Οι Γέροντες Αρσένιος (αριστερά) και Ιωσήφ.
Διηγείται ο Μοναχός, π. Αρσένιος Σπηλαιώτης, (1886-1983):
Είχαμε μια στέρναν και μαζεύαμε με τα λούκια βρόχινο [νερό], ίσα για τις ανάγκες· όμως για τις επισκευές των κελλιών μας κουβαλούσα στον ώμο από μακρυά.
Μια μέρα ήταν πολύ καυτός ο ήλιος, με λυπήθηκε ο Γέροντας [Ιωσήφ ο Ησυχαστής (1897-1959)] και λέει στην Παναγία μας·
– Σε παρακαλώ Παναγία μου κανόνισε λίγο νερό, γιατί πολύ κοπιάζει ο π. Αρσένιος. Αμέσως τότε ακούει κάποιον κρότον από τον διπλανό βράχον· στρέφει το βλέμμα του και τι να δη!
Ίδρωνε ο βράχος και κατέβαζε κάτω νερό σταλαματιά – σταλαματιά. Βάλαμε αμέσως λεκάνη και το μαζεύαμε. Ήταν αρκετό.
Έκτοτε απαλλάχτηκα από το κουβάλημα του νερού.
Από το βιβλίο του Μοναχού Ιωσήφ Διονυσιάτη, ο “Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης, (1886-1993), Συνασκητής Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού”.
http://www.pemptousia.gr