Πέμπτη 20 Μαΐου 2021

Οι άνθρωποι του περιθωρίου και οι «τελειωμένοι» θα μας σπρώξουν στον Παράδεισο!

Περπατούσα στην παραλία της Θεσσαλονίκης απόγευμα προς βράδυ,
όταν ένας τοξικομανής με πλησίασε. Δε μου ζήτησε λεφτά, αλλά με ρώτησε αν μπορούσα να του αγοράσω μια ρόκα (καλαμπόκι) που έψηνε κάποιος πιο κάτω σε ένα μικρό πάγκο που είχε στήσει.

Τον ρώτησα αν ήθελε και κάτι άλλο. Μου είπε ότι ήθελε να πάω να του την αγοράσω εγώ επειδή χρωστούσε στον καλαμποκά και ίσως να μη του έδινε!

Πήγα και αφού του την έφερα, με ρώτησε αν μπορώ να κάτσω λίγο μαζί του ή αν ντρέπομαι! Του απάντησα ότι θα ντραπώ, αν δεν κάτσω.

Τότε μου είπε το εξής εκπληκτικό!

«Φίλε, μακριά από το Χριστό έτσι καταντάς!!! Όμως προσπαθώ εδώ και καιρό να κόψω τα ναρκωτικά για να μην Τον στεναχωρώ!!!

Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω, αλλά επειδή μάλλον δε θα ζήσω πολύ, θέλω όταν θα πάω μπροστά Του να έχω να του δείξω τον αγώνα μου μήπως και με λυπηθεί!»

Ήμασταν κάπου κοντά στο ύψος του Ι. Ναού Κυρίλλου και Μεθοδίου.

Μου λέει… πάω κάθε πρωί απέναντι και με κοιτούν όλοι καλά καλά επειδή νομίζουν ότι θέλω λεφτά. Όμως εγώ πηγαίνω μπροστά στην εικόνα για να ζητήσω βοήθεια να κόψω τα ναρκωτικά. Δεν ανάβω κερί επειδή δεν έχω λεφτά να πάρω!!!!! (ΦΙΛΟΤΙΜΟ)

Και κάθε βράδυ πάλι πηγαίνω και λέω…δεν τα κατάφερα συγγνώμη! Ή λέω …σήμερα κάπως το πάλεψα ευχαριστώ!!!

 


Έζησα στα λόγια αυτού του ανθρώπου στιγμές από τα συναξάρια!!!

Του έδωσα κάτι λεφτά και του είπα από αύριο να πηγαίνει στην εκκλησία και να παίρνει κερί αλλά να προσεύχεται και για τη δικιά μου ψυχή. Με διαβεβαίωσε ότι τα λεφτά δε θα τα χαλάσει και ότι θα τα δώσει όλα μαζεμένα εκεί για να μην μπαίνει στον πειρασμό και τα ξοδέψει, και κάθε μέρα θα παίρνει 2 κεριά.

Του λέω με λένε Νίκο. Μου είπε ότι δεν είναι δύσκολο να με θυμάται αφού κανείς δεν κάθεται μαζί του και έτσι δεν έχει φίλους και γνωστούς.

Δε ρώτησα πολλά γι αυτόν. Δεν ήθελα να νιώσει ότι παραβιάζω την παράξενη ζωή του με την αδιακρισία μου.

Την ώρα που έφευγα, μου είπε ότι χάρηκε που έκατσα μαζί του και ότι του έκανε καλό η παρέα.

Τώρα εσείς που διαβάζεται αυτό το κείμενο καταλαβαίνετε καλά ποιος από τους δυο ωφελήθηκε!
Πριν τη συνάντηση μου με αυτόν τον άνθρωπο, είχα σκέψεις ότι όλη μου η ζωή είναι ένα ζόρι και ότι όλο δυσκολίες αντιμετωπίζω.
Πάνω που πήγαινε να με πάρει από κάτω, ήρθε στο δρόμο μου αυτή η ψυχή.
Πως μετά να μην πω ότι ο Θεός μας αγαπάει; Πως;
Πολύ μας αγαπάει…

Εν τω μεταξύ μάλλον από σήμερα και για λίγες τουλάχιστον μέρες, ένας τοξικομανής προσεύχεται και για μένα!

