Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

Η σιωπηρή εξέγερση του Πόντου!

 
Ένα ταξίδι πραγματώθηκε μετά από πάρα πολλά χρόνια προσμονής.
Ένα ταξίδι που άφησε αναλλοίωτο σημάδι στη ψυχή.
Ένας τόπος που ξέρει να κρύβει καλά τα μυστικά του...
όπως είναι κρυμμένα τα σπίτια σαν αετοφωλιές πάνω στα βουνά και αναρωτιέσαι μα πως είναι δυνατόν να μένουν εκεί πάνω άνθρωποι; 

Ένα σπίτι εδώ ένα παρακεί… μοναχικά ζουν ακόμα οι περισσότεροι, παρά το ότι κάτω στην Τραπεζούντα τα τεράστια 8ώροφα και 10ώροφα κτίρια κατασκευάζονται με τρελούς ρυθμούς, αλλοιώνοντας την εικόνα της παλιάς πόλης.



Προτίμησα να ανέβω παραμονή της Παναγιάς πάνω στη Σουμελά, για να μην έχει συνωστισμό. Αλλά τι το ήθελα; Αυτό που συνάντησα πάνω στο μοναστήρι, ήταν ένα μοναδικό φαινόμενο! Η ουρά των αυτοκινήτων ξεκινούσε πολύ πριν το πρώτο σημείο ελέγχου. Χρειάστηκε μεγάλη υπομονή για να φτάσω σε ένα σημείο και να βρω να παρκάρω το νοικιασμένο αυτοκίνητο. Από πάνω μου έχασκε η Μονή της Παναγίας σα να με προκαλούσε να πάω κοντά της.



Η φύση και το τοπίο μοναδικά! Είχα ακούσει για τα χιλιοτραγουδισμένα άγρια βουνά και τα νερά του Πόντου, είχα διαβάσει περιγραφές, αλλά είναι άλλο να ακούς και άλλο να ξεδιπλώνεται η εικόνα μπροστά σου. Το τοπίο σε μαγεύει και μπορείς να κάθεσαι ώρες ατελείωτες να ξεκουράζεις το μάτι σου χαζεύοντας το πράσινο…

Ξεκίνησα την ανάβαση και εκεί άρχισα να παθαίνω το πρώτο σοκ! Μαζί μου ανέβαινε στην Παναγιά, ένα ολόκληρο τσούρμο. Μα καλά σκέφτηκα αφελώς. Που πάνε όλοι αυτοί σήμερα;;; Βρε μπας και έχει κάτι άλλο εκεί πάνω που δεν ξέρω; 


Οι περισσότερες γυναίκες με μαντίλα, σαν αυτή που φορούν οι ρωσίδες αν βρεθείς ποτέ σε ρωσική εκκλησία. Κανείς δεν μίλαγε, επικρατούσε μια “νεκρική” σιγή, ακόμα και τα μικρά παιδιά, τα έβλεπες να ανεβαίνουν ήσυχα ήσυχα το μονοπάτι προς την Meryem Ana.
 

Αναπάντητα ερωτήματα γέμιζαν το μυαλό μου, προσπαθούσα ανεπιτυχώς να τα διώξω για να απολαύσω τη διαδρομή και να ετοιμαστώ για την ώρα του μεγάλου προσκυνήματος. Εκεί που κάποτε πήγαιναν οι παππούδες μου…
 

Πάνω που είχα αρχίσει να καθαρίζω το μυαλό μου, και έβλεπα τη Μονή όλο και από πιο κοντά (ήμουν σχεδόν από κάτω), παραλίγο να πέσω πάνω σε μια γιαγιά που είχε γονατίσει με πρόσωπο προς το μοναστήρι και με ανοιχτά τα χέρια έκανε κάτι σαν προσευχή. Κοιτάω τον ορίζοντα, ψάχνω προς τα που είναι η Μέκκα, αλλά αυτή ήταν προς την αντίθετη κατεύθυνση… Α, καλά είπα από μέσα μου και μετά σου λένε κάποιοι δεν υπάρχουν κρυπτοχριστιανοί. Αποθανάτισα στα κλεφτά τη στιγμή με τον φωτογραφικό φακό, αλλά για ευνόητους λόγους, καταλαβαίνετε…

