Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2020

Οι αγώνες του Γέροντα Ευθύμιου με τους δαίμονες και άλλα θαυμαστά περιστατικά


Ἐμπαιγμός τοῦ «κόσμου».

Τήν διά Χριστόν σαλότητα δέν τήν ἀσκοῦσε μόνον ὁ ἴδιος. Τήν «συνιστοῦσε» ἐπίσης καί σ’ αὐτούς πού διάγουν μέσα στόν κόσμο.
Μοῦ ἔλεγε γιά τόν Γέροντα μας, τόν Ἀρχιμανδρίτη π. Μάξιμο Ψιλόπουλο, πού εἶχε ἀξιόλογη ἱεραποστολική δράση στήν Θεσσαλονίκη: -«Ὁ γέροντας πρέπει ἤ νά φεύγει ἤ νά ἐμπαίζει τόν κόσμο». Ἔλεγε καί ὁ ὅσιος Κυριακός ὁ Ἀναχωρητής: «Ἤ φεύγων φεῦγε ἤ ἐμπαίζων ἔμπαιζε τόν μάταιον καί ἀπαταιῶνα κόσμον».
Τά λόγια τοῦ Γερο-Εὐθύμιου ταίριαζαν μέ αὐτά τοῦ ὁσίου Κυριακοῦ ὅπως καί μέ τό περίφημο πατερικό ἀπόφθεγμα τοῦ Ἀββᾶ Ὤρ: «Ἤ φεύγοντας νά ἀποφεύγεις τούς ἀνθρώπους (μέ τήν συνεχή ἀναχώρηση, ἤ περιγέλασε τόν κόσμο καί τούς ἀνθρώπους, κάνοντας τόν τρελλό στίς περισσότερες τῶν περιπτώσεων»[39].
Βλέπουμε ἐδῶ τήν λιπαράν[40] γνῶσιν τῶν πατερικῶν κειμένων πού εἶχε ὁ Γέροντας. Ἐπίσης διαφαίνεται ὅτι οἱ διάφορες σαλότητές του ἦταν «συνειδητές», «ἑκούσιες» καί ὄχι παραξενιές ἑνός ἀποτυχημένου Καλόγερου. Ἤξερε πολύ καλά ὁ Γέροντας τί ἔκανε καί τί ἔλεγε ὅταν ἐνέπαιζε τόν «κόσμο».
«Κόσμος» βέβαια εἶναι οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὑποδουλωμένοι στό κοσμικό πνεῦμα (δηλ. οἱ ἄνθρωποι πού
ζοῦν ἐκτός Ἐκκλησίαςω -ἀκόμη καί ἄν φοροῦν ράσο- λατρεύοντας τό χρῆμα, τίς σαρκικές ἡδονές καί τήν γήϊνη, μάταιη δόξα).
Δέν εἶναι «κόσμος» οἱ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί μας, πού ζοῦνε μέν ἐκτός Ἁγίου Ὄρους, ἀλλά ἐντός τῆς Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Αὐτοί δέν εἶναι «κοσμικοί», ἀλλά «οὐρανοπολίτες»· τά ζωντανά κύτταρα τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ ἔγγαμοι ἤ ἄγαμοι.
Οἱ «ἐν τῷ κόσμῳ» ἀδελφοί μας, αὐτοί πού ἀγωνίζονται ζώντας ὀργανικά ἐνταγμένοι στήν μόνη ἀληθινή Ἐκκλησία[41] δέν εἶναι διαφορετικοί, οὔτε ἔχουν διαφορετικό εὐαγγέλιο ἀπό τούς Ἁγιορεῖτες.
Μέ συμβούλευε ἐπίσης ὁ μακαριστός π. Εὐθύμιος νά ἐπικοινωνῶ μέ τόν Γέροντα συχνά, διά τοῦ τηλεφώνου, ἀφοῦ παρέμενε ἀρκετό καιρό «ἔξω», στή Θεσσαλονίκη. Αὐτό θά συντελοῦσε στό νά μήν χάνω τήν ἐπικοινωνία μαζί του καί τήν ὑπακοή.
Μέσα ἀπό αὐτές τίς συμβουλές του γιά τό πῶς πρέπει νά κινούμαστε ὅταν βρισκόμαστε ἐκτός Ἁγίου Ὄρους, διαφαίνεται ἡ φιλοσοφία του καί ἡ σκόπιμη, συνειδητοποιημένη διάθεσή του νά ἐμπαίξει τόν «κόσμο» καί τόν «κοσμοκράτορα», τόν διάβολο.
Ἡ διά Χριστόν σαλότητα εἶναι μεγάλο πνευματικό χάρισμα πού δίνεται σ’ αὐτούς, πού εἶναι πολύ ταπεινοί καί ὑπάκουοι. Εἶναι μία μορφή ἄκρας ἑκούσιας ταπείνωσης καί αὐτοεξευτελισμοῦ, ἔτσι ὥστε νά σκηνώσει πλούσια ἡ Θεία Χάρη μέσα στόν αὐτοεξουδενούμενο «σαλό».