Να δείτε που οι άνθρωποι του περιθωρίου και οι «τελειωμένοι» θα μας σπρώξουν στον Παράδεισο!

Κύριος φωτισμός μου!

Ευχαριστώ για όλα παράξενε φίλε.

***

Παρακάλεσε ο αββάς Θεόδωρος της Φέρμης τον αββά Παμβώ:
– “Πές μου έναν λόγο”.
Και με πολλή δυσκολία ο Γέροντας του είπε:
– “Θεόδωρε, πήγαινε και να ΄σαι σπλαχνικός προς όλους. Γιατί η ευσπλαχνία βρίσκει πάντα παρρησία ενώπιον του Θεού”.

 


Να μοιράζεσαι τη λύπη των ανθρώπων πονώντας γι’ αυτούς στην προσευχή σου με όλη σου την καρδιά και θ’ ανοίξει μπροστά στις ικεσίες σου η πηγή του ελέους του Θεού.
Αν έχεις μέσα σου λύπη, για έναν άνθρωπο πού για κάποιο λόγο, σωματικά ή ψυχικά, είναι άρρωστος, εκείνη την ήμερα να θεωρείς τον εαυτό σου μάρτυρα και να αισθάνεσαι ότι έπαθες για το Χριστό και ότι αξιώθηκες να τον ομολογήσεις όπως οι ομολογητές. Θυμήσου βέβαια ότι ο Χριστός πέθανε για τους αμαρτωλούς και όχι γι’ αυτούς πού πιστεύουν πώς είναι δίκαιοι.
Να ζεις κατά κάποιον τρόπο τα παθήματα όλων των ανθρώπων, αλλά, σαν μοναχός πού είσαι, να μη ζεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Να μην ελέγξεις κανέναν σαν να είσαι εσύ κάτι παραπάνω απ’ αυτόν, ούτε να ονειδίσεις και να προσβάλεις άνθρωπο, ακόμη κι αυτούς πού έχουν πολύ κακό βίο και πολιτεία. Άπλωσε το φόρεμα της στοργής σου και σκέπασε αυτόν πού αμαρτάνει και αν δεν μπορέσεις να πάρεις επάνω σου τα αμαρτήματα του και την τιμωρία και την ντροπή του, τουλάχιστο κάνε υπομονή και μη τον ντροπιάζεις μπροστά σου, ή μπροστά στον κόσμο.
Σπείρε την ελεημοσύνη με ταπείνωση και θα θερίσεις το έλεος του Θεού την ημέρα πού θα σε κρίνει. Αββάς Ισαάκ ο Σύρος

***

Μητροπολίτη Πατάρων Ειρηναίου
«Προχθές γυρίζοντας από έναν Εσπερινό πέρασα από την Ομόνοια. Πλήθος νέων ήταν μαζεμένοι γύρω από ένα παιδί. Στο χέρι του κρατούσε την τελευταία σύριγγα του θανάτου. Τον πλησίασα και με δακρυσμένα μάτια φώναξε:
– ‘Βοήθεια, πεθαίνω…’.
Έτρεξα κοντά του, τον αγκάλιασα. Με σπασμένη φωνή μου είπε,
– ‘παππούλη, πεθαίνω, διάβασέ μου μία ευχή’.
Γονάτισα, του διάβασα μία ευχή. Ψέλλισε δυό λέξεις,
– ‘πες του Χριστούλη να με δεχτεί’
και ξεψύχησε, μέσα στην αγκάλη μου, άγνωστος μεταξύ αγνώστων. Φεύγοντας, ψιθύριζα μία προσευχή. Χριστέ μου, μία λέξη είπε ο ληστής και τον δέχτηκες στη βασιλεία Σου, δέξου και την ψυχή αυτού του παιδιού Σου».
Από το βιβλίο ‘Λουλούδια από τους κήπους των Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας’


https://iconandlight.wordpress.com