Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018

Η χρεοκοπία είναι μονόδρομος


σχόλιο Γ.Θ : Εδώ που φτάσαμε δεν υπάρχει εύκολος δρόμος. Αν κηρύσσαμε χρεοκοπία, κάτι που έπρεπε να κάνουμε από την αρχή της κρίσης, η εκδίκηση των Ευρωτυράννων θα ήταν δεδομένη, γιατί θα χάνανε από το ξεπούλημά μας, θα χάνανε τα δάνεια με τα οποία μας αιχμαλώτισαν και θα μας χάνανε ως αποικία. Η εκδίκησή τους θα ήταν δεδομένη, αλλά αν θέλουμε να δούμε Ανάσταση, το Γολγοθά αυτό της χρεοκοπίας θα πρέπει να τον ανέβουμε.
Θα μου πείτε, εσύ μπορεί να έχεις την αντοχή να ζεις χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, βενζίνη, ίντερνετ και σούπερ μάρκετ, οι υπόλοιποι έχουν τέτοιες αντοχές; Θα απαντήσω... χωρίς τον Χριστό κανείς δεν έχει αντοχές. Καιρός να στραφούμε σε Αυτόν και να εμπιστευτούμε στα χέρια Του τις ζωές μας...



Η Ελλάδα ρεαλιστικά δεν έχει καμία άλλη βιώσιμη επιλογή, από το να δηλώσει επίσημα και έγκαιρα στάση πληρωμών – προτού χάσει ότι έχει και δεν έχει, συμπεριλαμβανομένης της εδαφικής της ακεραιότητας.

Ένα πρώτο ασφαλές συμπέρασμα είναι πως η προ πολλού χρεοκοπημένη Ελλάδα, χρεοκοπεί κάθε μέρα και πιο πολύ. Θυμίζει αυτόν που έχει παγιδευτεί σε έναν βάλτο, όπου, όσο προσπαθεί να κινηθεί μήπως και καταφέρει να σωθεί, τόσο περισσότερο βυθίζεται μέσα του – ενώ όποιος έχει την ψευδαίσθηση πως η χώρα μπορεί να εξυπηρετήσει χρέη της τάξης των 360 δις €, υπό τις σημερινές συνθήκες και με τα μνημόνια των δανειστών, είναι εξτρεμιστικά αιθεροβάμων.

Το ίδιο ισχύει και για το ιδιωτικό χρέος, το μη εξυπηρετούμενο μέρος του οποίου ξεπέρασε τα 230 δις €, οπότε κατά πολύ το ΑΕΠ – ενώ οι τράπεζες ευρίσκονται σε άθλια κατάσταση και οι μεγάλες επιχειρήσεις εγκαταλείπουν μαζικά τη χώρα, αδυνατώντας μεταξύ άλλων να εξασφαλίσουν το βιώσιμο δανεισμό τους (ειδικά μετά τις απίστευτες εξελίξεις της Folli-Follie που έδωσαν τη χαριστική βολή στο χρηματιστήριο, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε τα σκάνδαλα της ΔΕΗ).

Την ίδια στιγμή οι Έλληνες έχουν υπερβεί τα ανώτατα όρια της φοροδοτικής τους ικανότητας, το ασφαλιστικό πνέει τα λοίσθια, ενώ η ύφεση συνεχίζεται χωρίς σταματημό – κρίνοντας από την διαρκή κατάρρευση των παγίων επενδύσεων. Πόσο μάλλον εάν επιβεβαιωθούν οι δυσοίωνες προβλέψεις, σύμφωνα με τις οποίες ο τουρισμός θα υποχωρήσει το επόμενο έτος, λόγω της υποτίμησης της τουρκικής λίρας – ενώ θα δυσκολευθούν και οι εξαγωγές των γεωργικών κυρίως προϊόντων.

Ένα δεύτερο συμπέρασμα είναι πως τα μνημόνια δεν οδηγούν πουθενά. Αντίθετα, εάν συνεχίσουν να επιβάλλονται στην Ελλάδα, τότε θα χαθεί τόσο η δημόσια περιουσία της, όσο και ένα μεγάλο μέρος της ιδιωτικής, χωρίς καν να μειωθούν τα χρέη. Εδώ δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς πως στο Υπέρ-ταμείο που δημιουργήθηκε και που ανήκει πια στους δανειστές, δεν έχουν υπαχθεί μόνο τα ακίνητα, τα οικόπεδα, οι κρατικές επιχειρήσεις, τα πολιτισμικά μας μνημεία και οι τράπεζες αλλά, επίσης, τα ενεργειακά αποθέματα της χώρας – οι υδρογονάνθρακες, όπως συνηθίζεται να λέγονται.

