Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2018

Γ.Ιωσήφ Βατοπαιδινός 1993: "Εγώ δεν θα ζω, παιδί μου, εσείς όμως θα ζήτε όταν θα πάρουν το κεφάλαιο από την Ελλάδα και δὲν θα υπάρχουν χρήματα, έρχονται πολύ δύσκολες ημέρες"

Τὸν Μάρτιο τοῦ 1985, ὅταν ὅλα βρίσκονταν σὲ πλήρη εὐδαιμονία, ἔγραφε σὲ πνευματικά του παιδιά: ῾῾Ὁ Θεὸς νὰ σώσῃ τὴν φυλὴν μας ἀπὸ τὸ κατρακύλισμα τῆς οἰκονομίας, γιατὶ εἶναι ἀπὸ τὰ πιὸ σοβαρά᾿᾿



(Ἀρχιμ. Ἐφραὶμ Βατοπαιδινοῦ. Γέρων Ἰωσὴφ Βατοπαιδινὸς)

«ἧταν δεκαπέντε χρόνων...ξαφνικὰ τὸν ἐπισκέφθηκε ἕνα ὑπερκόσμιο, ἱλαρὸ φῶς καὶ ἀναζωογόνησε τὰ αἰσθητήρια τῆς πληγωμένης ἀπὸ τὴ θλίψη ψυχῆς του. Μέσα στὸ φῶς αὐτὸ πρόβαλε ἡ εἰρηνική, παρακλητικὴ καὶ γεμάτη ἀγάπη μορφὴ τοῦ Κυρίου. Ἐμφανίστηκε σὲ αὐτὸν ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ τοῦ εἶπε: ῾῾Σωκράτη, γι’ αὐτὸ ἔπλασα τὸν ἄνθρωπο; Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀθάνατος᾿᾿»
(σσ. 37-38).

«σὲ ὅσο βάθος αὐτομεμψίας καὶ ἄν φθάσεις, αὐτὸ εἶναι ἀληθινό»
(σ. 55).

«ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος: Ὁ γερο-Ἰωσὴφ εἶναι διδάκτωρ τῆς νοερᾶς προσευχῆς»
(ὅπ. πρ. σ. 199).

«μελετώντας τὰ ἔργα τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ νέου θεολόγου καὶ προσευχόμενος παράλληλα στὸν ἅγιο, ἔγινε τόσο πολὺ αἰσθητὴ ἡ παρουσία τοῦ ἁγίου, ποὺ τοῦ προκάλεσε αἰδῶ καὶ συστολή. ῾῾Συνεστάληκα᾿᾿, ἔλεγε, ῾῾μὴ τὸν ἀκουμπήσω᾿᾿...κάποτε δὲν καταλάβαινε ἕνα δυσνόητο χωρίο τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ ὁμολογητοῦ καὶ ἐμφανίστηκε ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος καὶ τοῦ τὸ ἑρμήνευσε»
(ὅπ. πρ. σ. 199).

«Στὴν Λευκωσία...Ἄρχισε νὰ προσεύχεται μὲ δάκρυα συμπονώντας τὸ δράμα τῆς γυναικός καὶ τότε...Ὁ νεκρὸς ἀνασηκώθηκε, ἀναζήτησε τὴ συζυγό του ποὺ ἦταν ἔκπληκτη, ἀντάλλαξαν τὸν ἀσπασμὸ τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀγάπης καὶ ἀποχαιρετώντας την κοιμήθηκε πάλι στὰ χέρια τῆς συζύγου του καὶ τοῦ ἔκλεισε ἡ ἴδια τὰ μάτια»
(ὅπ. πρ. σσ. 263-264).

«ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Παντάνασσας ἄρχισε νὰ εὐωδιάζει πάρα πολὺ καὶ αὐτὴ ἡ εὐωδία συνέχισε μέχρι καὶ τὸ λιμάνι τῆς Λεμεσσοῦ. Εὐωδίαζε ὅλο τὸ λιμάνι ἐκεῖ, ἀλλὰ καὶ στὸ ταξίδι»
(ὅπ. πρ. σ. 291).

«Τὸν Μάρτιο τοῦ 1985, ὅταν ὅλα βρίσκονταν σὲ πλήρη εὐδαιμονία, ἔγραφε σὲ πνευματικά του παιδιά: ῾῾Ὁ Θεὸς νὰ σώσῃ τὴν φυλὴν μας ἀπὸ τὸ κατρακύλισμα τῆς οἰκονομίας, γιατὶ εἶναι ἀπὸ τὰ πιὸ σοβαρά᾿᾿. Τὸ 1993...῾῾Ἐγὼ δὲν θὰ ζῶ, παιδί μου, ἐσεῖς ὁμως θὰ ζῆτε ὅταν θὰ πάρουν τὸ κεφάλαιο ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα καὶ δὲν θὰ ὑπάρχουν χρήματα, ἔρχονται πολὺ δύσκολες ἡμέρες᾿᾿»
(ὅπ. πρ. σσ. 363-364).

