Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2013

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΙΝΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙ


Πρέπει να σας πω ότι δεν ήμουν πάντοτε υπέρ των τόνων. Τούς θεωρούσα διακοσμητικά στολίδια, κατάλοιπα άλλων εποχών, που δεν χρειάζονται πια. Και καθώς δεν ήμουν ποτέ καλός στην ορθογραφία, το μονοτονικό με διευκόλυνε. Βέβαια, η γλώσσα χωρίς τόνους φάνταζε στα μάτια μου σαν σεληνιακό τοπίο, αλλά νόμιζα ότι αυτό ήταν μια προσωπική μου εντύπωση, θέμα συνήθειας.


Ώσπου συνέβη το εξής: Είχα βρεθεί για ένα διάστημα ν' ακούω συστηματικά, καινούργια ανέκδοτα τραγούδια, επωνύμων και ανωνύμων, για λογαριασμό τής δισκογραφικής εταιρείας «Λύρα», προκειμένου αυτή να τα ηχογραφήσει ή να τα επιστρέψει στους συνθέτες. Είναι δύσκολο ν' απορρίπτεις και ακόμα δυσκολότερο να εξηγείς το γιατί. Όταν βέβαια το τραγούδι είναι τετριμμένο ή άτεχνο, η εξήγηση είναι εύκολη. Μού συνέβη όμως να δω τραγούδια όπου οι στίχοι δεν ήταν άσχημοι και η μουσική δεν ήταν τυχαία, επιπλέον ταίριαζε θεματικά και με τους στίχους. Κι όμως, το τραγούδι συνολικά δεν «κύλαγε» όπως λέμε (οπότε το επιστρέφαμε στον ενδιαφερόμενο με διάφορες ασάφειες και υπεκφυγές. Το πράγμα με απησχόλησε. Έφερνα στο μυαλό μου μεγάλες ωραίες επιτυχίες, παλιά τραγούδια (…) και τα συνέκρινα μ' αυτά που απέρριπτα, ώσπου μετά από μήνες διεπίστωσα κάτι πολύ απλό: Όταν μια μουσική μετατρέπει συστηματικά τις μακρές συλλαβές σε βραχείες ή όταν ανεβάζει την φωνή εκεί όπου υπάρχει απλώς μια περισπωμένη, ενώ την κατεβάζει συστηματικά εκεί που υπάρχει ψιλή οξεία, όταν δηλαδή η μουσική κινείται αντίθετα -προσέξτε, αντίθετα όχι στο ρυθμό τού ποιήματος, αλλά αντίθετα στις αναλογίες τονισμού και αντίθετα στην ορθογραφία του- τότε όσο έξυπνη και να 'ναι, κάνει το τραγούδι δυσκίνητο και ασθματικό. Στα πετυχημένα τραγούδια δεν συμβαίνει αυτό.

Βέβαια, όταν γράφει κανείς πάνω σ' ένα ρυθμό ή σ΄ ένα μουσικό δρόμο, πρέπει να ακολουθήσει τα καλούπια τους, οπότε θα υπάρχουν σημεία όπου αυτή η πείρα που περιέγραψα, δεν τηρείται. Αυτό όμως θα συμβεί μόνον όταν δεν γίνεται αλλιώς. Και πάντα η βιασμένη λέξη θα τοποθετείται έτσι ώστε να προηγούνται και να έπονται επιτυχείς στιγμές, ώστε να μειώνεται η εντύπωση τής ατασθαλίας, η οποία έτσι συνδυασμένη ωφελεί, διότι το τραγούδι αλλιώς θα ήταν μηχανικό. Κάτι τέτοιο δεν το είχα προσέξει. Και ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκα ότι οι τόνοι και τα πνεύματα ίσως να μην ήταν διακοσμήσεις, ίσως να είχαν λόγο. (…)
 
«Η μουσικότητα της
 ελληνικής γλώσσης είναι
 εφάμιλλος τής συμπαντικής»
 Γ. Ξενάκης