Χωρίς περιττές λεπτομέρειες λοιπόν, το μόνο σίγουρο είναι πως η Ελλάδα ρεαλιστικά δεν έχει καμία άλλη βιώσιμη επιλογή, από το να δηλώσει επίσημα και έγκαιρα στάση πληρωμών – προτού χάσει ότι έχει και δεν έχει, συμπεριλαμβανομένης της εδαφικής της ακεραιότητας Ως εκ τούτου, ο προβληματισμός έγκειται μόνο στον τρόπο, με τον οποίο τελικά θα το επιχειρήσει, εάν δεν της το επιβάλλουν ενδιάμεσα: εντός ή εκτός της Ευρωζώνης και της ΕΕ, συναινετικά και ελεγχόμενα ή μονομερώς και ανεξέλεγκτα;

Κατά την πάγια άποψη μας, ο ασφαλέστερος τρόπος θα ήταν συναινετικά και ελεγχόμενα εντός της Ευρωζώνης (ανάλυση) – με τη συμφωνία διαγραφής του 50% των χρεών της, την οποία σήμερα δικαιούται, λόγω των λαθών της Τρόικας (άρθρο).

Αμέσως επόμενος, ενδεχομένως ο μόνος ρεαλιστικός, η μονομερής στάση πληρωμών, ξανά εντός της Ευρωζώνης – έτσι ώστε στη συνέχεια να διαπραγματευθεί τη διαγραφή μέρους των χρεών της.

Ο τρίτος προτιμότερος τρόπος θα ήταν συναινετικά εκτός της Ευρωζώνης και της ΕΕ (μία χώρα της Ευρωζώνης δεν μπορεί να την εγκαταλείψει εκούσια, αλλά μόνο ως αποτέλεσμα της προηγούμενης εξόδου της από την ΕΕ), εξασφαλίζοντας τη στήριξη της ΕΚΤ για τα πρώτα χρόνια, καθώς επίσης μία μεγάλη διαγραφή χρέους – ενώ ο τέταρτος μονομερώς, με την άρνηση πληρωμής ολόκληρου του χρέους της.

Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, η Ελλάδα θα έπρεπε να υιοθετήσει ένα δικό της εθνικό νόμισμα – το οποίο φυσικά δεν θα είχε καμία σχέση με τη δραχμή που γνωρίζαμε και η οποία έχει πλέον πεθάνει. Κυρίως βέβαια να αποκτήσει μία δική της κεντρική τράπεζα, αφού αυτό είναι το σημαντικότερο και όχι το νόμισμα. Μία εμπειρία αυτού του είδους όμως, ειδικά στο σημερινό χρηματοπιστωτικό σύστημα των χάρτινων, χωρίς αντίκρισμα νομισμάτων (Fiat money), δεν υπάρχει – οπότε θα επρόκειτο για έναν νέο δρόμο, με άγνωστα επακόλουθα.

Από τεχνοκρατικής πλευράς κάτι τέτοιο, με δεδομένο το χρόνο που απαιτείται απλά και μόνο για την παραγωγή των νέων νομισμάτων (6-8 μήνες), καθώς επίσης για τις αλλαγές εντός της χώρας (τράπεζες, συμβόλαια, τιμολόγηση κοκ.), δεν είναι ασφαλώς παιχνίδι για μικρά παιδιά, όπως είναι οι σημερινοί, ανεπαρκέστατοι πολιτικοί – ενώ κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τις συνέπειες σε μία σειρά οικονομικών μεγεθών, όπως είναι ο πληθωρισμός, η υποτίμηση κλπ.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι, το νέο νόμισμα δεν θα έπρεπε να διαπραγματεύεται καθόλου στις διεθνείς αγορές για κάποια χρόνια, καθώς επίσης πως δεν θα ήταν σωστό να συνδεθεί με ένα άλλο – αφού οι ιστορικές εμπειρίες τεκμηριώνουν πως είναι καταστροφικό.

Επίσης ότι, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να εκπονήσει ένα τέτοιο σχέδιο, για την περίπτωση που θα εξαναγκασθεί να εγκαταλείψει το ευρώ – κάτι που διαφαίνεται πλέον πολύ καθαρά στον ορίζοντα, αφού η οικονομία της βαίνει από το κακό στο χειρότερο. Εκτός αυτού, επειδή χωρίς ένα τέτοιο σχέδιο εκτάκτου ανάγκης, δεν είναι δυνατή η διαπραγμάτευση με τους δανειστές – η οποία απαιτείται στις δύο πρώτες περιπτώσεις (στάση πληρωμών εντός του ευρώ), αλλά και στην τρίτη.