«ἀπὸ τὸ 1987 ἕως τὸ 1990, ὁπότε ἔγινε κοινόβιο τὸ μοναστήρι καὶ λύθυκαν τὰ μεγάλα προβλήματα, ὁ γέροντας νήστευε τὰ τρία αὐτὰ συνεχόμενα χρόνια χωρὶς νὰ γευθεῖ τὸ λάδι»
(ὅπ. πρ. σ. 399).

5/8/2000: «τὰ παιδιὰ...εἶπαν ὅτι εἶδαν τὴν Παναγία μας καὶ μιὰ ἄλλη ἁγία μὲ μαύρη καὶ ἄσπρη ἐνδυμασία ἀντίστοιχα. Καὶ πρόσθεσαν ὅτι πῆγε ὁ γέροντας μὲ τὸ αὐτοκίνητο, τὸν κατέβασαν καὶ εἶχε γιατροὺς στὸ ἑλικόπτερο καὶ τοῦ ἔβαλαν καλώδια στὸ στῆθος. Ὁ γέροντας καθόταν μέσα στὸ ἑλικόπτερο. Μπῆκε μετὰ καὶ ἕνας ἄλλος μοναχός, μετὰ ἡ Παναγία καὶ ἀναχώρησαν. Μᾶς τὸ εἶπαν τέσσερις, πέντε φορές...Πολὺ ἀργότερα ἐκμυστηρεύτηκε σὲ ἕνα ἀδελφὸ ὅτι ῾῾ἡ γυναῖκα ἡ ντυμένη στὰ μαύρα ἦταν ἡ Παναγία, ἀλλὰ αὐτὴ στὰ ἄσπρα ἦταν ἡ ἁγία Αἰκατερίνη» τῆς ἐκκλησίας τοῦ χωριοῦ του
(ὅπ. πρ. σσ. 477-478).

«Ὅταν ἔγραφα τὸ τελευταῖο βιβλίο Ἀθωνικὴ μαρτυρία, αἰσθάνθηκα πολλὲς φορὲς τὸν Γέροντα» Ἰωσὴφ τὸν Ἡσυχαστῆ «νὰ στέκεται δίπλα μου. Γι’ αὐτὸ καὶ αὐτὸ τὸ ἔργο δὲν εἶναι ἀνθρώπινο»
(ὅπ. πρ. σ. 485).

14/7/2007: «Ὁ ἅγιος Παντελεήμονας ἦταν, εἶναι ἡ βάσις τῆς» κατὰ σάρκα «οἰκογενείας μας...Μοῦ ἔφερε τὴν μητέρα μου, χαϊδευτικὰ μοῦ φώναζε ἡ μητέρα ῾῾ἔλα, ἔλα, ἔλα᾿᾿»
(ὅπ. πρ. σ. 491).

24 ἤ 24 ἤ 26/6/2009: «ἐγὼ εἰμαι ἐδῶ καὶ περιμένω τοὺς ἁγίους Ἀναργύρους νὰ ἔρθουν νὰ πᾶμε». (ὅπ. πρ. σ. 492. Κοιμήθηκε 1/7/2009 τῶν ἁγίων Ἀναργύρων).

Κοινωνοῦσε «ὄχι ἁπλως μὲ δάκρυα, ἀλλὰ μὲ λυγμοὺς καὶ γενόμενος μούσκεμα στὰ δάκρυα...κανεὶς ποτὲ δεν τὸν εἶδε νὰ κοινωνήσει χωρὶς αὐτὰ τὰ δάκρυα»
(ὅπ. πρ. σ. 498).

«Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴν ῾῾ἐσχάτην ἡμέραν᾿᾿ γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο, αὐτὸς ἔχει σημασία»
(ὅπ. πρ.)

«Κοιμήθηκε ὁ μακάριος γέροντας τὴν 1ην Ἰουλίου 2009 καὶ μετὰ ἀπὸ μιάμισυ ὥρα περίπου χαμογέλασε»
(ὅπ. πρ. σ. 502).

«μετὰ τὸν θάνατό του παρουσιάστηκε καὶ παρηγόρησε πολλοὺς»
(ὅπ. πρ. σ. 504).

περισσότερα στο βιβλίο της Ι.Μ.Βατοπαιδίου