Τρίτη 6 Ιουλίου 2021

Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ

Η Ελ­λη­νι­κή ύ­παι­θρος έ­χει α­νάγ­κη μιας δη­μιουργι­κής ε­πα­νά­στα­σης

Ἰωάννη Δρούγκα
Ἀντιστράτηγου ε.α.



Πολ­λὲς δε­κα­ε­τί­ες πρίν, ἡ ὕ­παι­θρος ἔ­σφιζε ἀ­πὸ ζω­ή. Οἱ κα­τα­πρά­σι­νες πλα­γι­ὲς ἦ­ταν γε­μά­τες ἀ­πὸ αἰ­γο­πρό­βα­τα.

Τὸ θρὸ­ϊσμα τῶν φύλ­λων τῶν δέν­τρων ἀ­να­μει­γνύ­ε­το μὲ τὸ γαύ­γι­σμα τῶν σκύ­λων, τὰ βε­λά­σμα­τα τῶν αἰ­γο­προ­βά­των καὶ ἡ φλο­γέ­ρα τοῦ τσο­πά­νη δη­μι­ουρ­γοῦ­σαν μί­α, κα­τὰ φαν­τα­σί­α, με­λω­δι­κὴ χο­ρω­δί­α.
Στὰ χω­ριὰ οἱ κά­τοι­κοι, ζών­τας πιὸ φτω­χι­κὰ ἀ­πὸ τὰ τε­λευ­ταῖα χρό­νια, ποὺ ζοῦ­σαν μὲ δα­νει­κά, ἦσαν ἀ­γα­πη­μέ­νοι με­τα­ξύ τους. Πα­ρόν­τες ὅ­λοι στὶς χα­ρὲς καὶ τὶς λύ­πες τῶν συγ­χω­ρια­νῶν τους.
Στὶς γι­ορ­τὲς, στὶς πλα­τεῖ­ες τῶν χω­ρι­ῶν πα­ρέ­ες–πα­ρέ­ες ἔ­πι­ναν τὸ ἀ­νό­θευ­το, οἰ­κο­λο­γι­κὸ ἀ­πὸ μό­νο του, κρα­σὶ καὶ σχε­δί­α­ζαν τὸ αὔ­ριο, ἐ­νῶ οἱ νέ­ες καὶ οἱ νέ­οι ἔ­σερ­ναν τὸ χο­ρὸ συ­νο­δεί­α λαϊκῶν ὀρ­γά­νων καὶ ὅ­ταν αὐ­τὰ δὲν ὑ­πῆρ­χαν, χό­ρευ­αν τρα­γου­δών­τας το­πι­κὰ τρα­γού­δια.
Ἡ κά­θε οἰ­κο­γέ­νεια πα­ρή­γα­γε ὅ­λα ὅ­σα εἶ­χε ἀ­νάγ­κη (σι­τά­ρι, κη­πευ­τι­κά, φα­σό­λια, ρε­βύ­θια, φα­κὴ, σου­σά­μι, μέ­λι), προϊόν­τα γιὰ τὰ ζῶ­α (κα­λαμ­πό­κι, κρι­θά­ρι κ.λ.π.). Εἶ­χε 8-10 πρό­βα­τα γιὰ τὸ γά­λα, τὸ τυ­ρί, τὸν τρα­χα­νὰ καὶ τὸ κρέ­ας καὶ γιὰ συμ­πλή­ρω­μα σὲ κρέ­ας δι­α­τη­ροῦ­σε ἕ­να χοῖ­ρο καὶ 10-20 κο­τό­που­λα.
Οἱ πό­λεις τῆς ὑ­παί­θρου μὲ τὰ κτί­ρια ποὺ θε­ω­ροῦν­ταν ἔρ­γα τέ­χνης καὶ μον­τέ­λα ἀρ­χι­τε­κτον­κής, ὅ­πως ἡ Βέ­ροι­α, ἡ Νά­ου­σα, ἡ Ἔ­δεσ­σα, τὰ Ἰ­ω­άν­νι­να καὶ ὄ­χι μό­νο, πα­ρεῖ­χαν στοὺς κα­τοί­κους μί­α ἀν­θρώ­πι­νη ζω­ή, μὲ τὴν ὕ­παρ­ξη κή­πων, παρ­τε­ρι­ῶν, ἐ­λά­χι­στο τσι­μέν­το καὶ ὁ κα­θέ­νας ἀ­πὸ τὸ πα­ρά­θυ­ρό του, τὶς ἀ­νέ­φε­λες νύ­χτες, πα­ρα­κο­λου­θοῦ­σε τὶς κι­νή­σεις τῶν ἀ­στε­ρι­ῶν.
Ἀ­κο­λού­θη­σαν οἱ δε­κα­ε­τί­ες 1960-2000.