Συνεχίζοντας, υπάρχουν κάποια κόμματα που τοποθετούνται ανοιχτά υπέρ του εθνικού νομίσματος – τεκμηριώνοντας τη θέση τους με το ότι, η ελληνική οικονομία χρειάζεται μία ανεξάρτητη νομισματική πολιτική για να αναβιώσει. Φυσικά συνδέουν το εθνικό νόμισμα με την πλήρη άρνηση (100%) της πληρωμής του δημοσίου χρέους, είτε επειδή η χώρα δεν το οφείλει (επαχθές χρέος), είτε λόγω του ότι το εξωτερικό χρέος θα εκτοξευόταν στα ύψη αφού είναι σε συνάλλαγμα (το ευρώ είναι ξένο νόμισμα για όλες τις χώρες), οπότε δεν θα ήταν δυνατόν να εξυπηρετηθεί – παρά το ότι θεωρούν ταυτόχρονα πως η υποτίμηση θα ήταν μικρή. Δεν λαμβάνουν βέβαια καθόλου υπ’ όψιν τις κυρώσεις που θα μπορούσαν να επιβληθούν στην Ελλάδα, οι οποίες θα είχαν καταστροφικές συνέπειες για τον τουρισμό και τις εξαγωγές – ούτε τις επιθέσεις της ΕΚΤ που δεν θα ήταν καθόλου συνετό να υποτιμηθούν.

Εμείς δεν θέλουμε ούτε να αντιταχθούμε μαζί τους, ούτε να συνταχθούμε, επειδή δεν θα είχαμε την ικανότητα να το δρομολογήσουμε με επιτυχία, ούτε μπορούμε να έχουμε μία σαφή εικόνα του μέλλοντος – ενώ φυσικά δεν γνωρίζουμε τις αντοχές των Ελλήνων στις κακουχίες ή/και την προσαρμοστικότητα τους, σε ένα τόσο καινούργιο οικονομικό περιβάλλον.

Δεν γνωρίζουμε επίσης τις πάσης φύσεως αντιδράσεις των δανειστών, οι οποίοι δεν θα ανεχόταν να χάσουν τόσο εύκολα τα χρήματα τους, τους γεωπολιτικούς κινδύνους, καθώς επίσης μία σειρά άλλων πραγμάτων – οπότε θα ήταν ανεύθυνο να πάρουμε θέση, αφήνοντας την πρωτοβουλία σε αυτούς που φαίνεται πως γνωρίζουν περισσότερα.

Αυτό που όμως συνειδητοποιούμε είναι το ότι, η Ελλάδα βαδίζει «by the Book» στα ίχνη της Αργεντινής (άρθρο) – όπου μετά την αποτυχημένη διάσωση της, η τότε κυβέρνηση της διέφυγε με ελικόπτερο, το ΔΝΤ εκδιώχθηκε, η χώρα αρνήθηκε να πληρώσει τα χρέη της και οι καταθέτες έχασαν τις αποταμιεύσεις τους, έως ότου τελικά ακολούθησε η ανάπτυξη. Η Αργεντινή βέβαια διέθετε το δικό της νόμισμα και τη δική της κεντρική τράπεζα, έχοντας το μόνο συνδέσει με το δολάριο – οπότε αρκούσε η αποσύνδεση του, η οποία φυσικά δεν ήταν προβληματική (με εξαίρεση τον πληθωρισμό που στη συνέχεια περιόρισε ραγδαία την αγοραστική του δύναμη).

Για την Ελλάδα ισχύουν εντελώς διαφορετικοί κανόνες, τα χρέη της είναι κατά πολύ υψηλότερα, ενώ προηγήθηκε μία πολύ μεγαλύτερης διάρκειας και ισχύος κρίση – οπότε θα ήταν ανεύθυνο να προβεί κανείς σε άμεσες συγκρίσεις. Σε κάθε περίπτωση όμως, φαίνεται πως πλησιάζει η ώρα των μεγάλων γεγονότων και αποφάσεων – οπότε είναι καλύτερα να είμαστε όλοι προετοιμασμένοι. Ακολουθεί η συζήτηση του κ. Ουίλς με τον κ. Βιλιάρδο.


https://analyst.gr