Δευτέρα 6 Αυγούστου 2012

Χριστιανικὴ βυζαντινὴ πόλη-ἐπισκοπή ἡ νέα ἀνακάλυψη τῶν Τούρκων

τοῦ Νίκου Χειλαδάκη, Δημοσιογράφου- Συγγραφέα-Τουρκολόγου
Ὅσο καὶ ἂν αὐτὸ ἀκούγεται παράδοξο, γεγονὸς εἶναι πὼς οἱ Τοῦρκοι ἔχουν ἀρχίσει νὰ φέρνουν στὴν ἐπιφάνεια τὴν… χαμένη Ρωμηοσύνη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.   Πράγματι τὰ τελευταία χρόνια μία ἐμφανὴς «ἀγωνία», (γιὰ μᾶς εὐκολονόητη), τῶν Τούρκων νὰ πιστοποιήσουν καὶ νὰ ἀποδείξουν τὸ βυζαντινὸ   παρελθὸν τῆς χώρας τους,  ἀλλὰ σὲ πολλὲς περιπτώσεις καὶ τῶν… ἰδίων καὶ   νὰ φέρουν στὴν ἐπιφάνεια τὴν χαμένη Ρωμηοσύνη, (Βυζάντιο), τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἔχει ἀρχίσει καὶ φέρνει καταπληκτικὰ ἀποτελέσματα.
Τὰ ἀποτελέσματα  αὐτὰ σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἐκπλήσσουν ἀκόμα καὶ τοὺς ἰδίους, ἀφήνουν ἄναυδη τὴν κοινὴ γνώμη στὴν γειτονικὴ χώρα, ἀλλὰ  δυστυχῶς ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα, τὴν μόνη φυσικὴ κληρονόμο τῆς Ρωμηοσύνης τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, δὲν ἔχουν ἀκόμα τύχει τῆς ἀπαιτούμενης προσοχῆς καὶ δημοσιότητας.
     Ἔτσι, στὶς 7 Ἰουλίου μὲ ἐντυπωσιακοὺς τίτλους ἡ τουρκικὴ ἐφημερίδα Μιλιέτ, ἀλλὰ καὶ Χουριέτ, ἀνήγγειλαν ὅτι οἱ Τοῦρκοι εἶχαν ἀνακαλύψει μία ὁλόκληρη χαμένη βυζαντινὴ πόλη ἡ ὁποία ἦταν πρωτεύουσα ἐπαρχίας καὶ ἐπισκοπικὸ κέντρο μὲ μία μεγάλη βυζαντινὴ  ἐκκλησία  ποὺ ἦταν ἀφιερωμένη στὴν ἁγία Σοφία. Ἡ πολιτεία αὐτή, οἱ ἀνασκαφὲς γιὰ τὴν ἀνεύρεση τῆς ὁποίας εἶχαν ἀρχίσει ἀπὸ τὸ 2003, βρίσκεται δυτικά της Ἄγκυρας καὶ οἱ Τοῦρκοι ἀνέφεραν τὸ ὄνομά της ποὺ εἶναι Mnizos. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι....

Dimosievma_Milliyet
 σύμφωνα μὲ τὸν Γεώργιο Κλεάνθη Σκαλιέρη καὶ τὸ βιβλίο τοῦ «Λαοὶ καὶ Φυλὲς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας»,  πρόκειται γιὰ τὴν βυζαντινὴ πόλη Μείζου ἢ Μνίζου γνωστὴ καὶ ὡς Ἁγιᾶς, ἀνήκει στὸ βιλαέτιο τῆς Ἄγκυρας, εἶναι δῆμος, πρωτεύουσα ἐπαρχίας  ἀποτελούμενη ἀπὸ 62 ἐνορίες ὑπαγόμενες στὴν κεντρικὴ μητρόπολη.


      Ἡ χαμένη αὐτὴ βυζαντινὴ πολιτεία μὲ τὴν ἐκκλησία τῆς ἁγίας Σοφίας, ὅπως ἀναφέρουν οἱ Τοῦρκοι, ἀνακαλύφθηκε δυτικά της Ἄγκυρας στὴν ἐπαρχία Gudul καὶ ὑπάγεται στὸν τουρκικὸ δῆμο Caga. Σύμφωνα μὲ δηλώσεις τοῦ διευθυντῆ τοῦ «Μουσείου Πολιτισμῶν Ἀνατολίας», Melih Arslan, ἡ πόλη αὐτὴ ἔγινε γνωστὴ  μετὰ τὸ 400 μ.Χ., δηλαδὴ τὸν πέμπτο αἰώνα καὶ εἶχε γίνει ἕνα μεγάλο θρησκευτικὸ κέντρο τῆς περιοχῆς, τὴν περίοδο ποὺ ὁ χριστιανισμὸς εἶχε ἐπικρατήσει σὲ ὅλη τὴν Μικρὰ Ἀσία. Οἱ ἀνασκαφὲς ἔφεραν στὸ φῶς τῆς δημοσιότητας κάποια κτίρια τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, τὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας ἀπὸ τὰ ὁποία ἐξακριβώθηκε καὶ ἡ ταυτότητα τῆς βυζαντινῆς πόλης Μείζου, καθὼς καὶ ρωμαϊκὰ λουτρά. Ἡ ἀξία τοῦ ναοῦ, ὅπως τονίστηκε ἀπὸ τὶς τουρκικὲς ἀρχές, εἶναι ὅτι ἀποτελεῖ ἄριστο δεῖγμα βυζαντινῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀρχιτεκτονικῆς. Ὅπως δήλωσε ὁ Melih Arslan, οἱ ἐργασίες συνεχίζονται γιὰ τὴν ἀνακάλυψη καὶ ἄλλων κτισμάτων τοῦ ἱστορικοῦ αὐτοῦ χριστιανικοῦ κέντρου τῆς κεντρικῆς Μικρᾶς Ἀσίας.



