Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2016

Γιατί τιμάμε την ελληνική σημαία

Ηλίας Ευαγγελόπουλος

Σήμερα, που επικρατεί παντού το γκρίζο, το επίσημο χρώμα της παγκοσμιοποίησης έχουμε χρέος όλοι όσοι διδαχτήκαμε τα ελληνικά γράμματα μέσα από απλά παραδείγματα και ιστορικά γεγονότα, να γνωρίσουμε κυρίως στη νέα γενιά που μεγαλώνει διδασκόμενη τα ονομαζόμενα “άθεα γράμματα”
ηθικές αξίες, αρχές και παραδόσεις τις οποίες οι δάσκαλοί τους και οι γονείς τους δεν φρόντισαν να τους διδάξουν.  Μια τέτοια ιστορία είναι και του καπετάν Παπαδήμου.
Κατά την πρώτη φάση του ένοπλου Μακεδονικού αγώνα και ιδιαίτερα από το 1878 έως και το 1897 στη Δυτική Μακεδονία έχουμε μια έντονη και συνεχή επαναστατική δραστηριότητα. Δρούσαν εικοσιπέντε επαναστατικά ανταρτικά σώματα και ένα από αυτά ήταν του Παπαδήμου ή καπετάν Παπά. Ο οπλαρχηγός Παπαδήμος καταγόταν από το παραλίμνιο χωριό Αυλές που βρίσκεται κοντά στην κωμόπολη των Σερβίων. Το 1871, σε ηλικία τριάντα πέντε ετών, χειροτονήθηκε διάκονος και στη συνέχεια πρεσβύτερος.
Το 1878 ξεσηκώθηκε ο μακεδονικός ελληνισμός για ν’ αποτρέψει τους θανάσιμους κινδύνους που τον απειλούσαν, ιδιαίτερα με όσα σε βάρος του προέβλεπε η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Ο Παπαδήμος μπήκε στον αγώνα με την εμφάνιση των πρώτων επαναστατικών σωμάτων. Το βράδυ έκανε επιδρομές και το πρωί ήταν παρών στα ιερά του καθήκοντα, έχοντας κρυμμένα τα όπλα του κάτω από την Αγία Τράπεζα της εκκλησίας του χωριού του.  Η αντιδικία του με ένα πλούσιο Τούρκο μπέη που ήθελε να του πάρει τα λίγα κτήματα που είχε, τον ανάγκασε να βγει φανερά πλέον στον αγώνα. Κατέθεσε το πετραχήλι στην Αγία Τράπεζα, άλλαξε το ράσο με την αντάρτικη φουστανέλα και ζώστηκε τα άρματα. Μαζί με πέντε συντρόφους του ανέβηκαν στο Τιτάριο όρος που βρίσκεται στ’ ανατολικά των Σερβίων. Εκεί συναντήθηκαν τυχαία με απόσπασμα εξήντα αντρών του τακτικού τουρκικού στρατού. Κατά την πολύωρη μάχη που ακολούθησε, πενήντα άντρες του τουρκικού στρατού σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν και οι υπόλοιποι δέκα αιχμαλωτίστηκαν ενώ ο Παπαδήμος και οι σύντροφοί του δεν έπαθαν τίποτα. Ως αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος το ηθικό των χριστιανών αναπτερώθηκε και πολλοί Έλληνες έσπευσαν να καταταγούν στ’ ανταρτικά σώματα. Ο Παπαδήμος έγινε ο φόβος των Τούρκων της περιοχής και οι χριστιανοί των ονόμασαν καπετάν παπά. Με την προσάρτηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα (Νοέμβριος 1881) ο Παπαδήμος εγκαταστάθηκε στην ελεύθερη Θεσσαλία και ασχολήθηκε με την γεωργία. 
Επειδή, οι ελληνικές κυβερνήσεις της εποχής εκείνης αδιαφορούσαν για την απελευθέρωση των αλύτρωτων πατρίδων, μια ομάδα αξιωματικών του στρατού ίδρυσε στην Αθήνα το Νοέμβριο του 1894 μια μυστική ιδιωτική πατριωτική οργάνωση με την ονομασία «Εθνική Εταιρία».
Τον Ιούλιο του 1896 η «Εθνική Εταιρία» έστειλε στη Μακεδονία  το πρώτο ανταρτικό σώμα υπό την ηγεσία του Δυτικομακεδόνα Αθανασίου Μπρούφα. Η είσοδος του οπλαρχηγού Μπρούφα στη Μακεδονία συνδυάστηκε με μια σπουδαία νίκη του, εναντίον τουρκικού στρατιωτικού αποσπάσματος στο βουνό Βέρμιο και συνέβαλε στην επίσπευση της εισόδου στη Μακεδονία και άλλων ανταρτικών σωμάτων.
Ο Παπαδήμος σε ηλικία εξήντα ετών αποφάσισε να οργανώσει πάλι ανταρτικό σώμα και να εισέλθει στην Μακεδονία. Παρά τα εμπόδια που του παρουσιάστηκαν και τις δύο συλλήψεις του, συγκέντρωσε τα παλικάρια του και την νύχτα της 18ης  Αυγούστου 1896 πέρασε τα σύνορα παρά την άγρυπνη παρακολούθηση του από τις αρχές. Οι Τούρκοι έχοντας μάθει από τις εφημερίδες της Αθήνας τις κινήσεις του, τον περίμεναν και το μεσημέρι της 20ης  Αυγούστου, πολυάριθμοι τουρκική δύναμη επιτέθηκε εναντίον των Ελλήνων ανταρτών.   Η δύση του ηλίου βρήκε τους Τούρκους με τριάντα νεκρούς ενώ οι Έλληνες είχαν μόνο έναν ελαφρά τραυματία. Ο Παπαδήμος ανέβασε τους άνδρες του ψηλότερα στον Όλυμπο για να βρουν ασφαλέστερο λημέρι. Επειδή όμως στο σημείο εκείνο δεν βρήκαν νερό έστειλε τρεις άνδρες του με ασκούς να φέρουν νερό από πιο χαμηλά. Υλοτόμοι που τους είδαν, τους πρόδωσαν στους Τούρκους και ισχυρή τουρκική δύναμη από τετρακόσιους άνδρες κινήθηκε γρήγορα εναντίων των Ελλήνων. Η τουρκική εμπροσθοφυλακή βρέθηκε αντιμέτωπη με τους τρεις άντρες του Παπαδήμου που πήγαν για νερό. Με μια ομοβροντία σκότωσαν τους δύο και συνέλαβαν τον τρίτο. Ο Παπαδήμος που άκουσε τους πυροβολισμούς κατάλαβε τι είχε γίνει και έδωσε εντολή στους άντρες του να κατεβούν πιο κάτω για να πιάσουν καλύτερες θέσεις, όμως δεν πρόλαβαν και έτσι αμύνθηκαν όπως – όπως στη θέση «Ξερόλακος». Παρά τη δίψα τους, αφού από την προηγούμενη μέρα είχαν να πιουν νερό, οι Έλληνες αντάρτες καλά κρατούσαν και μέχρι το μεσημέρι οι Τούρκοι μετρούσαν αρκετούς νεκρούς ενώ οι Έλληνες μόνο δύο. Νέα τουρκική δύναμη έφτασε από την Ελασσόνα και τους ενίσχυσε. Ο Παπαδήμος για να εμψυχώσει και ενθαρρύνει τους άνδρες του, σηκώθηκε από το προκάλυμμα του και ύψωσε την ελληνική σημαία.  Την ίδια στιγμή ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του ο Αγγελόπουλος καθώς εξάντλησε τα φυσίγγια του, άφησε και αυτός το προκάλυμμα του κι έσπευσε στο πλευρό του όρθιου αρχηγού του, με το περίστροφο στο χέρι ρίχνοντας κατά του επικεφαλής Τούρκου αξιωματικού. Πολλές τουρκικές σφαίρες τον βρήκαν και το σώμα του έπεσε άψυχο δίπλα στον αρχηγό του υπό την σκέπη της κυανόλευκης σημαίας.
Η θέση των ανταρτών γινόταν συνεχώς όλο και πιο δύσκολη αφού τα φυσίγγια τους τελείωναν και ο κλοιός γύρω τους όλο και στένευε. Τότε ο καπετάν Παπαδήμος, με τη σημαία σφιγμένη στα δόντια του και το όπλο στο χέρι, όρμησε με γενναιότητα και αυτοθυσία να ανοίξει δρόμο ανάμεσα στους εχθρούς. Λίγα μέτρα πρόλαβε να κάνει ο καπετάν παπάς και το κορμί του σωριάστηκε στο χώμα με δεκατέσσερις εχθρικές σφαίρες να έχουν βρει το στήθος του. Μόλις έπεσε  νεκρός ο αρχηγός οι Τούρκοι όρμησαν με κραυγές εναντίον των Ελλήνων ανταρτών. Μερικούς σκότωσαν, άλλους αιχμαλώτισαν, ενώ οι υπόλοιποι κατόρθωσαν να διαφύγουν. Στη συνέχεια αναζήτησαν το σώμα του νεκρού αρχηγού και του έκοψαν το κεφάλι και επειδή ακόμα και νεκρός δεν άφηνε τη σημαία από τα δόντια του το τύλιξαν με αυτήν.

