Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2018

Το επόμενο κραχ

Του Ρόμπερτ Ράιχ*


Σήμερα, 15 Σεπτεμβρίου, συμπληρώνονται δέκα χρόνια από την κατάρρευση της Lehman Brothers και την παραλίγο κατάρρευση της Wall Street, που πυροδότησε τη Μεγάλη Υφεση.

Αφού «έπιασε πάτο» το 2009, η οικονομία παρουσίασε σταθερή ανάπτυξη και το χρηματιστήριο εκτοξεύτηκε στα ύψη, όπως και τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων.

Αλλά οι περισσότεροι Αμερικανοί ζουν ακόμη στη σκιά της Μεγάλης Υφεσης. Τα ποσοστά απασχόλησής τους αυξήθηκαν βέβαια. Αλλά ο μέσος όρος των αποδοχών δεν έχει αυξηθεί, αν συνυπολογιστεί ο πληθωρισμός.

Και πολλοί εξ αυτών βρίσκονται σήμερα σε χειρότερη θέση, λόγω του αυξανόμενου κόστους για κατοικία, περίθαλψη και εκπαίδευση – ενώ και η αξία των ακινήτων και των άλλων περιουσιακών στοιχείων τους παραμένει συγκριτικά μικρότερη σε σχέση με το 2007.

Πέρσι, σύμφωνα με μια έρευνα του Urban Institute, περίπου τέσσερις στις δέκα αμερικανικές οικογένειες δυσκολεύτηκαν να καλύψουν τουλάχιστον μία βασική τους ανάγκη – είτε για τη διατροφή των μελών τους, είτε για ιατρικές ανάγκες, ενοίκια ή λογαριασμούς.

Ολα τα παραπάνω στοιχεία συντείνουν στο ότι οδεύουμε προς το ίδιο είδος «κραχ» που ζήσαμε το 2008, το οποίο μπορεί να αποδειχθεί εξίσου καταστροφικό με εκείνο του 1929.

Αν απομακρύνει κανείς τα χρηματο-οικονομικά «μπάζα» από αυτά τα δύο παλαιότερα κραχ, θα διαπιστώσει ότι αμφότερα τροφοδοτήθηκαν από διευρυνόμενες ανισορροπίες ανάμεσα στην αγοραστική δύναμη της πλειονότητας των ανθρώπων και την παραγωγική τους ικανότητα ως εργαζομένων. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτή η ανισορροπία ήταν που οδήγησε στην οικονομική κατάρρευση.

Η συγκεκριμένη ανισορροπία αυξάνεται ξανά. Το πλουσιότερο 1% των Αμερικανών «τσεπώνουν» σήμερα το 20% του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος και κατέχουν πάνω από το 40% του συσσωρευμένου πλούτου στις ΗΠΑ. Τα νούμερα αυτά προσεγγίζουν τις αντίστοιχες στατιστικές «κορυφές» του 1928 και του 2007.

Τα κραχ συμβαίνουν στην αμερικανική οικονομία όταν αυτή γίνεται υπερβολικά εμπροσθοβαρής – διότι η οικονομία έχει ανάγκη από την καταναλωτική δαπάνη για να παραμένει λειτουργική, αλλά οι πλούσιοι δεν ξοδεύουν ανάλογο ποσοστό από τα σωρευμένα χρήματά τους, όπως κάνουν η μεσαία τάξη και οι φτωχοί.

Για ένα διάστημα, η μεσαία τάξη και οι φτωχοί μπορούν να κρατήσουν ενεργή την οικονομία και χωρίς τα χρήματα των πλουσίων, μέσω του δανεισμού.

Αλλά, όπως το 1929 και το 2008, οι φούσκες του χρέους κάποια στιγμή σκάνε. Πλησιάζουμε επικίνδυνα σε αυτό το σημείο.

Το πρώτο τρίμηνο του 2018, τα χρέη των αμερικανικών νοικοκυριών σημείωσαν νέο ιστορικό ρεκόρ, φτάνοντας τα 13,2 τρισεκατομμύρια δολάρια. Σχεδόν το 80% των Αμερικανών ζουν σήμερα «μήνα με τον μήνα», από μισθό σε μισθό.