     Χαρακτηριστικό της σημασίας ποὺ ἔχουν δείξει οἱ Τοῦρκοι γιὰ τὶς ἀνασκαφὲς ποὺ γίνονται στὴν περιοχή, εἶναι ὅτι τρεῖς κρατικοὶ ἀρχαιολόγοι ἐποπτεύουν τὶς ἐργασίες ἐνῶ οἱ ἀνασκαφές, ποὺ εἶναι σὲ ἐξέλιξη κοντὰ στὴν ἐθνικὴ ὁδὸ περιπου500 μετρααπὸ τὸν δρόμο  Ayas – Beypazar?, ἀπασχολοῦν ἀρκετοὺς ἐργάτες.  Τὸ ἐντυπωσιακὸ εἶναι, ὅπως ἀνακοινώθηκε, ὅτι ἡ ἐκκλησία τῆς ἁγίας Σοφίας εἶναι μετὰ τρούλου, σὲ σχῆμα ὀβάλ, μὲ μικρότερους τρούλους πέριξ του κεντρικοῦ θόλου ποὺ φυσικὰ ἔχουν καταρρεύσει.  Τὸ κτίσμα εἶναι πολὺ μεγάλο γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς καὶ τὸ συνολικὸ συγκρότημα τῶν κτισμάτων  τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κέντρου ὑπολογίστηκε ὅτι φτάνουν τά3.600 τετραγωνικὰ μέτρα. Ἡ ἐκκλησία βρίσκονταν στὸ κέντρο τῆς πόλης, ὅπως δείχνουν οἱ μέχρι τώρα ἀνασκαφὲς καὶ δέσποζε στὴν περιοχή. Θεωρεῖται ὅτι ἦταν μία ἀπὸ τὶς 5 μεγάλες ἐπισκοπὲς τῆς περιοχῆς τῆς κεντρικῆς Μικρᾶς Ἀσίας κατὰ τὴν βυζαντινὴ περίοδο. Ἐντυπωσιακὸ εἶναι ἐπίσης ὅτι ὁ ἐπικεφαλῆς τῆς ὁμάδας τῶν Τούρκων ἀρχαιολόγων, Umut Alagoz, δήλωσε στὴν τουρκικὴ ἐφημερίδα Μιλιὲτ ὅτι σὲ δεύτερη φάση θὰ ἐπιδιωχτεῖ ἡ ἀναστήλωση καὶ ἀνακατασκευὴ τῆς ἐκκλησιᾶς μὲ τὴν φιλοδοξία ἡ περιοχὴ νὰ καταστεῖ μεγάλο κέντρο θρησκευτικοῦ τουρισμοῦ, καθὼς ὁ ναὸς ἀποτελεῖ ἕνα σπάνιο πρωτοβυζαντινὸ δεῖγμα τοῦ πέμπτου αἰώνα.

     Ἀπὸ ἱστορικὲς πηγὲς εἶναι γνωστὸ πὼς ἡ πόλη Μείζου ἦταν γεωγραφικὸ κέντρο καὶ δέσποζε στὴν ὁδὸ ποὺ σύνδεε τὴν Κωνσταντινούπολη μὲ τὴν Περσία  καὶ τὴν Ταρσό, στὰ παράλια της νότιας Μικρᾶς Ἀσίας. Ἡ ἐμφάνιση καὶ ραγδαία ἀνάπτυξη τῆς πόλη ἄρχισε μετὰ τὴν διάσπαση τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας καὶ τὴν ἀνακήρυξη τῆς Νικομήδειας σὰν μία ἀπὸ τὶς τέσσερις νέες πρωτεύουσες τῆς διασπασμένης αὐτοκρατορίας. Μετὰ τὸ κτίσιμο τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ τὴν ἀνάδειξη τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ἡ σημασία τῆς ἀνέβηκε ἀκόμα περισσότερο σὰν γεωγραφικὸ σταυροδρόμι τῆς κεντρικῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Οἱ προσκυνητὲς ποὺ ξεκινοῦσαν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα ἔκαναν μία σημαντικὴ στάση στὴν πόλη αὐτὴ ποὺ ἦταν ἤδη μεγάλο χριστιανικὸ θρησκευτικὸ κέντρο.  Ἀλλὰ καὶ στοὺς ἑπόμενους αἰῶνες, μέχρι τὴν ἐμφάνιση τῶν Ἀράβων καὶ στὴν συνέχεια τῶν Ὀθωμανῶν, ἡ Ἐπισκοπὴ τῆς Μνίζου ἢ Ἁγιᾶς ἔπαιξε μεγάλο ρόλο σὰν ἕνας «φάρος» τῆς ἑλληνοορθοδοξίας  σὲ ὅλη τὴν  περιοχή.
     Σήμερα, μετὰ ἀπὸ τόσους αἰῶνες καὶ ἐντελῶς παράδοξα, (;;;), ἄλλο ἕνα χαμένο κομμάτι τῆς Ρωμηοσύνης «ἀνατέλλει» ξανὰ στὰ ἅγια χώματα τῆς  Μικρᾶς Ἀσίας.