Ἡ ὁσία Ξένια Πετρουπόλεως, διά Χριστόν σαλή(https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEie7sA-sfNBtJi4wSWPj4UIyKPgEr_mJLe-S3hSxzIPb6HRYUrnhuoxz0zCpBn6qrSCe1_c3PJhc931H9GmvXun2WP2SH6R8xEZgyNvFHN-ZZw8TKTe3GbO5Vw7eFG9mQay8xo2SSfZm6pa/s320/OsiaXeniaPetersburg01.jpg)

Στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία ἔχουμε πολλούς διά Χριστόν σαλούς ἁγίους, ὅπως τόν Ὅσιο Ἀνδρέα πού ἔζησε στήν Κωνσταντινούπολη, τόν Ὅσιο Μάξιμο τόν Καυσοκαλύβη, πού ἔζησε στό Ἅγιον Ὄρος, τήν Ὁσία Ξένια πού ἔζησε στήν Ἁγία Πετρούπολη κ.λ.π. Ἡ ἄκρα ταπείνωση αὐτῶν τῶν ἁγίων τούς ἀνέδειξε μιμητάς τοῦ Χριστοῦ Μας καί κατοικητήρια τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Ἡ Βίγλα ἀπό ψηλά.


Οἱ ἀγῶνες του μέ τούς δαίμονες.

Εἶχε ἀγῶνα μέ τούς δαίμονες ἀλλά δέν τά «πολυέλεγε». Ἕνα πρωί μέ σοβαρό ὕφος ἀποκάλυψε στό διακονητή του, ὅτι τήν νύκτα εἶχε δαιμονική ἐπίθεση. Ἦταν ἀνδρεῖος ἀγωνιστής. Ἤξερε ὅτι «ὅπου εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ἐκεῖ ἐπακολουθεῖ, ὡσάν σκιά, ὁ διωγμός καί ἡ πάλη»[42] ἀπό τούς δαίμονες· καθώς καί ἀπό τούς δεχομένους τίς δαιμονικές ἐπηρροές ἀνθρώπους.

Ἡ ἅγια βία συνεχίζεται

Στή Μ. Λαύρα, στό μισοχαλασμένο κελλί του, ὅταν εἶχε πειρασμό σηκωνόταν καί ἔκανε μετάνοιες, παρ’ ὅλο τό προχωρημένο τῆς ἡλικίας του.
-«Ὅταν σκιρτᾶ τό σῶμα σηκώνομαι καί κάνω μέχρι 50 μετάνοιες. Μετά κόβονται τά γόνατα» μοῦ εἶπε κάποτε.
-«Κομποσχοίνια» τοῦ λέω «πόσα κάνεις κάθε μέρα;»
-«Κομποσχοίνια ουουουΟΥ! »... μοῦ εἶπε ἐμφαντικά, κουνώντας μέ νόημα καί τά χέρια του. Ἐννοοῦσε ὅτι ἔκανε πάρα πολλά (ἀμέτρητα). ---«Φωνάζω μέσα μου» συμπλήρωσε...
Ἀσκοῦσε τήν ἐσωτερική νοερά καρδιακή προσευχή, κραυγάζοντας ἐσωτερικά πρός τόν Κύριο. Εἶναι ἀκριβῶς αὐτό, πού ἔκανε καί ὁ ἀνώνυμος ἡσυχαστής, ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου :«Νηπτική Θεωρία».
Στό κρεββάτι του, ἀπό ψηλά ἐπάνω, κρεμόντουσαν ἀπό τροχαλίες δύο τεράστια τριακοσάρια κομβοσχοίνια, ἕνα ἀπό κάθε πλευρά. Τά εἶχε ἔτσι, ὥστε ὅταν γύριζε πλευρό, νά μπορεῖ νά συνεχίζει την προσευχή του, ἀφήνοντας τό ἕνα καί πιάνοντας τό ἄλλο.
Προσευχόταν συνεχῶς. Προσευχόταν ὀνομαστικά γιά ὅλους. Εἶχε ἐπίσης πολλά διάσπαρτα μανδήλια στό κελλί του, προφανῶς γιά νά σκουπίζει τά δάκρυά του.
Διαβάζουμε στόν Βίο τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου: «Περί τούτου τοῦ ὁσίου λένε, ὅτι ὅλα τά χρόνια τῆς ζωῆς του φτιάχνοντας ζεμπίλια, εἶχε καί ἕνα παλαιό μανδήλι στόν κόλπο του, μέ τό ὁποῖο σπόγγιζε τά δάκρυα τῶν ματιῶν του»[43].
Ὅταν πήγαινα μ’ ἔβαζε νά καθήσω σ’ ἕνα κρεβάτι - οἱ καρέκλες ἦταν ἀμφιβόλου σταθερότητας - καί αὐτός καθόταν δίπλα μου. Καμμιά ἄνεση δέν ὑπῆρχε στό κελλί του.
Σέ κάποια ἑορτή-πανήγυρη τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου μέ ρώτησε τί φαγητό εἶχαν στήν Τράπεζα. Τοῦ λέγω:
-«Ψάρι».
-«Ἔ...» μοῦ λέγει «μπορεῖ νά φάω καί ἐγώ λίγο ψάρι σήμερα». Καρπούζι δέν ἔτρωγε.
-«Βαρυέμαι νά πηγαίνω στό ἀναγκαῖο[44] συνέχεια»! μᾶς ἔλεγε, γιά νά καλύπτει καί αὐτήν τήν ἄσκησή του.