Σε πρόσφατη έρευνα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Fed, το 40% των ερωτηθέντων δήλωσαν πως δεν θα μπορούσαν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους αν ξαφνικά αντιμετώπιζαν μια έκτακτη ανάγκη μόλις 400 δολαρίων. Ως τώρα εξυπηρετούσαν τα χρέη τους επειδή τα επιτόκια δανεισμού παρέμεναν χαμηλά. Αλλά η εποχή των χαμηλών επιτοκίων πλησιάζει στο τέλος της.

Το κεντρικό πρόβλημα δεν είναι ότι οι Αμερικανοί ξοδεύουν περισσότερα χρήματα απ’ όσα βγάζουν. Το πρόβλημα είναι πως δεν βγάζουν αρκετά για να συμβαδίζουν με την πορεία της οικονομίας. Τα περισσότερα κέρδη πηγαίνουν στην κορυφή.

Παρόμοια κατάσταση επικρατούσε τα χρόνια πριν από το κραχ του 2008. Μεταξύ 1983 και 2007, τα χρέη των νοικοκυριών αυξάνονταν, ενώ τα περισσότερα οικονομικά οφέλη πήγαιναν στις τσέπες του 1%. Αν η πλειονότητα των νοικοκυριών έπαιρνε μεγαλύτερο μερίδιο από τα οφέλη της οικονομίας, δεν θα αναγκαζόταν να βυθιστεί τόσο βαθιά στα χρέη.

Αντιστοίχως, ανάμεσα στο 1913 και το 1928, η αναλογία ανάμεσα στα ιδιωτικά χρέη και το ΑΕΠ σχεδόν διπλασιάστηκε.

Οπως είχε εξηγήσει αργότερα ο Μάρινερ Εκλις, διοικητής της Fed από το 1934 ώς το 1948: «Είναι σαν ένα παιχνίδι πόκερ, όπου οι μάρκες συγκεντρώνονται σε όλο και λιγότερα χέρια: οι υπόλοιποι παίκτες μπορούν να μείνουν στο παιχνίδι μόνο αν δανείζονται μάρκες από τους έχοντες. Αλλά κάποια στιγμή ο δανεισμός επί πιστώσει τερματίζεται και τότε το παιχνίδι σταματά».

Μετά το κραχ του 1929, η κυβέρνηση εφηύρε νέους τρόπους για να ενισχύσει τις απολαβές και την κατανάλωση: το συνταξιοδοτικό σύστημα (Social Security), τα επιδόματα ανεργίας, τις πληρωμένες υπερωρίες, τον κατώτατο εξασφαλισμένο μισθό, τις υποχρεωτικές συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδοτών και συνδικάτων και τελικά το μεγάλο πρόγραμμα πλήρους απασχόλησης, που έγινε γνωστό σαν Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος.

Δέκα χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι η πραγματική ρίζα της Μεγάλης Υφεσης δεν ήταν η τραπεζική κρίση.

Ηταν η αυξανόμενη ανισορροπία ανάμεσα στην καταναλωτική δαπάνη και τη συνολική οικονομική παραγωγή, όπως διαμορφώθηκε από τους λιμνάζοντες μισθούς και τη διευρυνόμενη ανισότητα.

Η ανισορροπία αυτή επέστρεψε. Τον νου σας στα πορτοφόλια σας.

*Ο Ρόμπερτ Ράιχ είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ, πρώην υπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση του Μπιλ Κλίντον και διάσημος επικριτής του μοντέρνου καπιταλισμού. Στην Ελλάδα κυκλοφορεί το βιβλίο του «Καπιταλισμός για τους πολλούς, όχι για τους λίγους» (Λιβάνης), ενώ πολύ γνωστό είναι και το ντοκιμαντέρ «Inequality for All» («Ανισότητα για όλους», 2013), για τις ρίζες αλλά και τις συνέπειες της κρίσης του 2008. Το παραπάνω άρθρο του δημοσιεύτηκε στην προσωπική του ιστοσελίδα και μεταφράζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά.

Μετάφραση: Γιώργος Τσιάρας


http://hassapis-peter.blogspot.com/2018/09/blog-post_39.html