Ἡ ἐγ­κα­τά­λει­ψη τῆς ὑ­παί­θρου ἄρ­χι­σε στα­δια­κὰ μέ τὴ με­τα­νά­στευ­ση στὸ ἐ­σω­τε­ρι­κὸ καὶ πα­ράλ­λη­λα, σὲ μι­κρό­τε­ρη κλί­μα­κα, στὸ ἐ­ξω­τε­ρι­κό. Σι­γὰ -σι­γὰ τὰ χω­ριὰ ἐ­ρή­μω­σαν, οἱ ἐ­παρ­χια­κὲς πό­λεις, γιὰ νὰ χω­ρέ­σουν ὅ­λοι αὐ­τοὶ ἄρ­χι­σαν τὴν ἄ­ναρ­χη τσι­μεν­το­ποί­ησ­η. Τὰ ἀρ­χι­τε­κτο­νι­κὰ στο­λί­δια, γιὰ νὰ γί­νουν δι­α­με­ρί­σμα­τα, κα­τε­δα­φί­στι­καν, ἡ κον­σερ­βο­ποί­η­ση τῶν ἀν­θρώ­πων ἄρ­χι­σε. Ὅ­ταν καὶ αὐ­τὲς γέ­μι­σαν, ἄρ­χι­σε ἡ με­τα­κί­νη­ση πρὸς τὶς με­γα­λο­πό­λεις. Προ­τι­μοῦ­σαν νὰ ἐρ­γά­ζον­ται στὶς οἰ­κο­δο­μὲς στὰ ἐρ­γο­στά­σια, ἀρ­κεῖ νὰ μὴ γυ­ρί­σουν στὸ χω­ριό. Δὲν τοὺς στε­να­χω­ροῦ­σε πού δι­έ­με­ναν στὰ ὑ­πό­γεια ἢ ἰ­σό­γεια καὶ με­ρι­κὲς φο­ρὲς στὸν 1ο ὄ­ρο­φο τῶν πο­λυ­κα­τι­κι­ῶν, ἀρ­κεῖ νὰ ζοῦν σὲ πό­λη. Θε­ω­ροῦ­σαν τοὺς ἑ­αυ­τοὺς τους ΙΝ καὶ μει­ω­νε­κτι­κὸ νὰ ὀ­νο­μά­ζον­ται χω­ριά­τες, γε­ωρ­γοὶ κτη­νο­τρό­φοι.
Μί­α ἄλ­λη αἰ­τί­α ἐ­ρή­μω­σης τῆς ὑ­παί­θρου, ἦ­ταν ὅ­τι ὅ­σοι πα­ρέ­μει­ναν στὴν ὕ­παι­θρο ἠ­σχο­λοῦν­το μὲ μο­νο­καλ­λι­έρ­γει­ες συγ­κε­κρι­μέ­νων προϊόν­των, ὅ­πως βαμ­βά­κι, κα­λαμ­πό­κι, τεῦ­τλα, ἐ­λι­ὲς, λά­δι, κα­πνό, ἑ­σπε­ρι­δο­ει­δῆ, ρο­δά­κι­να.

Ἡ μο­νο­καλ­λι­έρ­γεια αὐ­τὴ πο­τὲ δὲν ὁ­λο­κλη­ρώ­θη­κε, οὔ­τε ἐν­σω­μα­τώ­θη­κε σὲ ποι­ο­τι­κὰ, το­πι­κὰ ἀ­γρο­το­βι­ο­μη­χα­νι­κὰ προϊόν­τα ἢ ἀ­γρο­του­ρι­στι­κὰ συ­στή­μα­τα.

