Παρασκευή 7 Ιουνίου 2019

Συγκλονιστικές Μαρτυρίες. ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΑΙΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥ






Ο πλανεμένος αναχωρητής

ΚΑΠΟΙΟΣ αναχωρητής, από αμάθεια πιο πολύ, δεν ήθελε να παραδεχθεί πώς ο άγιος "Άρτος πού μεταλαμβάνουμε εΙναι το Σώμα του Κυρίου.
Οι γέροντες της Σκήτης, όταν το έμαθαν, τον κάλεσαν και τον κατήχησαν με την ορθή διδασκαλία της 'Εκκλησίας για τα άχραντα Μυστήρια.
Εκείνος όμως επέμενε στην πλάνη του. οι πατέρες τον άφησαν, αλλά προσευχήθηκαν νά τον φωτίσει ο Θεός, ώστε νά καταλάβει την αλήθεια.
Μία Κυριακή ο αναχωρητής συμμετείχε στη θεία λειτουργία από το άγιο βήμα του ναού της Σκήτης...
Τη στιγμή πού ο ιερέας πήρε στα χέρια του το πρόσφορο για νά προσκομίσει, ο πλανεμένος μοναχός είδε κατάπληκτος
ένα βρέφος ξαπλωμένο πάνω στην άγία τράπεζα. Κι όταν άρχισε να διαμελίζει τον Άρτο φάνηκε άγιος άγγελος από το θυσιαστήριο κρατώντας ατό χέρι του ένα μαχαίρι.
Συγχρόνως με τον ιερέα διαμέλισε κι Αυτός το θείο Βρέφος κι έχυσε το Αίμα Του ατό άγιο Ποτήριο. Ο αναχωρητής ταράχθηκε.
Μα ύστερα από λίγο, όταν πήγε νά κοινωνήσει, συνέβη κάτι πιο φοβερό.
Είδε μέσα ατό άγιο Ποτήριο ανθρώπινη σάρκα βαμμένη στο αίμα.
Κλαίγοντας τότε ομολόγησε την πλάνη του και παρακάλεσε τον Κύριο νά σκεπάσει με τη χάρη Του τα θεία Μυστήρια, για νά τολμήσει να κοινωνήσει.
Πραγματικά, μέσα ατό άγιο Ποτήριο είδε πάλι ψωμί και κρασί, από τα όποία μετάλαβε ευχαριστώντας το Θεό.

Ο δύσπιστος μοναχός

ΕΝΑΣ μοναχός πάλευε με λογισμούς αμφιβολίας, για το αν τα τίμια Δώρα είναι πραγματικά Σώμα
και Αίμα Χριστού ή άπλά σύμβολα και τύποι.
Οι άλλοι μοναχοί, όταν ενημερώθηκαν σχετικά, τον κάλεσαν σε μία θεία λειτουργία, στη διάρκεια της όποίας προσεύχονταν όλοι θερμά νά του δείξει ο Θεός με θαύμα την αλήθεια, για νά διώξει τούς λογισμούς της απιστίας.
Μετά την απόλυση, ο αδελφός Αυτός διηγήθηκε στους άλλους τα έξης:
«Όταν ο διάκονος ανέβηκε στον άμβωνα για νά διαβάσει το Ευαγγέλιο, είδα ν' ανοίγει ή στέγη της εκκλησίας.
Μετά την ευχή της προσκομιδής, είδα να σχίζονται οι ουρανοί και νά κατεβαίνει φωτιά πάνω στα τίμια Δώρα.
'Ύστερα παρουσιάστηκε πλήθος αγγέλων κι ανάμεσά τους ένα Παιδί.
Μαζί τους κατέβηκαν άλλα δύο πρόσωπα με ομορφιά απερίγραπτη.
Κατόπι ν οι άγγελοι στάθηκαν κυκλικά γύρω από την άγία τράπεζα, ενώ το Βρέφος ενθρονίστηκε πάνω α' αυτήν.
Όταν πλησίασαν οι ιερείς για νά τεμαχίσουν τον άρτο της προθέσεως, είδα εκείνα τα δύο πρόσωπα νά πιάνουν το Παιδί από τα χέρια και τα πόδια, και μ' ένα μαχαίρι νά το σφάζουν, χύνοντας το αίμα Του ατό άγιο Ποτήριο.
Στη συνέχεια έκοψαν το Σώμα του σε μικρές μερίδες, πού τις τοποθέτησαν πάνω στά τεμάχια των άρτων.
Αμέσως τότε οι άρτοι μεταβλήθηκαν κι αυτοί σε σάρκα.
"Στο «Μετά φόβου...», στους αδελφούς πού πλησίαζαν, προσφέρονταν κομμάτια από σάρκα. Μόλις όμως έλεγαν «αμήν», γινόταν άρτος στα χέρια τους.
όταν πλησίασα κι εγώ, μου δόθηκε σάρκα και δεν μπορούσα νά μεταλάβω.
Τότε ένιωσα μία φωνή νά ψιθυρίζει στ' αυτί μου:
Άνθρωπε, γιατί δεν μεταλαμβάνεις; δεν σου προσφέρεται αυτό ακριβώς πού ζήτησες;
Λυπήσου με, Κύριε. δεν μπορώ νά μεταλάβω σάρκα.
Μάθε λοιπόν πώς, αν μπορούσε ο άνθρωπος νά μεταλά6ει καθαρή σάρκα, τότε μέσα στο άγιο ποτήριο θα υπήρχε σάρκα, όπως την είδες εσύ.
Επειδή όμως δεν μπορεί νά μεταλάβει κάτι τέτοιο, όρισε ο Θεός τούς άρτους της προθέσεως.
Αν λοιπόν πίστεψες ότι ο αγιασμένος αυτός" Άρτος είναι το ίδιο το Σώμα του Χριστού, μετάλαβε αυτό πού έχεις στο χέρι σου!
Πιστεύω, Κύριε, απάντησα τότε συντριμμένος.
Αμέσως ή σάρκα πού κρατούσα έγινε πάλι Άρτος. Ευχαρίστησα το Θεό και κοινώνησα.
Αφού τελείωσε ή ιερή μυσταγωγία, είδα ν' ανοίγει πάλι ή στέγη του ναού και ν` ανεβαίνουν οι Αγγελικές δυνάμεις στον ουρανό.

