Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

H προηγούμενη οικονομική κρίση ζάλισε τους κατοίκους των Αθηνών. Οι πολίτες λόγω αφηρημάδας άφηναν πίσω ως και είδη αξίας.

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς.
 

Κάθε οικονομική κρίση έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και τις ιδιαίτερες επιρροές της στη διαμόρφωση της καθημερινότητας.
Στην προηγούμενη μεγάλη οικονομική κρίση φαίνεται πως η αφηρημάδα είχε χτυπήσει τους ζαλισμένους από τις επιπτώσεις κατοίκους των Αθηνών, οι οποίοι ξεχνούσαν σε όποιο σημείο μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους αντικείμενα και πολύτιμα ή ημιπολύτιμα είδη. Το φαινόμενο πήρε τέτοιες διαστάσεις ώστε οι εφημερίδες καθιέρωσαν ειδικές στήλες και σε συνεργασία με την Αστυνομία καλούσαν τους αφηρημένους να σπεύσουν να παραλάβουν τα αντικείμενά τους! Εκ μέρους της Αστυνομίας η υπηρεσία που
επιφορτίστηκε με την υποχρέωση αυτή ήταν η Γενική Ασφάλεια, η οποία τότε στεγαζόταν σε κτίριο της οδού Σατωβριάνδου 41. Εκεί έφταναν και φυλάσσονταν τα αντικείμενα απ’ όλες τις περιοχές της πόλεως.
Πάντως, την πρωτοκαθεδρία της αφηρημάδας κατέκτησε ένας υπάλληλος, ο οποίος ξέχασε εκατό χιλιάδες δραχμές! Ο Γεώργιος Καρυστιναίος ήταν υπάλληλος της Ζυθοποιίας του Κάρολου Φιξ, πήγε στην Τράπεζα Αθηνών, εξαργύρωσε την επιταγή και ξέχασε το πακέτο πάνω στο τραπέζι που προοριζόταν για το κοινό. Με αφορμή αυτό το περιστατικό, ο Δημήτρης Ψαθάς σχολιάζοντας το φαινόμενο της αφηρημάδας εκείνων των ημερών αναφέρει σπαρταριστά περιστατικά. Κάποιος φόρεσε και τις δύο κάλτσες στο ένα πόδι και βγήκε στον δρόμο με το άλλο πόδι ξυπόλητο. Άλλος έσκυψε να δώσει τον τελευταίο ασπασμό σε φιλική του κηδεία και ευχήθηκε στον νεκρό χρόνια πολλά! Σχολιάζοντας δε την καθιέρωσης ειδικών στηλών στις εφημερίδες, δικαιολογούσε τη συνήθη αφηρημάδα για όσους ξεχνούσαν το παλτό, τα ραντεβού, τα χρέη, τους όρκους, τα ψώνια και τις υποσχέσεις τους. Αλλά δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς ήταν δυνατόν να ξεχνά κάποιος χρήματα.
Αλησμόνητη έμεινε η αφηρημάδα του πρωθυπουργού Παναγή Τσαλδάρη, ο οποίος υποδέχτηκε τους δημάρχους και τους κοινοτάρχες της Αττικής. Έχοντας επικεφαλής τον νομάρχη Αττικοβοιωτίας, του ανέπτυξαν επί μακρόν τα ζητήματα επέκτασης του ηλεκτροφωτισμού και περίμεναν να ακούσουν τις απόψεις του. Παραδόξως όμως τον άκουσαν να τους λέει για τα ζητήματα ύδρευσης των συνοικιών. Όταν τον διέκοψαν και του επισήμαναν πως άλλο ήταν το θέμα της επίσκεψης, ο Τσαλδάρης εκνευρισμένος είπε πως δεν μπορεί να ασχολείται με όλα και τους παρέπεμψε στο Υπουργείο Συγκοινωνίας. Πάντως, για τα αντικείμενα των αφηρημένων, τα περισσότερα ξεχνιόντουσαν στους δρόμους, στα τραμ, στα αυτοκίνητα, στους πάγκους των κήπων και τις εκκλησίες. Αλλά τι μπορεί να έχαναν ή να άφηναν οι αφηρημένοι στους δρόμους; Από φωτογραφικές μηχανές και ομπρέλες μέχρι πορτοφόλια, ρολόγια, κλειδιά, δαχτυλίδια, απολυτήρια στρατού, γούνες, γάντια, βαλίτσες, βραχιόλια, καρφίτσες, σκυλάκια, αλυσίδες και εκατοντάδες άλλα αντικείμενα. Περισσότερο αφηρημένες ή απρόσεκτες εμφανίζονταν
 οι γυναίκες, με τις τσάντες τους να κρατούν τα σκήπτρα ανάμεσα στα ευρήματα. Μια ταυτότητα χειρός χρυσή με το ονοματεπώνυμο «Γιάννης Κρούσκης» έπεσε στο τραμ 10 Ιπποκράτους, ενώ μια ελαιογραφία διαστάσεων ενός μέτρου επί σαράντα εκατοστά βρέθηκε στην οδό Εμμανουήλ Μπενάκη! Τσάντα γυναικεία δερμάτινη που είχε μια ομολογία της Λαϊκής Τραπέζης είχε ξεχαστεί σε ταξί και στην οδό Σταδίου βρέθηκε ένα περίτεχνο πώμα ψυγείου αυτοκινήτου,
το οποίο παρίστανε αγαλμάτιο γυναικείας Σειρήνας.
Αλλά τα πράγματα ήταν ακόμη χειρότερα στο Ταχυδρομείο, όπου κάθε μέρα έφταναν τουλάχιστον 8 γράμματα χωρίς διεύθυνση. Και αφού το άρθρο 18 του Συντάγματος ανέφερε πως «το απόρρητον των επιστολών, τηλεγραφημάτων και τηλεφωνημάτων είναι απολύτως απαραβίαστον», η υπηρεσία αναγκαζόταν να τα καταστρέφει.

Ήταν τόσες πολλές οι περιπτώσεις ώστε ο Ν. Γιοκαρίνης πρότεινε το 1933 τη δημιουργία ιδιαίτερου «Μουσείου Αφηρημάδας», στα πρότυπα αντίστοιχων μουσείων άλλων χωρών. Μικρός Ρωμηός Από το pisostapalia
http://www.kalyterotera.gr/2013/12/h_29.html