Δευτέρα 4 Μαρτίου 2019

Ο νούμερο ένα φόβος της υπερδύναμης του κακού ήταν ανέκαθεν η συμμαχία της Γερμανίας με τη Ρωσία

analyst.gr


Έχοντας αναφερθεί στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η γερμανική οικονομία (ανάλυση), οφείλουμε να συμπληρώσουμε τα υπόλοιπα που έχουν σχέση με το χρηματοπιστωτικό της σύστημα – τόσο όσον αφορά τις τοπικές τράπεζες, όσο και τις δύο μεγάλες ιδιωτικές: την Commerzbank και την Deutsche Bank όπου η τελευταία, εκτός από τις κυρώσεις ύψους 18 δις $ που έχει πληρώσει, καθώς επίσης τις πάνω από 5.000 αγωγές εναντίον της που εκκρεμούν, συνεχίζει να είναι εκτεθειμένη στην αγορά παραγώγων με πολλά τρις $, πολλαπλάσια του ΑΕΠ της χώρας.
Σε σχέση τώρα με τη βιομηχανική της παραγωγή που υποχωρεί, η μοναδική της λύση είναι να στραφεί στους εξοπλισμούς, με πρόσχημα τον ευρωπαϊκό στρατό – κάτι που έχει ήδη δρομολογήσει, με διπλή ωφέλεια για την ίδια, αφού από τη μία πλευρά θα καλύψει τα παραγωγικά της κενά, ενώ από την άλλη θα ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των Η.Π.Α., όσον αφορά την εκπλήρωση της υποχρέωσης της απέναντι στο ΝΑΤΟ (2% του ΑΕΠ της).
Με τον τρόπο αυτό θα συνέχιζε να αναπτύσσεται διεξάγοντας επί πλέον δημόσιες επενδύσεις – ενώ θα στήριζε τη Γαλλία, συνεργαζόμενη μαζί της στα εξοπλιστικά προγράμματα, αφού η τελευταία είναι σε θέση να παράγει όπλα υψηλής τεχνολογίας, όπως τεκμηριώνεται από τη συμφωνία της με την Αυστραλία για την κατασκευή πολύ σύγχρονων υποβρυχίων.
Οφείλουμε να υπενθυμίσουμε εδώ πως το έλλειμμα του προϋπολογισμού της Γαλλίας θα υπερβεί το 3% λόγω των παραχωρήσεων του προέδρου Macron στα κίτρινα γιλέκα, ότι το ισοζύγιο τρεχουσών της συναλλαγών είναι αρνητικό, καθώς επίσης το εμπορικό της ισοζύγιο (γράφημα) – ενώ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος πελάτης της Γερμανίας μετά τις Η.Π.Α., από την οποία (Γερμανία) προέρχονται άλλωστε τα ελλείμματα της. Το τι σημαίνει για την Ευρώπη και τον πλανήτη η αύξηση της παραγωγής πολεμικού εξοπλισμού από τη Γερμανία είναι κάτι που θα φανεί στο μέλλον – με τις τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος ακόμη νωπές.
Περαιτέρω, στους πολέμους που διεξήγαγαν οι Η.Π.Α. στην Ευρώπη, είναι δεδομένη η συμμετοχή της Γερμανίας τουλάχιστον στη Γιουγκοσλαβία τη δεκαετία του 1990, καθώς επίσης στο πραξικόπημα της Ουκρανίας – ενώ ο νούμερο ένα φόβος της υπερδύναμης ήταν ανέκαθεν η συμμαχία της Γερμανίας με τη Ρωσία, πόσο μάλλον όταν μέσω του αγωγού «Nord Stream 2» έχει εκβαθυνθεί η ενεργειακή και οικονομική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών.