.Μ. Μεγίστης Λαύρας


Ἡ πολύ δυνατή προαίρεσή του γιά τόν Θεό.

Κάποτε μοῦ λέει μέ ἔντονο ὕφος καί δυνατά:
-«Ξέρεις τί θέλει ὁ Θεός περισσότερο ἀπό μᾶς; Τί μᾶς χρειάζεται πάνω ἀπό ὅλα;»
-«Τί Γέροντα;»
-«Προαίρεση μᾶς χρειάζεται!!! Προαίρεση!!!» ἔλεγε καί τό φώναζε δυνατά μ’ ὅλη τήν στεντόρεια γεροντική φωνή του, πού ἔβγαινε ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς του.
Πράγματι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, φωτισμένοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, μᾶς ἀποκάλυψαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος συμβάλλει στήν σωτηρία του καταθέτοντας τήν προαίρεση, τήν θέλησή του στόν Θεό. Τότε ἀναδεικνύεται συνεργός τοῦ Θεοῦ.
Τότε ἡ Θεία Χάρη ἐπισκιάζει τόν ἄνθρωπο. Ἐπισκιάζει αὐτόν πού ἐλεύθερα, μέ τήν θέλησή του, πλησιάζει τόν Χριστό. Τά ἔργα τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι ἱκανά νά τόν σώσουν. Ἄλλωστε τίποτε δέν μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος χωρίς τήν Θεία Χάρη.
«Ἄνευ ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»[45] μᾶς εἶπε ὁ Κύριος.
Ἐκεῖνο μόνο, πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι νά προαιρεῖται τήν σωτηρία του, δηλ. νά μήν ἀντιστέκεται στήν «λεπτή αὔρα»[46] τοῦ Θεοῦ πού τόν παρακινεῖ: «Ἐλθέ μετ’ Ἐμοῦ» καί «Μεῖνον ἐν Ἐμοί, κἀγώ ἐν σοί»[47]...
Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ καρπός τῆς συνεργασίας δύο βουλήσεων, δύο θελήσεων: τῆς Θείας καί τῆς ἀνθρώπινης. Ὁ ἄνθρωπος προαιρεῖται καί ἡ Θ. Χάρις ἐνεργεῖ («ποιεῖ») τήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ἀνθρώπινη συνέργεια ἔγκειται στό νά μήν ἀντισταθεῖ ὁ ἄνθρωπος, μέ τήν κακή του προαίρεση στήν «Θεία παρακίνηση», ἀλλά ἀντίθετα νά κινηθεῖ ἑκούσια καί ἀγαπητικά πρός τόν Θεό.
Ὅσο ἐντονώτερα καί θερμότερα, ὅσο μέ μεγαλύτερη προαίρεση, ἀποφασιστικότητα καί δυναμισμό κινηθεῖ, τόσο ἀγαθότερα, ὑψηλότερα, τελειότερα, ἁγιότερα θά εἶναι τά ἀποτελέσματα τῆς ἐπίγειας βιοτῆς του. Τελικός δέ καρπός θά εἶναι ἡ Αἰώνια Ζωή καί Βασιλεία.

Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας(Ἡ φιάλη)


Ποτέ ἀπελπισία, ποτέ ἀπόγνωση.

