Πέμπτη 21 Μαρτίου 2019

Μάθε να προσαρμόζεσαι: Η Βυζαντινή Τέχνη του Πολέμου (Μέρος Γ’)



Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος


Ο πόλεμος, όπως κάθε σχεδόν ανθρώπινη δραστηριότητα, δεν είναι στατικός στην φύση του. Εμπλέκοντας και την τελευταία ικμάδα στρατηγικής επινοητικότητας, όπως και μοναδικές συνθήκες αριθμών, όπλων, καιρικών συνθηκών, εδάφους και πολιτικών στόχων, αποτελεί πεδίο σε μόνιμη κατάσταση μεταλλάξεων και εκπλήξεων. Δεν υπάρχουν δύο ίδιες μάχες και δύο ίδιοι πόλεμοι, όσο και εάν μπορούν να παρατηρηθούν συναφή μοτίβα και να εξαχθούν γενικοί κανόνες και «πακέτα» οδηγιών.

Από τους πιο σημαντικούς παράγοντες για τις συνθήκες της μάχης είναι, προφανώς, ο ίδιος ο εχθρός. Ποιος είναι ο εξοπλισμός και το τεχνολογικό του επίπεδο, ποια η κουλτούρα του, ποιες οι αδυναμίας και τα πλεονεκτήματα του; Αυτά τα ερωτήματα γυρίζουν μέσα στο μυαλό του προνοητικού στρατηγού και των πολιτικών προϊσταμένων του. Ο τακτικός στρατός ενός κράτους που διεξάγει συμβατικό πόλεμο θα αντιμετωπιστεί πολύ διαφορετικά από ένα σώμα ανταρτών του βουνού, μία ομάδα μισθοφόρων ή έναν βομβιστή αυτοκτονίας. Σήμερα, οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν στις αντι-ανταρτικές τους επιχειρήσεις μεγάλο αιρθμό μέσων όπως ελικόπτερα και ελικοφόρα αεροσκάφη, τα οποία θα εξολοθρεύονταν εντός λεπτών αν αναπτύσσοντο ενάντια σε μια σύγχρονη δύναμη. Οι Πορτογάλοι έκαναν εκτεταμένη (και επιτυχημένη) χρήση εφίππων τμημάτων στις ζούγκλες της Ανγκόλα κυνηγώντας αντάρτες, ενώ το ιππικό είχε απαξιωθεί δεκαετίες πριν. Στον πόλεμο των χαρακωμάτων οι Ευρωπαίοι στρατιώτες άφησαν τα μεγάλα και δύσχρηστα τουφέκια και έπιασαν τα πιστόλια, τα φτυάρια και τις χειροβομβίδες, φορώντας κράνη και μεταλλικούς θώρακες βγαλμένους από την εποχή των ιπποτών. Ένας επαγγελματίας στρατιώτης και αξιωματικός δρα υπό διαφορετικό κώδικα δεοντολογίας και τακτικής από ότι ένας αντάρτης ή τρομοκράτης. Κατά τους αδιακόπους πολέμους που μάτωσαν την Ιταλία την εποχή της Αναγεννήσεως, οι μισθοφορικοί στρατοί έτειναν να εμπλέκονται σε μάχες προσεκτικά και να προτιμούν τη διαπραγμάτευση από το ρίσκο μίας ολοκληρωτικής ήττας-πάνω από όλα τους ένοιαζε να επιβιώσουν και να πληρωθούν. Όταν όμως ενεπλάκησαν οι κρατικοί στρατοί της Γαλλίας και της Ισπανίας, μάχονταν με αντικείμενο την επίτευξη πολιτικών στόχων, συνεπώς η στάση τους ήταν πιο άκαμπτη και ολοκληρωτική. Ακόμη και οι προσωπικές τάσεις, εμμονές, ανασφάλειες και φιλοδοξίες του στρατηγού επιτάσσουν εξατομικευμένη προσέγγιση.

Τα βυζαντινά στρατιωτικά εγχειρίδια παροτρύνουν τον στρατηγό να προσαρμόζει τη δράση του σύμφωνα με τις εκάστοτε συνθήκες (αρμόζεσθαι τοις αναφυομένοις), ώστε να παραμένει απρόβλεπτος και να αιφνιδιάζει τον εχθρό. Η στρατιωτική θεωρία δεν μπορεί να προβλέψει τα πάντα, ενώ μία τακτική διαρκώς επαναλαμβανόμενη θα γίνει γνωστή στον εχθρό, που θα την αποφύγει ή θα αναπτύξει αντίμετρα. Αντιστοίχως, η διαφορετική ηθική-ψυχολογική κατάσταση του εχθρού πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν. Αν είναι τολμηροί και θαρραλέοι, να παρασύρονται σε παγίδα, π.χ. με προσποιητή υποχώρηση. Αν είναι δειλοί, να μην αφήνονται στιγμή σε ησυχία, αλλά με αδιάκοπες επιθέσεις να σπάσει η ψυχραιμία και η θέληση τους για μάχη.

