Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012

Η Κατάκτηση της Αρκτικής (Αιτία πολέμου;)


Από τα παγωμένα ύδατα της Αρκτικής μέχρι τις τροπικές θάλασσες του Κόλπου της Γουινέας, φτάνοντας στην κεντρο-ασιατική «καρδιά» του χώρου, ο οποίος, δεκαετίες τώρα, αποτελεί τη «μεγάλη σκακιέρα» της παγκόσμιας κυριαρχίας, οι διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες της διεθνούς οικονομίας για πρώτες ύλες, και δη για υδρογονάνθρακες, αναδεικνύουν νέα, συχνά απροσδόκητα, πεδία επενδύσεων, αλλά και νέες εστίες ανταγωνισμού για τις μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη.

 
Οι πάγοι φεύγουν -οι μπίζνες έρχονται
Το «λιώσιμο των πάγων» δεν είναι πια απλώς μια μεταφορική έκφραση, κατάλληλη να περιγράψει κινήσεις επαναπροσέγγισης μεταξύ μεγάλων δυνάμεων. Είναι και μια κυριολεκτική πραγματικότητα, η οποία μετατρέπει την Αρκτική σε πεδίο μέγιστου γεωπολιτικού ενδιαφέροντος, καθώς ο υποθαλάσσιος ορυκτός πλούτος της κινητοποιεί αντανακλαστικά ανταγωνισμού, αλλά και προσφέρει δυνατότητες συνεργασίας σε όλους τους βασικούς «παίκτες» της διεθνούς σκηνής.

Λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου, ο (κατ΄ ευφημισμόν πλέον) καλούμενος Βόρειος Παγωμένος Ωκεανός έχει πάψει να καλύπτεται από πάγους σε όλη του την επιφάνεια καθ΄ όλη τη διάρκεια του έτους, ενώ σε περίπου πέντε χρόνια υπολογίζεται ότι ακόμα και η «καρδιά» της Αρκτικής, πέριξ του Βορείου Πόλου, θα είναι κάθε καλοκαίρι ανοιχτή στη ναυσιπλοΐα, γεγονός που προσφέρει νέες δυνατότητες εκμετάλλευσης (τα αρκτικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων υπολογίζονται σε 20% του παγκοσμίου συνόλου), αλλά και ανοίγει νέες εμπορικές οδούς.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ήδη η Ρωσία επενδύει σχεδόν 21 δισ. ρούβλια σε έργα υποδομής στην Αρκτική (όπως την αναβάθμιση των λιμένων και του παγοθραυστικού της στόλου), που αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το 2014. Παράλληλα, μέχρι το 2017 υπολογίζεται να έχει τεθεί σε λειτουργία ο υπό κατασκευή αγωγός Zapolarnye-Purpe, μήκους 500 χιλιομέτρων και κόστους 3,6 δισ. δολαρίων, ο οποίος θα μεταφέρει από τη μέχρι πρότινος αφιλόξενη χερσόνησο Γιαμάλ προς το υφιστάμενο ρωσικό δίκτυο αγωγών 45 εκατ. τόνους πετρελαίου ετησίως, για λογαριασμό της κοινοπραξίας TNK-BP, Lukoil και GazpromNeft. Εκτιμάται ότι στο βάθος του ορίζοντα τα συγκεκριμένα κοιτάσματα θα μπορούσαν να αυξήσουν κατά 15% (ήτοι 75 εκατομμύρια τόνους ετησίως) τη συνολική ρωσική πετρελαιοπαραγωγή.

Στην ίδια χερσόνησο, το κοίτασμα Μποβανένκοβο εκτιμάται ότι «κρύβει» 4,9 κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, ενώ το κοίτασμα Στόκμαν στη Θάλασσα του Μπάρεντς άλλα 3,8 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Κοινώς, και τα δύο μαζί υπερβαίνουν την τρέχουσα εγχώρια παραγωγή των ΗΠΑ - εξού και η προθυμία της γαλλικής Total και της νορβηγικής Statoil να υπογράψουν συμφωνίες συνεκμετάλλευσης αυτών των κοιτασμάτων, προσφέροντας στη ρωσική πλευρά τα κεφάλαια και την τεχνογνωσία (προφανή στην περίπτωση των Νορβηγών) που τόσο έχει ανά-γκη.Όπως δήλωσε με νόημα ο Βλαντίμιρ Πούτιν από τον
Σεπτέμβριο του 2010, «είναι γνωστό ότι στην Αρκτική κανείς δεν επιβιώνει μόνος του»...