Ο Ι. Μουράνος έγραψε την εποχή εκείνη το ακόλουθο ποίημα:        

Ζηλέψετέ το οι μεγάλοι,
ζηλέψετέ το οι μικροί,
του Παπαδήμου το κεφάλι.                                                                                                                                                                                                                                         

Με τη σημαία του στο στόμα,
ψηλά κρατώντας το σπαθί,
κυλίστηκε νεκρός στο χώμα.                                                                                                                                                                                                                  

Τότε σιμώσανε κοντά του, 
όταν τον είδανε νεκρό, 
και του επήραν τ’ άρματά του.                                                                                                                                                                                                                                                 

Μα τη σημαία δεν αφήνει,
το στόμα του σφικτά κλειστό, 
στους Τούρκους δεν την παραδίνει.                                                                                                                                                                                                                              

Και το κεφάλι του χωρίζουν
με μια φοβερή σπαθιά    
και στη σημαία το τυλίγουν…                                                                                                                                                                                                                                    

Ω! τιμή στον αντρειωμένο! 
και στη σημαία τι τιμή, 
σάβανο να’ ναι δοξασμένο!                                                                                                                                                                                                                                  

Ζηλέψετέ το οι μεγάλοι, 
ζηλέψετέ το οι μικροί,
του Παπαδήμου το κεφάλι.
                                
Γι’ αυτό τιμάμε την ελληνική σημαία. Γιατί πριν από μας την τίμησαν πολλοί, σαν τον καπετάν Παπαδήμο, ποτίζοντάς την με το ίδιο τους το αίμα!
Ηλίας Ευαγγελόπουλος