Οἱ Δι­οι­κοῦν­τες τὸ κρά­τος, ἀν­τὶ νὰ βελ­τι­ώ­σουν τὴν ζω­ὴ τῶν νέ­ων τῆς ὑ­παί­θρου, ἐκ­παι­δεύ­ον­τάς τους σὲ νέ­ες καὶ πιὸ ἀ­πο­δο­τι­κὲς καλ­λι­έρ­γει­ες, ἀν­τὶ νά δη­μι­ουρ­γή­σουν ἀ­νά­λο­γες ὑ­πο­δο­μὲς, ὥ­στε ἐκ τῶν πραγ­μά­των νὰ πα­ρα­μεί­νουν στὰ μέ­ρη τους, τοὺς προ­έ­τρε­παν, γιὰ τοὺς σὲ ὅ­λους μας γνω­στοὺς λό­γους, νὰ γί­νουν Στρα­τι­ω­τι­κοὶ Πεν­τα­ε­τοῦς διά­ρκειας, φύ­λα­κες συ­νό­ρων, λι­με­νο­φύ­λα­κες κ.λ.π. Μὲ αὐ­τὸν τὸν τρό­πο πέ­τυ­χαν νὰ δη­μι­ουρ­γή­σουν τὴν πιὸ ἀ­κα­τοί­κη­τη ὕ­παι­θρο στὴν Εὐ­ρώ­πη.
Ποι­οὶ ἔ­μει­ναν­ στά χω­ριά;

Οἱ γέ­ροι. Τὰ σπί­τια ἐ­ρή­μω­σαν, τὰ σχο­λεῖ­α ἔ­κλει­σαν, λό­γῳ ἐλ­λεί­ψε­ως παι­δι­ῶν. Ἐ­ὰν ἐ­πι­σκε­φθεῖς τὴν ὕ­παι­θρο δι­α­κρί­νεις μί­α κα­τή­φεια, μί­α θλί­ψη. Ἡ «θλί­ψη» αὐ­τὴ τῆς ὑ­παί­θρου ἐκ­φρά­ζε­ται στὸ πρό­σω­πο τῶν μαυ­ρον­τυ­μέ­νων γυ­ναι­κῶν, ποὺ σή­με­ρα τὴν κα­τοι­κοῦν.

Ἡ πα­τρί­δα μας, μί­α κυ­ρί­ως ἀ­γρο­τι­κὴ χώ­ρα, ἀν­τὶ νὰ ἐ­ξά­γει γε­ωρ­γι­κὰ προϊόν­τα, δυ­στυ­χῶς τὰ εἰ­σά­γει. Ἡ μα­ζι­κὴ ἀ­νε­ξέ­λεγ­κτη εἰ­σα­γω­γὴ προϊό­ν­των δι­α­τρο­φῆς μᾶς ὁ­δή­γη­σε νὰ τρῶ­με κο­τό­που­λα μὲ ὁρ­μό­νες, μὲ δι­ο­ξί­νες. Σαρ­κο­φά­γες ἀ­γε­λά­δες, ποὺ εἶ­ναι θα­να­τη­φό­ρες γιὰ τοὺς ἀν­θρώ­πους κα­τα­να­λω­τές. Νὰ τρῶ­με ἴ­σως προϊόν­τα με­ταλ­λαγ­μέ­να καὶ ἐ­πι­κίν­δυ­να.
Στὰ χω­ριὰ, ἀν­τὶ νὰ πα­ρά­γουν, ἔ­στω καὶ τὰ ἀ­πα­ραί­τη­τα εἴ­δη μα­να­βι­κῆς, νὰ ζη­μώ­σουν τὸ βι­ο­λο­γι­κό τους ψω­μὶ, πε­ρι­μέ­νουν τὸ μα­νά­βη καὶ τὸν ἀρ­το­ποι­ὸ τῆς δι­πλα­νῆς πό­λε­ως γιὰ νὰ «ἀ­κουμ­πί­σουν» τὴν πε­νι­χρὴ συν­τα­ξή τους.
Ἡ οἰ­κο­νο­μι­κὴ κρί­ση, ποὺ τα­λα­νί­ζει τὴ χώ­ρα μας τὰ τε­λευ­ταῖα­ δύο χρό­νια, δει­λὰ-δει­λά, ἀ­πὸ ἀ­νάγ­κη καὶ ἔλ­λει­ψη ἐρ­γα­σί­ας, ἀ­νάγ­κα­σε πολ­λοὺς, πρώ­ην κα­τοί­κους τῆς ὑ­παί­θρου, νὰ ξα­να­γυ­ρί­σουν σὲ αὐ­τὴν ἢ νὰ τὸ σκέ­πτον­ται σο­βα­ρὰ νὰ ξα­να­γυ­ρί­σουν.
Γεν­νᾶ­ται τὸ ἐ­ρώ­τη­μα αὐ­τοὶ ποὺ γύ­ρι­σαν ἢ καὶ οἱ ἄλ­λοι πού θὰ γυ­ρί­σουν, ἔ­χουν προ­ο­πτι­κὴ ἀ­πα­σχό­λη­σης, οἰ­κο­νο­μι­κῆς ἐ­ξα­σφά­λι­σης, προ­ο­πτι­κὴ ἐ­παγ­γελ­μα­τι­κῆς ἀ­νέ­λι­ξης; Ἡ ἀ­πάν­τη­ση εἶ­ναι ΝΑΙ.

