Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014

«ΔΕΝ ΦΕΥΓΩ, ΑΝ ΔΕΝ ΜΟΥ ΑΝΑΣΤΗΣΕΙΣ ΤΟΝ ΥΙΟ ΜΟΥ»

Στα μέσα 6ο αιώνα, καθήκοντα δοχειάρη και οικονόμου στη Μονή της Φούνδης, στην Ιταλία, εκτελούσε ο ευλαβής μοναχός Λιβερτίνος, του οποίου η φήμη για την άγια πολιτεία του είχε ξαπλωθεί.

Κάποια ημέρα βαδίζοντας προς τη Ραβέννα, προκειμένου να διεκπεραιώσει μια υπόθεση της Μονής που του είχε αναθέσει ο αββάς του, συνάντησε μια γυναίκα που κρατούσε στην αγκαλιά της το νεκρό παιδί της. Αυτή, μόλις αντιλήφθηκε τον υπηρέτη του θεού, άρπαξε το υποζύγιο από το χαλινάρι του αλόγου του Λιβερτίνου και του είπε : «Δεν φεύγω, αν δεν μου αναστήσεις τον υιό μου».

Ο Λιβερτίνος θέλησε να ξεφύγει από τη γυναίκα, αλλά μη βρίσκοντας τη δύναμη, κόλλησε η ψυχή του. Στα στήθη του μάχονταν η ταπεινοφροσύνη της πολιτείας του και η ευσπλαχνία για μια μητέρα.

Κατέβηκε από το άλογό του, ύψωσε τα χέρια στον ουρανό, έβγαλε το σανδάλι του αββά Ονωράτου που το είχε πάντα μαζί του, και το έθεσε στο στήθος του νεκρού παιδιού. Ενώ προσευχόταν θερμά, η ψυχή του παιδιού επέστρεψε στο νεκρό του σώμα.

Το έπιασε από το χέρι, το απέδωσε ζωντανό στη μητέρα του που έκλαιγε και συνέχισε το δρόμο του.

ΠΗΓΗ : ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ, ΒΙΟΙ ΑΓΝΩΣΤΩΝ ΑΣΚΗΤΩΝ, εκδ. ΣΥΝΟΔΕΙΑΣ ΙΕΡΟΜ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΕΛΛΙΟΝ «ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ» - ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ 1988, σ. 41
http://tribonio.blogspot.gr/2014/09/blog-post_36.html