Ο Ρωμαίος στρατηλάτης είχε στην φαρέτρα του διαφορετικές τακτικές και αντίμετρα, ανάλογα με το τι στρατό είχε απέναντι του. Το βαρύ ιππικό των Νορμανδών, οι αεικίνητοι ιπποτοξότες της Στέππας και το ελαφρύ πεζικό των Σλάβων δεν μπορούσαν να εξουδετερωθούν με τον ίδιο τρόπο. Πληροφορίες για τις ρωμαϊκές τεχνικές μάχης ανά αντίπαλο μας δίνουν οι ιστορικές περιγραφές μαχών αλλά και βιβλία όπως το «Στρατηγικόν» του αυτοκράτορος Μαυρικίου. Παρακάτω θα δούμε ορισμένα παραδείγματα.

Οι συχνές αραβικές επιδρομές στα μικρασιατικά εδάφη κατά προτίμηση δεν αντιμετωπίζονταν με την εμφάνιση τους, αλλά όταν αποσύροντο. Οι μουσουλμάνοι συνήθως είχαν στόχο την λαφυραγωγία και την παράλυση των οικονομικών (αγροτικών) δτραστηριοτήτων, ενώ δεν είχαν μαζί τους πολιορκητικές μηχανές άρα δεν απειλούσαν τις τειχισμένες πόλεις. Οι τοπικοί θεματικοί στρατοί εκκένωναν τους χωρικούς και παρακολουθούσαν τον εισβολέα διακριτικά, προσπαθώντας με ενέδρες να καταστρέφουν μικρά τμήματα του. Όταν οι Άραβες, φορτωμένοι με λάφυρα και αιχμαλώτους-συνεπώς έχοντας χάσει τη μεγάλη ευελιξία που τους έδινε το πολυάριθμο ιππικό τους-γυρνούσαν στην πατρίδα τους, οι Ρωμαίοι τους έστηναν ενέδρες σε ορεινά περάσματα με στόχο να τους παγιδεύσουν και να τους εξοντώσουν εκεί. Προτιμάτο ειδικά αυτές οι επιχειρήσεις να γίνονταν σε συνθήκες κακοκαιρίας, αφού οι Άραβες δεν ήταν μαθημένοι στο κρύο. Η μεγάλη αγάπη των μουσουλμάνων ιππέων για τα (πανάκριβα) άλογα τους έκανε τους Ρωμαίους να στοχεύουν εκείνα περισσότερο παρά τον αναβάτη, οπότε συχνά οι Άραβες προτιμούσαν να υποχωρήσουν παρά να διακινδυνεύσουν οι ίπποι τους. Γενικά το ρωμαϊκό ιππικό και πεζικό υπερείχαν σε εξοπλισμό και πειθαρχία, όμως αυτό δε σήμαινε πως οι Άραβες ήταν εύκολος εχθρός. Αντιθέτως, επί αιώνες υπήρξαν τεράστια απειλή για την αυτοκρατορία, προκαλώντας της μεγάλες ήττες.

Οι νομαδικοί λαοί, όπως οι Τούρκοι και οι Πετσενέγκοι, συγκροτούσαν στρατεύματα αποτελούμενα σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν από ιππικό, κυρίως ελαφρά θωρακισμένους τοξότες. Αυτό τους έδινε πολύ μεγάλη ταχύτητα και ευελιξία, που σήμαινε πως ήταν πολύ δύσκολο για το ρωμαϊκό στρατό να τους καταδιώξει και να τους αναγκάσει να δώσουν μάχη εκ του συστάδην. Οι νομάδες ήταν δεξιοτέχνες της προσποιητής υποχωρήσεως, παρασύροντας το αντίπαλο ιππικό σε καταδίωξη, ώσπου από την ταχύτητα να χαλαρώσει η συνοχή του και να αποκοπεί από το φίλιο στράτευμα. Τότε οι νομάδες ιπποτοξότες ανέστρεφαν τα σώματα τους και τόξευαν προς τα πίσω (τεχνική παρθικού ή σκυθικού βέλους), ενώ άλλες δυνάμεις αντεπιτίθεντο και συνέτριβαν τον εχθρό. Τα τοξεύματα των νομάδων δεν αποτελούσαν μεγάλη απειλή προς βαριά θωρακισμένες και προστατευμένες δυνάμεις, όμως αν διαρκούσαν για πολύ ώρα μπορούσαν να προκαλέσουν άγχος και εκνευρισμό, ωθώντας ίσως κάποιους πολεμιστές να επιτεθούν άτακτα και χωρίς εντολή από τους ανωτέρους τους, με αποτέλεσμα να είναι πιο ευάλωτοι. Οι Ρωμαίοι τηρούσαν κυρίως αμυντική στάση απέναντι στις νομαδικές δυνάμεις, με το βαρύ πεζικό (σκουτάτοι με λόγχες) μπροστά και τοξότες από πίσω. Ενώ η εμπλοκή ημετέρων ιπποτοξοτών με τους νομάδες αντενδείκνυτο λόγω της υψηλότερης τακτικής των τελευταίων, οι πεζοί τοξότες της αυτοκρατορίας, ειδικά υπό την κάλυψη του φιλίου βαρέως πεζικού, αποτελούσαν μεγάλο φόβητρο προς τον εχθρό λόγω των υψηλής ποιότητος και μεγάλου βεληνεκούς όπλων τους. Θέλοντας να μειώσει την ευελιξία του εχθρικού ιππικού, ο ρωμαϊκός στρατός προσπαθούσε να το παρασύρει σε εδάφη δύσβατα ή ελώδη, καλύπτοντας τα νώτα του σε φυσικά εμπόδια )ποταμοί, δάση. Το βαρύ ιππικό των Ρωμαίων (κατάφρακτοι) προσπαθούσε να καταδιώκει τους νομάδες σε μέτρια ταχύτητα για να μη διαρραγεί η συνοχή του σχηματισμού, προσέχοντας παράλληλα να μην πέσει σε παγίδα προσποιητής υποχωρήσεως. Οι Τούρκοι έκαναν επιδρομές λαφυραγωγίας όπως οι Άραβες, η μαζική χρήση ιπποτοξοτών όμως καθιστούσε την παγίδευση τους πολύ δύσκολη. Ο συγγραφέας Ρόμπερτ Ίργουιν προβαίνει σε μία πολύ εύστοχη παρατήρηση, παρομοιάζοντας τους με μύγες, που μπορεί κανείς να διώξει αλλά πολύ δύσκολα να σκοτώσει.