Ὁ δρό­μος ποὺ πρέ­πει νὰ ἀ­κο­λου­θη­θεῖ λέ­γε­ται ἀ­να­γέν­νη­ση τῆς ὑ­παί­θρου, ἀ­γρο­τι­κὴ ἀ­να­γέν­νη­ση. Ὁ ἀ­γρο­τι­κὸς χῶ­ρος δὲν εἶ­ναι μό­νο γε­ωρ­γι­κὸς ἢ κτη­νο­τρο­φι­κὸς, ἀλ­λὰ βι­ο­τε­χνι­κός, ἀ­γρο­του­ρι­σμοῦ, θρη­σκευ­τι­κοῦ του­ρι­σμοῦ, γα­στρο­νο­μί­ας, ἀ­να­ψυ­χῆς, πε­ρι­βάλ­λον­τος, βι­ο­τε­χνι­κοῦ μου­σεια­κοῦ του­ρι­σμοῦ. Ἔχου­με ἀλ­λη­λο-ἐ­ξάρ­τη­ση πολ­λῶν το­μέ­ων σ᾿ ἕ­να ὁ­λο­κλη­ρω­μέ­νο καὶ ποι­ο­τι­κὸ το­πι­κὸ ἀ­γρο­τι­κὸ ἀ­να­πτυ­ξια­κὸ σύ­στη­μα.

Ἡ Ἑλ­λη­νι­κὴ ὕ­παι­θρος ἔ­χει ἀ­νάγ­κη μί­ας δη­μι­ουρ­γι­κῆς ἐ­πα­νά­στα­σης. Μπο­ροῦ­με νὰ «κτί­σου­με» τὴν ὕ­παι­θρο, νὰ ἔ­χου­με ἀ­γρό­τες–ἑ­στι­ά­το­ρες, ἑ­στι­ά­το­ρες– ἀ­γρό­τες, ἀ­γρό­τες –ξε­νο­δό­χους, στὰ πλαί­σια ἀ­νά­πτυ­ξης τοῦ ἀ­γρο­του­ρι­σμοῦ. Στὸ νέ­ο ἀ­γρο­τι­κὸ χῶ­ρο τὸ το­πί­ο θὰ προ­ω­θεῖ καὶ θὰ που­λᾶ προϊόν­τα καὶ τὰ προϊόν­τα το­πί­ο. Ὁ ἐ­πι­σκέ­πτης–του­ρί­στας ἐρ­χό­με­νος στὴν ὕ­παι­θρο νὰ συμ­με­τέ­χει σὲ ἀ­νά­λο­γες δρα­στη­ρι­ό­τη­τες. Ἐν­δει­κτι­κὲς εἶ­ναι:
α. Πα­ρα­τή­ρη­ση οἰ­κο­συ­στή­μα­τος που­λι­ῶν, πα­νί­δας, χλω­ρί­δας, ἐ­πι­σκέ­ψεις σὲ ὑ­δρο­βι­ό­το­πους.
β. Ἀ­θλή­μα­τα πε­ρι­πέ­τειας (ρά­φτιν, πε­ζο­πο­ρί­α, ἱπ­πα­σί­α).
γ. Πο­λι­τι­στι­κὲς πε­ρι­η­γή­σεις (ἐ­πι­σκέ­ψεις σὲ Μο­να­στή­ρια, Ἐκ­κλη­σί­ες, Λα­ο­γρα­φι­κὰ μου­σεῖ­α, βι­ο­τε­χνι­κὰ μου­σεῖ­α, πα­ρα­δο­σια­κοὺς οἰ­κι­σμοὺς, ἀρ­χαι­ο­λο­γι­κοὺς χώ­ρους).
δ. Γα­στρο­νο­μί­α, Ἑλ­λη­νι­κὴ κου­ζί­να, οἰ­νο­ποι­εῖ­α, το­πι­κὰ προϊόν­τα.
Σὲ αὐ­τὸ τὸ συν­δυα­σμὸ ἔ­χουν στρα­τη­γι­κὸ ρό­λο οἱ δρό­μοι τοῦ κρα­σιοῦ, τοῦ λα­διοῦ, τῶν θερ­μῶν λου­τρῶν ἀ­να­ψυ­χῆς γιὰ νέ­ους καὶ ἡ­λι­κι­ω­μέ­νους.