Στο πεδίο της ναυσιπλοΐας, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι 22 εμπορικά πλοία το 2011 διέπλευσαν το Βορειοδυτικό Πέρασμα της Αρκτικής (προς την πλευρά του Καναδά) και άλλα 34 τη Βόρεια Θαλάσσια Οδό της Ρωσίας. Ήδη, το 2007 η Ρωσία καθέλκυσε το μεγαλύτερο πυρηνοκίνητο παγοθραυστικό του κόσμου, ονόματι «Πενήντα Χρόνια Νίκης», ενώ τον Νοέμβριο του 2010 η Norilsk Nickel, η μεγαλύτερη ρωσική μεταλλευτική εταιρεία, ανέφερε ότι ένα από τα πλοία της ολοκλήρωσε μέσα σε 41 μέρες το μήκους 18.000 χιλιομέτρων δρομολόγιο από τη Ντούντινκα της βορειοδυτικής Ρωσίας έως τη Σανγκάη μέσω της Αρκτικής, αποφεύγοντας το ταξίδι μέσω του Σουέζ (διάρκειας 84 ημερών και μήκους 38.000 χιλιομέτρων).

Ακολούθησε, τον Αύγουστο του 2011, το μήκους 280 μέτρων υπερδεξαμενόπλοιο «Βλαντίμιρ Τίχονοφ», το μεγαλύτερο έως τώρα πλοίο που διέπλευσε τη Βόρεια Θαλάσσια Οδό, μεταφέροντας πεπιεσμένο φυσικό αέριο.

Η σημασία της Αρκτικής δεν έχει, βέβαια, διαφύγει της χώρας του κόσμου με τον μεγαλύτερο εμπορικό και αλιευτικό στόλο: Στην Κίνα τα ΜΜΕ αποκαλούν γλαφυρά τη Βόρεια Οδό ως τον «Αρκτικό Χρυσό Διάδρομο», ενώ ο καθηγητής του Ναυτιλιακού Πανεπιστημίου της Σανγκάης Bin Yang υπολογίζει ότι η αξιοποίηση των νέων μεταφορικών δυνατοτήτων θα εξοικονομούσε στην κινεζική οικονομία από 60 έως και 120 δισ. δολάρια ετησίως.(Οι ενεργειακές ευκαιρίες της Αρκτικής είναι ούτως ή άλλως γνωστές στους Κινέζους ιθύνοντες, οι οποίοι έχουν ήδη επενδύσει 25 δισ. δολάρια στην κατασκευή ρωσικού πετρελαιαγωγού, δυναμικότητας 300.000 βαρελιών ημερησίως, από τη βόρεια Σιβηρία έως την Κίνα, και δεκάδες άλλα δισ. δολάρια για την αξιοποίηση των κοιτασμάτων πίσσας του βόρειου Καναδά).

Ωστόσο, η οικονομική εκμετάλλευση προϋποθέτει διευκρίνιση των εθνικών δικαιοδοσιών - ιδίως σε ό,τι αφορά την καρδιά της Αρκτικής, πέρα, δηλαδή, από τα 12 ναυτικά μίλια της αιγιαλίτιδας ζώνης των συνορευόντων κρατών (η οποία ρυθμίζει τη ναυσιπλοΐα) και τα 200 μίλια της Αποκλειστικής Οικονομικής τους Ζώνης (που δίνει δικαιώματα επί των αλιευμάτων και του υπεδάφους).

Επ΄ αυτού, οι χώρες-μέλη του νεοσύστατου Αρκτικού Συμβουλίου (ΗΠΑ, Καναδάς, Ρωσία, Νορβηγία, Δανία, Ισλανδία, Σουηδία, Φινλανδία) δίνουν αφενός μάχη να κρατήσουν εκτός οποιονδήποτε τρίτο (λ.χ., καθυστερώντας τη χορήγηση καθεστώτος παρατηρητή στην Κίνα και την Ε.Ε.) και αφετέρου να κατοχυρώσουν δικαιώματα επί των θαλάσσιων περασμάτων και των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων πέραν των 200 μιλίων (με το επιχείρημα ότι η υφαλοκρηπίδα τους αποτελεί γεωλογική συνέχεια των ηπειρωτικών εδαφών τους).

