Πέμπτη 21 Ιουλίου 2022

“Τί ὡραία βροχή! Τί ὡραία βροχή! Πωπώ, βροχή! Πολλή βροχή!

«Στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1990 ἡ χώρα μας ἐμαστίζετο ἀπό ἀνομβρία. Οἱ ἀρχές ἀνησυχοῦσαν γιά μεγάλη λειψυδρία, τά δέ μέσα ἐνημερώσεως εἶχαν προσθέσει, στά δελτία τῶν εἰδήσεων, καί δελτίο νεροῦ. Κάθε μέρα μᾶς ἔλεγαν ὅτι ἡ λίμνη τοῦ Μαραθῶνος εἶχε τόσα κυβικά μέτρα νεροῦ, τό ὁποῖο ἐπαρκοῦσε γιά τόσες ἡμέρες. Μᾶς συνιστοῦσαν δέ, νά μήν σπαταλοῦμε ἄσκοπα τό νερό καί νά λάβουμε διάφορα μέτρα, ὥστε νά περιορίσουμε τήν κατανάλωσή του.

Ὁ Ἅγιος Εὐμένιος Σαριδάκης τοῦ Λοιμωδῶν τοῦ Δήμου Ἁγ. Βαρβάρας (+1999) νοσηλευόταν τήν ἐποχή ἐκείνη στόν “Εὐαγγελισμό”, ἐπί τρεῖς μῆνες περίπου, βαρειά ἄρρωστος καί μέ προοπτική νά τοῦ κόψουν οἱ γιατροί τό πόδι. Ἀνήμερα τοῦ Μ. Σαββάτου, τό πρωΐ, μοῦ εἶπε νά τόν πάρω καί νά πᾶμε στή Μητρόπολη νά ἐκκλησιασθοῦμε, ἀφοῦ προηγουμένως εἴχαμε πάρει ἄδεια ἐξόδου ἀπ᾽ τό Νοσοκομεῖο.

Στή συνέχεια, πήγαμε κάι προσκυνήσαμε στήν Ἱ. Μονή Πεντέλης καί στόν Ἅγ. Παντελεήμονα, στήν Νέα Πεντέλη. Ἐπιστρέφοντας, μέ ρώτησε ἄν ἡ λίμνη τοῦ Μαραθῶνος εἶναι κοντά. Ἀφοῦ τοῦ ἀπάντησα καταφατικά, μοῦ λέει:
“Μποροῦμε νά πᾶμε ἐκεῖ;”
Ὅταν φθάσαμε, ὁ Παππούλης περπατοῦσε πάνω στό φράγμα καί σταύρωνε τή λίμνη κι ἔλεγε εὐχές πολλές καί διάφορες. Ἐγώ προσπαθοῦσα νά βρίσκωμαι ὅσο τό δυνατόν πιό κοντά του, γιατί φοβόμουν μήπως πέση, μιά καί τό πόδι του ἦταν πολύ βεβαρημένο. Ὅταν, ὅμως, τόν πλησίαζα πολύ, σταματοῦσε τίς εὐχές καί μοῦ ἔλεγε: “Ξέρεις, ὅταν ἡ λίμνη γεμίση μέ νερά, μέ πολλά νερά, θά ἀρχίσουν νά χύνωνται ἀπ᾽ τά πλάγια, ἀπ᾽ αὐτά πού λέγονται ὑπερχειλιστῆρες”.
Κι ἐγώ τοῦ ἔλεγα: “Καλά Παππούλη” καί τόν ἄφηνα καί ἀπομακρυνόταν λίγο καί ἐκεῖνος συνέχιζε νά σταυρώνη τή λίμνη καί νά λέη πολλές εὐχές. Μετά ἐπιστρέψαμε στό Νοσοκομεῖο.

Ὕστερα ἀπό δύο-τρεῖς ἡμέρες ἐπισκέφθηκαν τόν π. Εὐμένιο κάποιες φοιτήτριες γιά νά πάρουν τήν εὐχή του.
Καθώς μᾶς διηγήθηκαν μετά, ὅση ὥρα αὐτές ἦταν ἐκεῖ, ὁ Παππούλης κοίταζε ἀπ᾽ τό παράθυρο πρός τά ἔξω, κουνοῦσε τά χέρια του καί ἔλεγε συνέχεια:
“Τί ὡραία βροχή! Τί ὡραία βροχή! Πωπώ, βροχή! Πολλή βροχή! Πολλή βροχή!” κι ἐκεῖνες ἔλεγαν, μέ τό λογισμό τους, ὅτι ὁ Παππούλης μᾶλλον εἶχε πειραχθῆ ἀπ᾽ τήν ἀρρώστια του, γιατί δέν ὑπῆρχε στόν οὐρανό οὔτε ἕνα συννεφάκι.

Σέ λίγες ἡμέρες ἄρχισε νά βρέχη καταρρακτωδῶς, μέρα-νύχτα, καί τότε καταλάβαμε, τί εἶχε συμβεῖ. Ὀ Παππούλης μας, μέ τίς εὐχές του, ἄνοιξε τούς οὐρανούς καί σταμάτησε τήν ἀνομβρία. Ἦταν ἄνοιξη τοῦ 1993 καί εἶχε νά βρέξη κανονικά περίπου τρία χρόνια, ὥστε οἱ ἀρχές προσανατολίζοντο νά φέρουν ἀκόμα καί μέ ὑδροφόρες νερό γιά τήν ὑδροδότησι τῶν Ἀθηνῶν»

(Σίμωνος Μοναχοῦ, Ἅγ. Εὐμένιος Σαριδάκης ὁ Ποιμήν ὁ Καλός καί Θαυματουργός, ἐκδ. Ἑπτάλοφος, Ἀθήνα 2022, 257).
https://gkiouzelisabeltasos.blogspot.com
https://proskynitis.blogspot.com/2022/07/blog-post_95.html