Ή θεόσαρκη μερίδα

ΔΩΔΕΚΑ μίλια έξω από τη Δαμασκό ασκήτευε ένας στυλίτης.
Κάποτε σκανδαλίστηκε μ' έναν ιερέα της πόλης, για τον όποίο πληροφορήθηκε πώς έπεφτε σε σαρκική αμαρτία.
σε λίγες μέρες ο ιερέας αυτός έτυχε νά πάει νά λειτουργήσει στο μοναστήρι, όπου βρισκόταν και ο στύλος του ασκητή.
Την ώρα του κοινωνικού, ο στυλίτης κατέβασε σ' ένα καλάθι το άγιο Ποτήριο πού είχε μαζί του, και μέσα σ' αυτό του έβαλαν τα άχραντα Μυστήρια.
Όταν όμως ανέβασε πάνω την θεία Κοινωνία, δίσταζε νά μεταλάβει.
Έφερνε στο νου του την κατηγορία πού είχε ακούσει για τον λειτουργό ιερέα, και συλλογιζόταν:
Άραγε, έχει αγιαστεί αυτή ή μερίδα;
Επιφοίτησε σ' αύτή το άγιο Πνεύμα ή εμπόδισε τον ερχομό Του ή αμαρτία του λειτουργού;
'Έτσι όπως είμαι σκανδαλισμένος με τον ιερέα, πρέπει νά μεταλάβω ή όχι;".
Ενώ συλλογιζόταν αυτά, ο Θεός οικονόμησε νά συμβεί κάτι φρικτό, για νά πληροφορηθεί ο
στυλίτης και συνάμα νά στηριχθεί κάθε χριστιανική ψυχή.
Την ώρα πού τεμαχιζόταν το πανάγιο Σώμα, πριν τη μετάληψη του λαού, μία μερίδα κύλησε από το δισκάριο κι έπεσε στην άγία τράπεζα, όπου μεταβλήθηκε σε σάρκα μπροστά ατά μάτια όλων όσων βρίσκονταν εκεί.
Ό λειτουργός, θαμπωμένος, δοκίμασε ν' ακουμπήσει και νά ψηλαφίσει την άγία μερίδα.
Μόλις όμως την άγγιξε, εκείνη κόλλησε ατό δάχτυλό του σαν ζωντανή, φρεσκοσφαγμένη σάρκα. και καθώς τράβηξε το χέρι του, υψώθηκε και ή άγία μερίδα κολλημένη στο δάχτύλο.
Αμέσως έσταξαν τρεις σταγόνες Αίμα στην άγία τράπεζα, πού πότισαν το πρώτο και δεύτερο κάλυμμα κι έφτασαν μέχρι το μάρμαρο.
'Όταν πληροφορήθηκε ο στυλίτης το θαυμαστό γεγονός, μετάλαβε με φόβο και τρόμο την άγία μερίδα πού του είχαν στείλει, και ομολόγησε σ' όλους τη δυσπιστία του.
Ό όσιος Αναστάσιος ο Σιναίτης, πού διηγήθηκε τη θαυμαστή αυτή ιστορία, υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας του θαύματος.
Αξιώθηκε νά δει, νά προσκυνήσει και νά πάρει μαζί του ένα κομμάτι από τη θεόσαρκη μερίδα.
Κάποτε βρέθηκε στα 'Ιεροσόλυμα, όπου συνάντησε ένα δαιμονισμένο.
με αδίσταχτη πίστη του κρέμασε ατό λαιμό, μέσα σε σακουλάκι, την άγία μερίδα, και σε μερικές μέρες ο ασθενής είχε θεραπευθεί.