Σάββατο 15 Ιουνίου 2019

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Θουκυδίδης

Κάποτε η γενική μόρφωση ήταν συνώνυμη της κλασικής παιδείας. Κάποτε οι πολιτικοί ήσαν μορφωμένοι. Είχαν κλασική παιδεία με άλλα λόγια.
Αυτό το «κάποτε» δεν είναι και τόσο μακρινό. Εντάσσεται στη σύγχρονη εποχή. Οπως έγραψε κάποτε ο Αγγλος ελληνιστής Ρόμπερτ Νοξ, ώς τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τα κλασικά γράμματα ήταν το απαραίτητο διαβατήριο για όσους ήθελαν να βρουν μια θέση στη δημόσια διοίκηση. Ο ίδιος, αν δεν κάνω λάθος, έγραψε ότι στα λεωφορεία του Λονδίνου υπήρχαν αφίσες με χωρία από τον Θουκυδίδη για να ενθαρρύνουν τους στρατιώτες που έφευγαν για τα χαρακώματα του Α΄ Παγκόσμιου. Και όπως έγραψε η Γιουρσενάρ, ώς τη γενιά της, τα κλασικά γράμματα ήσαν το κύτταρο της συλλογικής ευαισθησίας. Η σημερινή παιδεία τα αντιμετωπίζει σαν μια πολιτισμική υποχρέωση την οποία κάνει ό,τι μπορεί για να ελαφρύνει.

Στους καιρούς του πολιτισμικού σχετικισμού που ζούμε οι Ελληνες και οι Λατίνοι κλασικοί βαραίνουν μυαλά που επιθυμούν να απελευθερωθούν από τους περιορισμούς τους για να ζήσουν σ’ έναν κόσμο χωρίς σύνορα, και χωρίς τις ιεραρχίες που καταθέτει η σκέψη και η δημιουργία στο ανθρώπινο σύμπαν. Τα έχουν πια στα χέρια τους μόνον οι ειδικοί επιστήμονες.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεν ήταν ούτε φιλόλογος ούτε ιστορικός. Ηταν πολιτικός, ένας πολιτικός που σημάδεψε τη μοίρα της σύγχρονης Ελλάδας. Δεδομένων δε των ιστορικών περιστάσεων δεν πρέπει να του περίσσευε και πολύς χρόνος. Το λέω αυτό επειδή κάποιοι σημερινοί ομότεχνοί του σου λένε πως αγαπούν το διάβασμα, όμως δεν έχουν καιρό να διαβάσουν. Το κινητό τους δεν σταματάει να χτυπάει, τα ραντεβού είναι απανωτά, και τα τηλεοπτικά πάνελ υποχρεωτικά. Πριν από μερικά χρόνια κάποιοι θεώρησαν ότι είναι τόσο σπουδαίο γεγονός ότι οι βουλευτές διαβάζουν ένα βιβλίο τον χρόνο, ώστε να οργανώνουν εκθέσεις στη Στοά του Βιβλίου με το ένα και μοναδικό βιβλίο που διάβασαν. Υπάρχουν οι εξαιρέσεις. Προ καιρού ένας πολιτικός μού είχε εξομολογηθεί ότι διαβάζει τη βιογραφία του Περικλή από τον Αζουλέ (εκδόσεις Πόλις) για να δει πώς συμπεριφέρθηκε σε συνθήκες δημοκρατίας ένας ηγέτης που προερχόταν από μεγάλη οικογένεια. Τότε αποφάσισα πως θα τον ψηφίσω. Κατά τα λοιπά το συμπέρασμα είναι μάλλον συντριπτικό: η απόσταση που χωρίζει τον Βενιζέλο από την ποιότητα της σημερινής πολιτικής τάξης είναι μεγαλύτερη απ’ αυτήν που χώριζε τον Βενιζέλο από τον Περικλή.

Σκέψεις αναπόφευκτες όταν έχεις μπροστά σου τη μετάφραση του Θουκυδίδη από τον Ελευθέριο Βενιζέλο (εκδόσεις Μεταίχμιο). Ηξερε τους κλασικούς του, διάβαζε λογοτεχνία και μπορούσε να απαγγέλλει Σοφοκλή από στήθους. Τη μετάφραση του Θουκυδίδη τη χρωστάμε στον καιρό της αυτοεξορίας του στο Παρίσι, μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών και την ήττα του στις εκλογές. Ευεργετική η εξορία. Και ο ίδιος ο Θουκυδίδης είχε καταδικασθεί σε ισόβια εξορία επειδή δεν πρόλαβε να σώσει την Αμφίπολη από τον Σπαρτιάτη Βρασίδα. Λέγεται δε ότι και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής διάβασε τον Θουκυδίδη όσο έζησε αυτοεξόριστος στο Παρίσι.

Ο Βενιζέλος δεν ήταν φιλόλογος. Και σ’ αυτό νομίζω ότι οφείλεται ένα μεγάλο μέρος της γοητείας της μετάφρασής του. Δεν έχει τα συμπλέγματα, ούτε τις αναστολές του ειδικού που φοβάται μη χάσει την απόδοση μιας μετοχής. Διαβάζεις τη μετάφραση κι είναι σαν να ακούς κάποιον να σου διαβάζει δυνατά τον Θουκυδίδη και να τον μεταφέρει στη δική του γλώσσα. Απέδωσε τα ελληνικά του Θουκυδίδη στα δικά του ελληνικά. Σήμερα αυτά τα ελληνικά εμείς τα αποκαλούμε «απλή καθαρεύουσα». Τα έχουμε απομακρύνει από τον γλωσσικό μας ορίζοντα ως ξεπερασμένα, «τεχνητά» και δεν ξέρω τι άλλο. Στην πραγματικότητα είναι η λόγια ελληνική, μια γλώσσα που οι εκφραστικές της δυνατότητες της επιτρέπουν να συνομιλεί επί ίσοις όροις με τον Θουκυδίδη. Η απόδοση του Θουκυδίδη από τον Βενιζέλο είναι ένα από τα λογοτεχνικά μνημεία της σύγχρονης Ελλάδας.

Ο Θουκυδίδης δεν είναι οδηγός do it yourself. Είναι ανατόμος που σου δίνει τα διανοητικά εργαλεία για να κρίνεις τα φαινόμενα του ανθρώπινου σύμπαντος. «…εφόσον η ανθρώπινη φύσις μένει ίδια…» όπως γράφει ο ίδιος (Βιβλίο Γ΄, 82). Διαβάζοντάς τον αντιλαμβάνεσαι ότι ο άνθρωπος του 2019 δεν είναι διαφορετικός από τον άνθρωπο του 415 π.Χ. Με μία διαφορά. Ο άνθρωπος του 2019 πιστεύει ότι είναι καλύτερος επειδή έχει την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να αλλάξει τη φύση του.

Πηγή