Φτάνω στην είσοδο της Μονής. Από πάνω μου ατέλειωτα βράχια

Ακολουθώ την ουρά και μπαίνω. Εκατοντάδες κόσμου και είναι… παραμονή της Παναγίας. Μα τι κάνουν όλοι αυτοί σήμερα εδώ;;; Μουσείο λέει απέξω η ταμπέλα, αλλά εμένα γιατί δε μου γεννήθηκε ποτέ η περιέργεια να πάω να επισκεφτώ ένα μουσουλμανικό μουσείο;
Τι θέλουν τώρα και έρχονται εδώ και δε με αφήνουν στην ησυχία μου να κάτσω να κάνω μια προσευχούλα να συγχωρέσει ο Θεός, τους προγόνους μου που τάφηκαν σε αυτά εδώ τα χώματα, λίγα χιλιόμετρα πιο βόρεια και δεν μπορώ να βρω τους τάφους τους;
 

Σιγά σιγά με περισσότερα αναπάντητα ερωτήματα να στριφογυρίζουν στο μυαλό μου, ακολουθώντας την ασταμάτητη ροή του πλήθους, φτάνω εκεί που ήταν κάποτε η Εκκλησία της Μονής. Εκεί που την αυριανή, θα έρθει ο Πατριάρχης του Γένους να κάνει την καθιερωμένη πλέον Θεία Λειτουργία.
 

Μπαίνω μέσα κάνω τον Σταυρό μου, σχεδόν… επιδεικτικά για να δείξω στους άλλους ότι αυτό το μέρος μου ανήκει, δεν είναι δικό τους. Ένας γέρος με βλέπει, σκύβει το κεφάλι, κάτι μουρμουρίζει αλλά δεν του δίνω σημασία. Βγάζω τον φακό και αρχίζω να βγάζω φωτογραφίες. Θέλω να αποθανατίσω κάθε γωνιά.
Βγαίνω έξω και γυρίζω με μέτωπο προς την πόρτα. Τα μάτια μου καρφώνονται και διαβάζουν το τροπάριο



Σταυρός, ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης· Σταυρός, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας, Σταυρός, Βασιλέων τὸ κραταίωμα· Σταυρός, Πιστῶν τὸ στήριγμα· Σταυρός, Ἀγγέλων ἡ δόξα, καὶ τῶν δαιμόνων τὸ τραῦμα.

Όπως διαβάζω σχεδόν φωναχτά το τροπάριο, κάποιος με σκουντά και μου λέει γκέλ μπουρντά – έλα εδώ. Ήταν ο γεράκος που έσκυψε το κεφάλι λίγο πριν μέσα στην Εκκλησία, όταν έκανα τον Σταυρό μου. Με τραβά λίγο παραδίπλα και αρχίζει να μου μιλάει σιγά σιγά στην Ποντιακή… Κάποια στιγμή βάζει τα κλάματα (με το ζόρι κρατήθηκα να μην τα βάλω και γω)…………….
Και άνοιξε η θολή έως τότε εικόνα και αντίκρισα μπροστά μου παιδιά, νέους, άντρες με γυναίκες, γέροντες, Τούρκους στα χαρτιά, Έλληνες στην ψυχή! Να κραυγάζουν σιωπηρά «δεν είμαι Τούρκος, είμαι άνθρωπος! Είμαι Ρωμιός«! Βοήθα με Μάνα, Παναγιά μου! Έτσι είναι όπου αγγίζει το ρωμαίικο… Όπου ο άνθρωπος έχει το δικαίωμα να επιλέξει πως θα ζήσει, ζει σαν Έλληνας.

Καλή Λευτεριά!

http://www.hellasforce.com