Ἔ­ξυ­πνες μορ­φὲς του­ρι­σμοῦ ποὺ προ­σφέ­ρουν πα­ρα­μο­νὴ σὲ ἀρ­χι­τε­κτο­νι­κὰ κα­τα­λύ­μα­τα σ᾿ ἕ­να ἤ­ρε­μου τύ­που ἀ­γρο­τι­κὸ το­πί­ο.
Στὸν το­μέ­α τῆς βι­ο­λο­γι­κῆς καλ­λι­έρ­γειας εἴ­μα­στε πο­λὺ πί­σω. Ὑ­πάρ­χουν πολ­λὰ πε­ρι­θώ­ρια, σὲ σύγ­κρι­ση μὲ ἄλ­λες Εὐ­ρω­πα­ϊκὲς χῶ­ρες. Στὴν Αὔ­ρα Τρι­κά­λων, ἕ­νας ἀ­πό­φοι­τος πα­νε­πι­στη­μί­ου, ποὺ ἀ­σχο­λή­θη­κε μὲ τὴ βι­ο­λο­γι­κὴ ἐ­κτρο­φὴ ἀ­γε­λά­δων καὶ προ­βά­των, ἔ­χει ἤ­δη κα­τα­κτή­σει τὴν Ἰ­τα­λι­κὴ ἀ­γο­ρὰ κρέ­α­τος. Μί­α ἄλ­λη πε­ρί­πτω­ση, ἀ­πὸ πολ­λὲς ποὺ μπο­ρεῖ κα­νεὶς νὰ ἀ­να­φέ­ρει, εἶ­ναι, δύ­ο ἀ­δέλ­φια ἀ­πὸ τὴ Βό­ρεια Ἑλ­λά­δα κα­τέ­κτη­σαν τὴν παγ­κό­σμια ἀ­γο­ρὰ μὲ πα­ρα­δο­σια­κὰ οἰ­κο­λο­γι­κὰ, σπι­τι­κὰ προϊόν­τα (γλυ­κὰ τοῦ κου­τα­λιοῦ, μαρ­με­λά­δες, ζυ­μα­ρι­κὰ κ.λ.π).
Τὶς τε­λευ­ταῖ­ες δε­κα­ε­τί­ες ἀ­να­δει­κνύ­ε­ται ἡ ἀ­ξί­α τῶν πα­ρα­δο­σια­κῶν βι­ο­λο­γι­κῶν τυ­πι­κῶν προϊόν­των ἑ­νὸς τό­που, μί­ας πε­ρι­φέ­ρειας π.χ. ἡ Σπι­ρου­λί­να τῶν Σερ­ρῶν (λέ­γε­ται ὅ­τι τρο­φο­δο­τεῖται ἡ ΝΑΣΑ, γιὰ τοὺς ἀ­στρο­ναῦ­τες), τὰ μα­νι­τά­ρια τῆς Πι­ε­ρί­ας, ὁ κρό­κος τῆς Κο­ζά­νης κ.λ.π. Ἕ­να ἄλ­λο φυ­τό, ποὺ τὰ τε­λευ­ταῖ­α χρό­νια καλ­λι­ερ­γεῖ­ται ἀ­πὸ πολ­λοὺς πα­ρα­γω­γοὺς στὴν Ἑλ­λά­δα, εἶ­ναι τὸ ἱπ­πο­φα­ές, ἕ­να φυ­τὸ ποὺ οἱ καρ­ποὶ του ἔ­χουν φαρ­μα­κευ­τι­κὲς ἰ­δι­ό­τη­τες.