Την ίδια στιγμή οι αντιθέσεις των Η.Π.Α. και της Ευρώπης γενικότερα μεγεθύνθηκαν, μετά την απόσυρση της υπερδύναμης από μία σειρά σημαντικών συνθηκών – όπως η συνθήκη για τις πυρηνικές δυνάμεις μεσαίας εμβέλειας (INF), το κοινό σχέδιο δράσης (JCPOA) και η πυρηνική συμφωνία του Ιράν, με άμεσες επιπτώσεις στην Ευρώπη όσον αφορά την ασφάλεια και την οικονομία της (πηγή: strategic cultural foundation). Εκτός αυτού υπάρχει η πρόθεση επιβολής υψηλότερων δασμών, κυρίως στα αυτοκίνητα (πηγή) – κάτι που θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τη Γερμανία.
Από την άλλη πλευρά η Κίνα, με αφετηρία την Ελλάδα (λιμάνι του Πειραιά), έχει στόχο την πλήρη ενσωμάτωση της Ευρώπης στο δρόμο του μεταξιού – ενώ τα τραίνα που μεταφέρουν τα προϊόντα της έχουν τερματικό σταθμό στη Γερμανία. Επειδή τώρα τα τραίνα αυτά γυρίζουν πίσω άδεια, για να έχει νόημα η σύνδεση θα πρέπει να εισάγει η Ασία προϊόντα από την Ευρώπη – κάτι που φυσικά θα ωφελούσε κυρίως τη Γερμανία, λόγω της μεγάλης βιομηχανικής της παραγωγής, ειδικά σε αγαθά υψηλής τεχνολογίας.
Συνεχίζοντας, η τεχνολογική διασύνδεση της Κίνας με την Ευρώπη έχει επιτευχθεί ήδη με τις συσκευές της εταιρείας «HUAWEI» – εναντίον της οποίας οι Η.Π.Α. έχουν κηρύξει τον πόλεμο, με τη σύλληψη του οικονομικού της διευθυντή (κόρη του ιδρυτή της) στον Καναδά (πηγή). Η βασική αιτία είναι η απουσία «πίσω πόρτας» στα συστήματα αυτά – μέσω της οποίας τα αντίστοιχα των Η.Π.Α. που διαθέτουν «πίσω πόρτα» χρησιμεύουν στην παρακολούθηση των Ευρωπαίων και άλλων Πολιτών από τις CIA και NSA (βιομηχανική κατασκοπεία κλπ.). Έτσι οι Αμερικανοί διατηρούν την πρωτοπορία τους στην τεχνολογία, αφού παρακολουθούν τους πάντες – ένα ανεκτίμητο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που θα χάσουν, εάν η «HUAWEI» επεκταθεί περαιτέρω.
Ακόμη περισσότερο, με τη συμμετοχή των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών όπως της Μ. Βρετανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας στην κινεζική επενδυτική τράπεζα AIIB, η επέλαση της Κίνας στην Ευρώπη επιταχύνεται – ενώ πολλές υπερχρεωμένες χώρες της ηπείρου έχουν μεγάλο ενδιαφέρον για την προσέλκυση κινεζικών επενδύσεων. Δεν είναι λίγοι δε αυτοί που προβλέπουν τη συμμαχία Ευρώπης, Ρωσίας και Κίνας μαζί, γεγονός που θα δημιουργούσε τεράστια προβλήματα στις Η.Π.Α. – αν και η Γερμανία δύσκολα θα συμφωνούσε με κάτι τέτοιο, αφού θα έχανε την κυρίαρχη θέση της στην Ευρώπη.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, φαίνεται καθαρά πως οι μελλοντικές προβλέψεις εξαρτώνται από τόσο πολλούς αστάθμητους παράγοντες, ώστε να είναι ουσιαστικά αδύνατες – πόσο μάλλον στη σημερινή εποχή, όπου τα πάντα είναι ρευστά, ενώ βιώνουμε γενικά μία αλλαγή παραδείγματος, από την οποία θα προκύψει ένας εντελώς διαφορετικός κόσμος.