 
Μέσα στο στούντιο είχα και δύο εκπλήξεις. Να η πρώτη: Προσπαθώντας να ακούσω την διαφορά οξείας και περισπωμένης, διάβασα την φράση: «Λυγά πάντα η γυναίκα». Το «πάντα» ακούγεται ψηλότερα από το «λυγά» που παίρνει περισπωμένη. «Λυγά πάντα η γυναίκα” ακούγεται όμως περιέργως ψηλότερα κι από το «γυναίκα», που όμως παίρνει οξεία. Γιατί άραγε; Τηλεφώνησα σ' έναν φίλο και έμαθα ότι η «γυναίκα» οφείλει να παίρνει παρισπωμένη, διότι είναι τής τρίτης κλίσεως, η οποία όμως καταργήθηκε, γι' αυτό πήρε οξεία η «γυναίκα». Να λοιπόν, που από άλλο σημείο ορμώμενος, αναγκάστηκα να συμφωνήσω ότι κακώς καταργήθηκε η τρίτη κλίση αφού στην φωνή μας εξακολουθεί να υπάρχει «Λυγά πάντα η γυναίκα» λοιπόν και παίρνει και περισπωμένη. Η δεύτερη έκπληξη: Έδωσα σ' έναν ανύποπτο νέο, που παρευρισκόταν στο στούντιο, να διαβάσει λίγες φράσεις. Εκεί μέσα είχα βάλει σκοπίμως την ίδια λέξη ως επίθετο και ως επίρρημα, διότι είχα πάντα την περιέργεια να διαπιστώσω αν προφέρουμε διαφορετικά το ωμέγα από το όμικρον. Ακούστε τις φράσεις: Είν' ακριβός αυτός ο αναπτήρας. Ας μην είν' ωραίος, έχει την αξία του. Ναι, ακριβώς αυτό ήθελα να πω».
 
Ακουστικώς δεν παρατήρησα διαφορά. Έκοψα τις δύο λέξεις και τις κόλλησα την μία κατόπιν της άλλης. Ακούστε το! «Ακριβός… ακριβώς».
Ελάχιστη διαφορά στο αυτί’ ο ηχολήπτης μόνον επέμενε ότι το δεύτερο είναι κάπως πιο φαρδύ. Ας το ξανακούσουμε: «Ακριβός… ακριβώς».

 
Ασήμαντη διαφορά. Συνδέσαμε τότε τον παλμογράφο. Να το διάγραμμα του επιθέτου ακριβός, όπως προέκυψε, και να το πολύ πλουσιότερο τού επιρρήματος. Δεν είναι καταπληκτικό; Όταν το είδα, τα μηχανήματα του στούντιο μού φάνηκαν σαν όργανα του παραμυθιού. Ο παλμογράφος μού φάνηκε σαν μια σκαπάνη που, κάτω από το έδαφος της καθημερινής ομιλίας, ανακαλύπτει αυτό που δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει, έστω μέσα σε χειμερία νάρκη, αυτό που συνειδητοποίησαν και προσπάθησαν να μνημειώσουν οι Αλεξανδρινοί δύο χιλιάδες χρόνια πριν. Τίποτε δεν χάθηκε. Όλα υπάρχουν.

Αρκεί να προσέξουμε αυτό το τραγούδι της καθημερινής ομιλίας που πηγαινοέρχεται συνεχώς ανάμεσά μας. Ακούστε πώς ηχούν οι τονισμοί. Ακούστε τα μακρά. Ακούστε την λαϊκή τραγουδίστρια πώς αποδίδει το ωμέγα ή την ψιλή οξεία (…).
 
«Όταν κάποτε φύγω από τούτο το
 φως θα ελιχθώ προς τα πάνω όπως
 ένα ρυάκι που μουρμουρίζει.
 Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα
 στους γαλάζιους διαδρόμους
 συναντήσω αγγέλους, θα
 τούς μιλήσω ελληνικά,
 επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες.
 Μιλάνε μεταξύ τους με μουσική»
 Νικ. Βρεττάκος

 
Τέλος, ακούστε την θεία φωνή του Ανδρέα Εμπειρίκου, την παράξενη απαγγελία που κυνηγά την λάμψη της οξείας, τον πλούτο της διφθόγγου, τους τόνους και την ορθογραφία, σαν μουσικά σύμβολα μιάς φωνής που προϋπάρχει αδιάκοπα και οδηγεί το ποίημα. (…) Δεν περιφρόνησα καμμιά άποψη και δεν κολάκευσα καμιά.  