Στα τέλη του 11ου αιώνα η εμφάνιση στο πεδίο της μάχης του Νορμανδού ιππότη αποτέλεσε έναν πολύ σοβαρό, σχεδόν άλυτο πονοκέφαλο στην ρωμαϊκή διοίκηση. Συνδυάζοντας την πολεμική δεινότητα των Βίκινγκ προγόνων τους και την φραγκική ιππική τέχνη, οι Νορμανδοί παρουσίαζαν μία σειρά πλεονεκτημάτων σε σχέση με τους καταφράκτους. Ο νέος τρόπος κρατήματος της λόγχης (κάτω από τη μασχάλη, για μεγαλύτερη σταθερότητα), οι ψηλές σέλες που επέτρεπαν στον ιππέα να μάχεται όρθιος και τα σπιρούνια αναβάθμισαν κατακόρυφα τις μαχητικές ικανότητες των δυτικών. Το ιππικό τους είχε εκπαιδευτεί να επελαύνει με πλήρη ταχύτητα, ενώ οι Ρωμαίοι προτιμούσαν μια πιο αργή και προσεκτική έφοδο. Η έφοδος του δυτικού ιππότη μπορεί να τρυπήσει τα τείχη της Βαβυλώνας, έλεγε με δέος η Άννα Κομνηνή. Ο πατέρας της Αλέξιος Α’ βρέθηκε από την αρχή της βασιλείας του (1081) αντιμέτωπος με το Νορμανδικό ιππικό, υφιστάμενος διαδοχικές ήττες. Κατέφυγε σε διάφορα τεχνάσματα, όπως την παράταξη ελαφρών αμαξών στο πεδίο της μάχης για να ανακοπεί η ορμή της επιθέσεως, ή τη διασκόρπιση καρφιών για να πληγωθούν οι οπλές των αλόγων. Καθώς ο ιππότης ήταν σχετικά δυσκίνητος χωρίς το άλογο του, οι ημέτεροι τοξότες προσπαθούσαν να τα σκοτώσουν, οπότε το πεζικό μπορούσε να αναλάβει τα υπόλοιπα. Οι Ρωμαίοι συχνά χρησιμοποιούσαν νομάδες μισθοφόρους, οι οποίοι εφάρμοζαν επί τω δυτικών τις κλασσικές τακτικές των ιπποτοξοτών που είδαμε παραπάνω. Τις τακτικές του Νορμανδικού ιππικού εισήγαγε στο Ρωμαϊκό ο Μανουήλ Κομνηνός, με πολύ καλά αποτελέσματα. Αυτή η αλλαγή φαίνεται στην τέχνη της περιόδου: σε ανάγλυφο του 12ου αιώνος (βλ. άνω) ο Άγιος Γεώργιος σκοτώνει τον δράκο ενώ στέκεται όρθιος στη σέλα του, με τα ακροδάκτυλα του να λυγίζουν προς τα κάτω από την πίεση του αναβολέα-όπως ακριβώς των ιπποτών σε δυτικές εικονογραφήσεις.

(Εξαιρετική πηγή για τις ρωμαϊκές τακτικές της μέσης περιόδου αποτελεί άρθρο του Περικλή Δεληγιάννη στο τεύχος Ιουλίου 2009 της Στρατιωτικής Ιστορίας)

Μάριος Νοβακόπουλος
φοιτητής διεθνών, ευρωπαϊκών και περιφερειακών σπουδών (mnovakopoulos.blogspot.com)
http://www.antibaro.gr/article/22676