Το δέλεαρ της συνεργασίας οδηγεί χώρες, όπως, π.χ., τη Ρωσία και τη Νορβηγία, να συνυπογράφουν -πέρσι- συμφωνία για την οριοθέτηση μιας πλούσιας σε υδρογονάνθρακες θαλάσσιας περιοχής 175.000 τ.χλμ. ή το Αρκτικό Συμβούλιο να ρυθμίζει τα της έρευνας και διάσωσης σε μια περιοχή από την οποία περνούν 100.000 επιβάτες διηπειρωτικών πτήσεων ημερησίως. Ωστόσο, ο πειρασμός του στρατιωτικού ανταγωνισμού παραμονεύει, ιδίως αν οι ΗΠΑ προχωρήσουν στην ανάπτυξη στον Βόρειο Παγωμένο Ωκεανό πλοίων εξοπλισμένων με το (αντίστοιχο της αντιπυραυλικής ασπίδας) σύστημα Aegis. Για τη Ρωσία, η οποία στην περιοχή έχει ακτογραμμή 6.000 χλμ. και φιλοξενεί όλα της τα πυρηνικά υποβρύχια, μια τέτοια προοπτική σημαίνει συναγερμό.

Ο Τουρκμένιος κριτής του παιχνιδιού
Σε οποιοδήποτε πρόχειρο κουίζ για τους ισχυρότερους ηγέτες στον κόσμο σήμερα το ούτως ή άλλως δυσπρόφερτο όνομα του Γκουρμπανγκούλι Μπερντιμουχαμέντοφ δεν θα ερχόταν εύκολα στον νου. Όμως, ο πρόεδρος της μυστηριώδους πρώην σοβιετικής δημοκρατίας του Τουρκμενιστάν κρατά τα κλειδιά για το σύνθετο παιχνίδι της κυριαρχίας στην Ευρασία, καθώς η (προικισμένη με τα τέταρτα μεγαλύτερα κοιτάσματα φυσικού αερίου στον κόσμο) χώρα του βρίσκεται στα μισά του δρόμου ανάμεσα στην Ευρώπη και την αναπτυσσόμενη Ασία. 

Αποτελεί κοινό μυστικό ότι το μεγάλο όνειρο της Δύσης για απεξάρτηση από την Gazprom μέσω του αγωγού Nabucco, ο οποίος θα τροφοδοτεί την ευρωπαϊκή αγορά παρακάμπτοντας πλήρως τη Ρωσία (και παραλλήλως και το Ιράν), δεν έχει καμία πιθανότητα επιτυχίας χωρίς τη σύμπραξη του Αζερμπαϊτζάν και του Τουρκμενιστάν. Ωστόσο, μολονότι ο Μπερντιμουχαμέντοφ ομνύει διαρκώς στην προοπτική συνεργασίας με την Ευρώπη, οι πραγματικές του κινήσεις δείχνουν ότι κρίνει απείρως πιο συμφέρουσα τη στροφή προς Ανατολάς και την αποφυγή της οργής της Μόσχας.

Ούτως ή άλλως, η τροφοδοσία του Nabucco με τουρκμενικό αέριο προϋποθέτει την κατασκευή υποθαλάσσιου αγωγού στην Κασπία, ο οποίος θα συνδέει το λιμάνι του Τουρκμένμπασι με την αζερική χερσόνησο Αμπσερόν.

Την ίδια στιγμή, ωστόσο, το Τουρκμενιστάν προμηθεύει ήδη την Κίνα (μέσω Ουζμπεκιστάν και Καζαχστάν) με αέριο από το κοίτασμα του Νότιου Γιολοτάν (όπου έχουν επενδυθεί κινεζικά κεφάλαια ύψους 4 δισ. δολαρίων), ενώ παράλληλα εμφανίζεται να υποστηρίζει το project του αγωγού TAPI, ο οποίος, μέσω Αφγανιστάν, θα καταλήγει στο Πακιστάν και την ιδία. Αν το σχέδιο (το οποίο έχει κόστος τουλάχιστον 7,6 δισ. δολαρίων και αναμένεται να χρηματοδοτηθεί κατά το ένα τρίτο από την Ασιατική Αναπτυξιακή Τράπεζα) ευοδωθεί, ο Μπερντιμουχαμέντοφ θα έχει συνεισφέρει περισσότερα στη σταθεροποίηση του Αφγανιστάν από τους 100.000 Αμερικανούς στρατιώτες που βρίσκονται εκεί.

Οι χώρες του Συμφώνου της Σανγκάης (με προεξάρχουσα τη Ρωσία και την Κίνα), οι οποίες δυσφορούν με την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην Κεντρική Ασία, δεν θα μπορούσαν να είναι περισσότερο ικανοποιημένες...
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" της 6ης Ιανουαρίου
 
πηγή