Προσπάθησα να πω τρεις φορές τρεις αλήθειες:
 
- Πρώτον: Τα ελληνικά είναι τραγούδι. Κανείς δεν σκέφτηκε ποτέ να απλοποιήσει ένα τραγούδι ή να το δει πρακτικά. Γιατί να δούμε λοιπόν τα ελληνικά, πρακτικά;
- Δεύτερον: Όποιος σταθεί αλαζονικά απέναντι στα ρεφρέν που τον ψυχαγώγησαν διά βίου, στρέφεται εναντίον της προσωπικής του ιστορίας και πίστης. Τα ίδια μπορεί να πάθει ένας λαός με την γλώσσα. Ιδίως αν η γλώσσα του είναι τα ελληνικά.
 - Τρίτον: Τα ελληνικά ως τραγούδι είναι ανυπόφορα δύσκολα. Κανείς δεν τα βγάζει πέρα με τα ελληνικά. Απέναντι στα ελληνικά θα είμαστε πάντα φάλτσοι και αγράμματοι. Αλλά τί να γίνει; Σημασία έχει η συνείδηση ότι τα μιλάμε, όχι για να γίνουμε δεξιοτέχνες, αλλά για να γίνουμε άνθρωποι.

 
Ευχαριστώ
Διονύσης Σαββόπουλος                                        πηγή
 

          σχόλιο Ιωάννης Ξ : Θα μου επιτρέψετε και εμένα να παραθέσω μερικά σχετικά με την Ελληνική γλώσσα και την Ελληνική Μουσική.Είναι γνωστό ότι η γλώσσα η Ελληνική είναι μαθηματική και κυρίως μουσική γλώσσα.Αλλωστε λίγο πριν αναφέρεται το απόφθεγμα του Γ.Ξενάκη ότι η μουσικότητα της Ελληνικής γλώσσης είναι εφάμιλλος της συμπαντικής.

            Η αλφάβητος η Ελληνική έχει τριπλό συμβολισμό : είναι γράμματα,αριθμοί και μουσικά σύμβολα.Ας ξεκινήσουμε από το τελευταίο.Όταν οι αρχαίοι πρόγονοι μας κατά την ελληνιστική περίοδο(την μετά του Μ.Αλεξάνδρου εποχή) αντιλήφθηκαν ότι η Ελληνική γλώσσα άρχισε να χάνει την μουσικότητα της προσέθεσαν τους τόνους και τα πνεύματα.Έτσι όταν ένα φωνήεν είχε δασεία ακουγόταν πιο «βαθειά»,όταν είχε ψιλή ακουγόταν λιτά.

             Επίσης όταν είχε περισπωμένη ακουγόταν πιο «χαμηλά» και όταν είχε σαν τόνο την οξεία ακουγόταν πιο «ψηλά» .Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσουμε τι εστί μουσικότητα της Ελληνικής γλώσσας.

             Θέλετε να ακούσετε πως μιλούσαν οι αρχαίοι Έλληνες ? Αρκεί να πάτε την Κυριακή σε ένα ναό όπου ο ψάλτης να γνωρίζει ρωμέϊκη (βυζαντινή) ή πιο σωστά αρχαία ελληνική μουσική και να τον ακούσετε όταν απαγγέλει τον Απόστολο(προηγείται του Ευαγγελίου).Έτσι τραγουδιστά μιλούσαν οι πρόγονοι μας.Αυτό έχει διασωθεί σε απομακρυσμένες περιοχές του Ελληνισμού όπως τα επτάνησα,η Κύπρος,η Κρήτη και ο Πόντος δηλ. «ο τραγουδιστός» τρόπος ομιλίας.