4

Ὅ­σοι ἀ­σχο­λοῦν­ται ἢ θὰ ἀ­σχο­λη­θοῦν μὲ τὴ γε­ωρ­γί­α, θὰ πρέ­πει νὰ ἐ­πι­σκέ­πτον­ται τὰ ἁρ­μό­δια ὄρ­γα­να καὶ ὑ­πη­ρε­σί­ες, προ­κει­μέ­νου νὰ βελ­τι­ώ­σουν τὶς γνώ­σεις τους γιὰ κα­λύ­τε­ρη πα­ρα­γω­γή.
Οἱ τε­λευ­ταῖ­ες δε­κα­ε­τί­ες ἀ­πέ­δει­ξαν, ὅ­τι οἱ γε­ωρ­γοὶ καὶ οἱ ἀ­γρό­τες δὲν μπο­ροῦν νὰ κι­νη­θοῦν μὲ ἀ­πόλ­υ­τη ἐ­πι­τυ­χία στὸ νέ­ο παγ­κό­σμιο πε­ρι­βάλ­λον, οὔ­τε ὡς σύ­νο­λα, οὔ­τε ὡς ἰ­δι­ῶ­τες. Νέ­ες μορ­φὲς ἀλ­λη­λεγ­γύ­ης καὶ συ­νερ­γα­σί­ας συλ­λο­γι­κῶν ὁ­μά­δων καὶ ἰ­δι­ω­τῶν μπο­ροῦν νὰ συγ­κρο­τήσουν ἕ­να νέ­ο πε­ρι­βάλ­λον καὶ μί­α ἄλ­λη ἀ­τμό­σφαι­ρα κοι­νό­τη­τας. Ὁ ἀν­τα­γω­νι­σμὸς καὶ ἡ συ­νερ­γα­σί­α πρέ­πει νὰ ἐ­ξε­λίσ­σον­ται σὲ ἕ­να δη­μι­ουρ­γι­κὸ πε­δί­ο, σὲ ἕ­να πε­δί­ο ἀλ­λη­λεγ­γύ­ης.
Νὰ ἀ­να­τρα­πεῖ ἡ τά­ση ἀ­να­ζή­τη­σης ἐρ­γα­σί­ας στὶς πό­λεις καὶ νὰ δι­ο­χε­τευ­τεῖ αὕτη πρὸς τὴν ὕ­παι­θρο. Νὰ βγεῖ ὁ ἀ­γρό­της ἀ­πὸ τὴν κοι­νω­νι­κὴ ὑ­πο­βάθ­μι­ση καί τὴν πε­ρι­θω­ρι­ο­ποί­η­ση. Στὸ μέλ­λον κύ­ρος θὰ ἔ­χει καὶ αὐ­τὸς ποὺ πα­ρά­γει κα­λὸ κρα­σί, κα­λὸ λά­δι, κα­λὸ τυ­ρί.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.

Ζα­χα­ρής Εὐ­στάθι­ος. Γε­ωρ­γι­κὴ καὶ συ­νε­ται­ρι­στι­κὴ οἰ­κο­νο­μί­α. Ἀ­θή­να 1995.
Με­σο­γεια­κὸ Ἀ­γρο­νο­μι­κὸ ἰν­στι­τοῦ­το Μον­πε­λι­έ. Δι­α­τρο­φὴ καὶ γε­ωρ­γί­α στὴ Με­σό­γει­ο. Ἀ­θή­να 1986.
Προ­βα­τᾶς Δη­μή­τριος. Ἐγ­χει­ρί­διο ἐ­πι­χει­ρη­μα­τι­κῆς γε­ωρ­γί­ας. Ἀ­θή­να 2007.
Χα­ρα­λαμ­πί­δης Μι­χα­ήλ. Ἀ­γρο­φι­λί­α. Ἀ­θή­να 2002.