Ὁ Γερο-Εὐθύμιος «ἔβαλε» πολύ μεγάλη προαίρεση στήν ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ.
Κάθε ἡμέρα «ἔβαζε ἀρχή μετανοίας» καί ποτέ δέν ἀπέκαμνε στό πνευματικό ἔργο.
Ὅπως γράφεται στό Γεροντικό: «Αὐτή εἶναι ἡ δύναμη τῶν Ἁγίων· ὅταν πέφτουν νά μήν ἀποκάμνουν (νά μήν ἀπελπίζονται) ἀλλά νά βάζουν πάλι ἀρχή». Ἡ ἀπελπισία, ἡ ἀπόγνωση, ἡ παραίτηση ἀπό τόν πνευματικό ἀγῶνα, εἶναι τό ἰσχυρότερο ὅπλο τοῦ πονηροῦ, μέ τό ὁποῖο πολεμᾶ τόν ἀγωνιστή Χριστιανό.
Ἅγιος τελικά πετυχαίνει νά γίνει αὐτός πού δέν ἀπελπίζεται καί ὄχι αὐτός πού δέν πέφτει. Σιγά-σιγά βέβαια, μέ τήν βοήθεια τῆς Θείας Χάρης ὁ ἄνθρωπος φθάνει νά μήν πέφτει, νά μήν ἁμαρτάνει. Ἀλλά γιά νά φθάσει σ’ αὐτό τό μέτρο θά πρέπει νά μήν ἀποκάμνει ὅταν πέφτει, νά μήν ἀπελπίζεται, νά ἔχει αὐτήν τήν «δύναμη τῶν ἁγίων»
Ἅγιος γίνεται αὐτός πού σηκώνεται μετά τήν ἁμαρτία καί συνεχίζει μέ περισσότερη ταπείνωση καί λιγότερη αὐτοπεποίθηση τόν πνευματικό του ἀγῶνα, μέχρι νά φτάσει μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά μήν ἁμαρτάνει.
Μαθαίνει μέσα ἀπό τίς πτώσεις του νά μήν ἐμπιστεύεται καθόλου τόν ἑαυτό του, ἀλλά νά ἔχει μία τέλεια πεποίθηση στόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν ἔχει τήν αἴσθηση ὅτι εἶναι προχωρημένος πνευματικά καί ξαφνικά ὀπισθοδρόμησε (λόγῳ τῆς ὅποιας πτώσης του), ἀλλά ἀντίθετα ἔχει τήν αἴσθηση ὅτι ἀκόμη δέν «ἔβαλε ἀρχή».
Μᾶς λέγουν οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅτι μ’ αὐτό τό αἴσθημα πρέπει νά ζοῦμε: Δηλ. μέ τό αἴσθημα ὅτι δέν ἔχουμε κάν ξεκινήσει νά μετανοοῦμε.
Μπορεῖ ἄραγε ὁ ἄνθρωπος κάθε ἡμέρα νά «βάζει ἀρχή;»
Καί ἀπάντησε ἕνας μεγάλος Γέροντας, ὁ Ἀββᾶς Σιλουανός: «Ἐάν εἶναι ἀληθινός ἐργάτης (τοῦ Εὐαγγελίου) μπορεῖ κάθε στιγμή νά βάζει ἀρχή»[48].
Χαρακτηριστικὴ εἶναι καὶ ἡ προσευχὴ τοῦ ἀββᾶ ᾿Αρσενίου: «Θεέ μου, Θεέ μου, μή μέ ἐγκαταλείπεις, διότι τίποτα τό καλό δέν ἔκανα· ἀλλά δός μου σύμφωνα μέ τήν ἀγαθότητα καί τήν ἐπιεικειάν Σου τήν Χάρη Σου, ὥστε νά βάλω ἀρχή (μετανοίας)»[49]. Αὐτούς τούς Ἁγίους μιμήθηκε ὁ Γέροντας Εὐθύμιος. Γι’αὐτό ἀκριβῶς καί ὑψώθηκε τόσο πολύ πνευματικά.
Καθημερινά ἀσκοῦσε αὐτήν τήν ἅγια εὐαγγελική βία στόν ἑαυτό του[50], μή θεωρώντας ὅτι ἔχει προοδεύσει ἔστω καί λίγο. Ἀντίθετα ζοῦσε κάθε στιγμή σάν ἕνας πρωτάρης· σάν νά ξεκινοῦσε ἐκείνη τήν στιγμή τήν πνευματική του ζωή. Ἔλεγε κάθε ἡμέρα στόν ἑαυτό του αὐτό πού ἔλεγε καί ὁ Μέγας



Ἀρσένιος:
-«Διό ἐξῆλθες;», δηλ. «Γιά ποιό λόγο βγῆκες ἀπό τόν κόσμο;»[51].

Ἀπόσπασμα ἀπό τό Βιβλίο: Ἱερομονάχου Σάββα, Ἕνας ἀπό τούς τελευταίους.
hristospanagia.blogspot.com