                Ακόμη και ο τρόπος που έχουν γραφτεί τα τροπάρια είναι ο ίδιος με αυτό των αρχαίων Ελλήνων.Μερικά μάλιστα είναι γραμμένα όπως η Iλιάδα και η Οδύσσεια .  Γιατί όμως ήταν λάθος θα μου πείτε η κατάργηση των τόνων ,των πνευμάτων και όλων των υπολοίπων αλλαγών ?

                Πρώτα από όλα θα πρέπει να αναφέρουμε ότι τα συνώνυμα στην αρχαία γλώσσα  έχουν το ίδιο αριθμητικό άθροισμα(μην ξεχνάμε ότι τα γράμματα είναι και αριθμοί.Οπότε καταλαβαίνετε τι γίνεται για παράδειγμα όταν το αυγό ,σήμερα εμείς οι «έξυπνοι» το γράφουμε ως αβγό.Η Μουσική είναι μία μαθηματική γλώσσα ,η μουσικότητα της Ελληνικής είναι εφάμιλλη της συμπαντικής,χρειάζεται να πούμε κάτι άλλο ? Το μόνο που θα πούμε είναι μόνο ως ύποπτες μπορούμε να χαρακτηρίσουμε αν όχι και προδοτικές συμπεριφορές τις παρεμβάσεις στην Ελληνική γλώσσα.Σαν παράδειγμα θα αναφέρω ότι η εκμάθηση της αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας θεραπεύει την δυσλεξία και ότι δεν είχαμε μέχρι το 1980 τόσα πολλά κρούσματα δυσλεξίας στα παιδιά.Πριν την πρώτη μεταρύθμιση δηλαδή επί Ράλλη.Να μην αναφέρω ότι ορισμένες πολυεθνικές εταιρείες υποχρεώνουν τα στελέχη τους να μαθαίνουν την αρχαία ελληνική διότι δονείται από τη μουσικότητα της γλώσσας ο εγκέφαλος και λειτουργεί καλύτερα.Ακόμη και όταν λέγαμε στην δημοτική π.χ. κατάλληλον και όχι κατάλληλο ,αυτό το «ν» δονούσε τον εγκέφαλλο.

              Γι’αυτό στην Αγγλία και την Γαλλία τα παιδιά μαθαίνουν αρχαία Ελληνικά από το Δημοτικό,ενώ εμείς σχεδόν τα βγάλαμε από τα σχολεία και ορισμένοι θέλουν να τα βγάλουν και από την Θεία Λειτουργία στους ναούς.Δεν είναι ύποπτα όλα αυτά?        

              Θα κλείσω αναφερόμενος στις κύριες διαφορές της αρχαίας Ελληνικής μουσικής που έχει δύο ζωντανά παρακλάδια την ρωμέϊκη (βυζαντινή)μουσική και το Δημοτικό τραγούδι, με την ευρωπαϊκή μουσική.

               Η βυζαντινή μουσική και το δημοτικό τραγούδι έχουν την ίδια σημειογραφία,τους ίδιους ήχους,τις ίδιες ακριβώς νότες.Είναι στη ουσία το ίδιο και το αυτό.Από τόνο όμως σε τόνο έχουν ενδιάμεσα τεταρτημόρια ενώ η ευρωπαϊκή μουσική έχει όλο και όλο πέντε τόνους και δύο ημιτόνια.Αν σκεφτείτε ότι σε αυτή έχουν γραφεί διάσημα συμφωνικά έργα ,θα πρέπει να αναφέρω ότι επειδή έχουν μόνο πέντα τόνους και δύο ημιτόνια και απλές υφέσεις και διέσεις πρέπει να παίζουν πολλά όργανα μαζί για Nα έχουν αποτέλεσμα.

                Στην βυζαντινή μουσική αρκεί ένας ψάλτης εφόσον  όμως γνωρίζει Ρωμέϊκη Μουσική (βυζαντινή μουσική).

                                                                                                     Ιωάννης Ξ