκρούς, οι οποίοι μεταφέρονται με δίτροχα κάρα από αχθοφόρους στο νεκροταφείο, όπου μετά από μια σύντομη ευχή τους ιερέως, πολλές φορές δε και χωρίς
αυτήν, θάπτονται. Οι κάτοικοι όχι μόνον δεν επιμελούνται τους νεκρούς τους, αλλά και τους αποφεύγουν από τον φόβο της μεταδόσεως της ασθένειας.
Όλοι αποκαμωμένοι ψυχικά λες και περιμένουν με σταυρωμένα χέρια το μοιραίο. Καμιά ελπίδα από πουθενά δεν φαίνεται. Δεν μένει άλλο καταφύγιο από την πίστη. Αλλά και αυτή κάποτε μπρος στο αδιάκοπο θανατικό κλονίζεται σε πολλούς. Μα μέσα σ’ αυτήν την παραζάλη της απελπισίας, που συνέχει όλους, υπάρχουν και μερικοί γέροντες που θυμούνται.
Η μνήμη τους ξαναγυρίζει 64 χρόνια πίσω, στο 1854. Θυμούνται ότι και τότε μια άλλη επάρατος νόσος, η χολέρα, είχε ενσκήψει στην πόλη του Αγρινίου και είχε αποδεκατίσει τον πληθυσμό της. Και θυμούνται τότε το θαύμα της Παναγίας της Προυσιώτισσας.
Η «σανίς σωτηρίας» είχε βρεθεί. Ήταν η πίστη στην προστασία της Παναγίας της Προυσιώτισσας. Στο θαύμα της Μεγαλόχαρης. Όταν οι γέροντες το είπαν, όλοι ζήτησαν να
μεταφερθή η εικόνα της. Όλοι αυτομάτως πια ήταν βέβαιοι ότι, όταν η εικόνα της Προυσιώτισσας θα ερχόταν στο Αγρίνιο, η πόλη θα απαλλασσόταν από την τραγική δοκιμασία.
Μα κανένας δεν αποφασίζει, δεν τολμάει να πάει  στο Μοναστήρι, στον Προυσσό, για να μεταφέρει  την παράκληση της πόλης στον Ηγούμενο. Ένας φόβος για την περίπτωση αυτή
συνέχει όλους.
Πιστεύουν ότι το θανατικό της γρίπης ήταν μια δοκιμασία εξαγνισμού που την έστειλε η Θεία Βουλή στον «παραστρατημένο» λαό.
 Γι’ αυτό και φοβούνται να πάνε στο Μοναστήρι, μήπως η Θεία «οργή» ξεσπάσει  στους απεσταλμένους.
Ολόκληρη κίνηση έγινε τότε για να συγκροτηθεί  μια αντιπροσωπευτική επιτροπή, που θα μετέβαινε στην Ναύπακτο, για να ζητήσει  από τον τότε Μητροπολίτη Αμβρόσιο την άδεια
μεταφοράς της Εικόνας και εν συνεχεία θα ανέβαινε στο Μοναστήρι, για να συνοδεύσει  την θαυματουργό Προυσιώτισσα στην πόλη.
Τελικώς έγινε μια τριμελής επιτροπή, αλλά εντός της ίδιας ημέρας τα μέλη της παραιτήθηκαν, για να γίνει άλλη την επομένη και να παρουσιασθεί  εμπρός στην ασκητική μορφή του Μητροπολίτου Ναυπάκτου Αμβροσίου, μεταφέροντας την παράκληση της πόλης.
Με την ευλογία του Αμβροσίου και με το σχετικό έγγραφο της άδειας στα χέρια η επιτροπή αφήνει την Μητρόπολη. Η άδεια έχει δοθεί . Μα τα λόγια του Δεσπότη, παρά την τελική
ευλογία του, στριφογυρίζουν καυτερά στην ψυχή και στην σκέψη.
Τα βήματά τους σέρνονται όχι προς το Αγρίνιο, αλλά προς την παραλία της Ναυπάκτου. Εκεί καθισμένοι στο μουράγιο, αμίλητοι, κάνουν αυτοκριτική.
Είναι, άραγε, άξιοι να παρουσιαστούν μπροστά στην θαυματουργό Εικόνα; Αμαρτωλοί αυτοί, πρεσβεία αμαρτωλών;
Ο Μητροπολίτης επέτρεψε, αλλά θα ευδοκήσει , θα δώσει  συγχώρεση και η Παναγία; Αυτές οι σκέψεις τους βασανίζουν στις ώρες της σιωπής.
Ύστερα από μια κοπιώδη πορεία η επιτροπή-πρεσβεία, κατά το δειλινό της 22ας Οκτωβρίου, έφτανε στο Μοναστήρι, στον Προυσσό.
Γονατιστοί μπροστά στην Θαυματουργό Εικόνα οι τρεις πρεσβύτες ευχαριστούν που τους αξίωσε να φτάσουν ως εκεί και προσεύχονται.
Σε λίγο το Μοναστήρι παρουσιάζει εικόνα συναγερμού ικεσίας. Οι Πατέρες μαζεμένοι όλοι στην εκκλησία, με τον Κωνσταντίνο Καθηγούμενο, αναπέμπουν Παράκληση στην Θεομήτορα, ενώ τα πρόσωπα των Αγρινιωτών, που εξακολουθούν να είναι γονατιστοί μπροστά στην Εικόνα, τα αυλακώνουν τα δάκρυα.
Είναι τα δάκρυα της μετανοίας.
Το άλλο πρωΐ γίνεται Δοξολογία και το βράδυ ολονύκτια Παράκληση.
Η προετοιμασία για την μεταφορά της Εικόνας έχει αρχίσει το πρωΐ της 24ης Οκτωβρίου, μετά τον Όρθρο σχηματίζεται η πομπή και η Ιερά Θεωρία ξεκινάει…
Εν τω μεταξύ στο Αγρίνιο έχουν ειδοποιηθεί .
Από την πόλη και τα γύρω χιλιάδες οι πιστοί μετά την Παράκληση στην Μητρόπολη ξεκινάνε σε μια ολονύκτια πορεία μέσα στα βουνά.
Τραβάνε όλοι με συντριβή και μετάνοια τόση που μεταρσιώνει προς τα Αραποκέφαλα, για να προϋπαντήσουν την Μεγαλόχαρη, την μόνη ελπίδα της σωτηρίας που τους απόμενε. Λιτανεία ψυχών είναι η πορεία τούτη με την ολονύκτια προσευχή.
Το ίδιο πρωΐ οι χιλιάδες αυτές των πιστών συναντώνται με την θρησκευτική πομπή που φέρνει την Θαυματουργό Εικόνα πάνω σε μια από τις ψηλότερες κορφές των Αραποκέφαλων.
Οι στιγμές αυτές, όπως τις περιγράφουν οι επιζώντες ακόμα
γέροντες, είναι ασύλληπτες από την φαντασία σε κατάνυξη.
 Εκεί γίνεται η πρώτη μεγάλη Δέηση. Δέησις εις το όρος.
 Σε πέντε χιλιάδες υπολογίσθηκαν οι Χριστιανοί, που γονυπετείς γέμισαν τα γύρω φαράγγια και με δάκρυα μετανοίας πραγματικής παρακολούθησαν την  Δέηση στην Παναγία.
Και μετά από αυτήν ξαναρχίζει η πορεία.